Αντώνιος Γιάνναρης: Ένας κρητικός καθηγητής

στο Πανεπιστήμιο St Andrews της Σκωτίας (1896-1903)

 

 

 

 

 

«…γιατί όλες οι καλομοιριές του κόσμου και τα πλούτη

μια μόν’ ασκιά ‘ναι στη ζωή την πικραμένη τούτη,

μια φουσκαλίδα του νερού, μια λάβρα, που τελειώνει

τόσα γοργά, όσο πλιά ψηλά τσι λόχες τση σηκώνει»

Γεωργίου Χορτάτζη, Ερωφίλη, Ε 671-74

 

 

 

Αντώνιος ΧΟΥΡΔΑΚΗΣ

Καθηγητής Παν/μίου Κρήτης

 

 

 

 

Προλεγόμενα

 

Η σημερινή μου εισήγηση αναφέρεται μεν στην πολιτεία ενός Έλληνα πανεπιστημιακού δασκάλου που έζησε και έδρασε για αρκετά χρόνια στο εξωτερικό, αλλά παράλληλα αφορά και στην ίδρυση της πρώτης Έδρας Νεοελληνικής Γλώσσας στο Πανεπιστήμιο του Αγίου Ανδρέα στη Σκωτία, την οποία κατέλαβε, όπως θα δούμε στη συνέχεια, ο εκ Κρήτης φιλόλογος και εκπαιδευτικός Αντώνιος Γιάνναρης. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι η προσπάθειά μου αυτή αν και εντάσσεται a fortiori στον άξονα «Προσωπικότητες και Πανεπιστήμιο» του 4ου Επιστημονικού Συνεδρίου της Ιστορίας της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης που διοργάνωσε το Εργαστήριο Ιστορικού Αρχείου Νεοελληνικής και Διεθνούς Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Πατρών, συνάμα, τραβώντας μια οριζόντια γραμμή, φαίνεται να συμμετέχει και στον διάλογο που έχει ξεκινήσει τον τελευταίο καιρό στον Τύπο γύρω από την ελληνική εκπαίδευση στο εξωτερικό και ειδικότερα γύρω από την ίδρυση Εδρών Ελληνόγλωσσης Εκπαίδευσης σε Πανεπιστήμια του εξωτερικού.[1]

Είναι σημαντικό να υπογραμμίσουμε εξαρχής ότι οι Αγγλοσάξονες γνωρίζουν τον Αντώνιο Γιάνναρη, κυρίως, μέσα από το έργο του Historical Greek grammar chiefly of the Attic dialect (Λονδίνο, Macmillan 1897),[2] για την οποία και ο δικός μας Στ. Ξανθουδίδης είχε κάποτε γράψει: «Ογκώδες και σπουδαιότατον σύγγραμμα πολύ εκτιμηθέν. Τούτου επηυξημένην έκδοσιν ελληνιστί είχεν ετοιμάσει ο Γιάνναρης και η εκτύπωσις θα εγίνετο εν τη Βι­βλιοθήκη Μαρασλή, αλλ’ ο θάνατος του ευεργέτου εματαίωσε το έργον. Αποφάσει δε της Κρητικής Βουλής επρόκειτο να εκδοθή δαπάναις της Κρητικής   Πολιτείας».[3]

Από μια τελείως εμπειρική έρευνα που διεξήγαγα στο διαδίκτυο, διαπιστώνω ότι ενισχύεται η προηγούμενη παρατήρηση μαζί με μία επιπλέον επισήμανση που φαίνεται να έχουν θησαυρίσει μελετητές του Γιάνναρη: εκτός από την Ιστορική του Γραμματική και την «εύθραυστη» υγεία του, δηλώνουν παράλληλα άγνοια και για το τέλος της ζωής του. Αλιεύω, τελείως ενδεικτικά, ως αφορμή για προβληματισμό, μια συζήτηση που διεξήχθη πρόσφατα σε αντίστοιχο δικτυακό τόπο για τη διδασκαλία του Γιάνναρη στο Πανεπιστήμιο του Αγίου Ανδρέα στη Σκωτία:

«First, let me mention some personal information. Jannaris did teach here at the University... He himself was Greek, hailing from Crete. He was one of the finest Greek scholars of that day. He had a remarkable grasp of Greek and was also quite creative in his thought. His greatest contribution to scholarship was the massive ‘Historical Greek Grammar’ published in 1897. As far as I know no one else has even attempted what Jannaris was doing in that work--tracing the development and changes in Greek grammar from ancient times to the present, showing primarily the continuity between ancient and Modern Greek. There is a great need for someone to do that today, especially since we have many more ancient documents that were not available to Jannaris. But the task seems beyond human ability! It is amazing that Jannaris even conceived the plan--and he accomplished it in only 5 years! Sadly, he was forced to return to his homeland due to political machinations…I don't know what became of him… I do not know what happened to him-if he was martyred or not».[4] 

A propos να σημειώσουμε ότι τις ίδιες απόψεις συναντάμε και στην επίσημη ιστοσελίδα της Βρετανικής Πρεσβείας, εκεί όπου γίνεται αναφορά στην ιστορία των Ελληνοβρετανικών Σπουδών:

«Over a period of six years Jannaris was an energetic teacher of the modern Greek language but found the cold and the misty weather of the East Coast of Scotland an unbearable contrast to the warmth of his native Crete».[5]

Από την διεξαχθείσα συζήτηση προκύπτει αφενός μεν ότι υπάρχει μεγάλη εκτίμηση ακόμα και σήμερα από ξένους ερευνητές στον Γιάνναρη και το έργο του, και αφετέρου ότι οι ερευνητές αυτοί έχουν μια ομιχλώδη εικόνα και ελλιπή πληροφόρηση για το τι συνέβη στον ίδιο μετά την αναχώρησή του από τη Σκωτία. Να επαναλάβω άλλη μια φορά την καταληκτική φράση από τα σχόλια του Robert Keay's: «I don't know what became of him…I do not know what happened to him ».

Έτσι, η σημερινή μας εισήγηση φαίνεται να επωμίζεται ένα ακόμα χρέος!

 

Από την πολιτεία του

 

Σε πρόσφατη λημματογράφηση πληροφοριών που δίδονται για τον Αντώνιο Γιάνναρη (να σημειώσουμε παρεμπιπτόντως ότι το επώνυμο Γιανναράκις συνήθως δεν καταχωρείται) αναφέρεται ότι:

Πρόκειται για έναν δεινό φιλόλογο που γεννήθηκε στους Λάκκους Χανίων στις 25 Αυγούστου 1852 (και πέθανε το 1909 ταξιδεύοντας προς Αμερική), ότι ήταν ανιψιός του περιώνυμου κρητικού οπλαρχηγού Χατζημιχάλη Γιάνναρη (1827-1916), σπούδασε στην Αθήνα και στη Γερμανία και δίδαξε ελληνική γλώσσα και φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Αγίου Ανδρέα της Σκωτίας. Ακόμα, σημειώνουν ότι δημοσίευσε πολύ νέος μια σημαντική συλλογή από κρητικά τραγούδια και παροιμίες, και ότι σκόπευε να εκδώσει τον Ερωτόκριτο, αλλά τελικά περιορίστηκε σε μια μόνο μελέτη για τον ποιητή και το έργο του.

Επίσης, οι συντάκτες τους δεν παραλείπουν να αναφέρουν ότι εξέδωσε στα Αγγλικά την Ιστορική Γραμματική της Ελληνικής, καθώς και άλλες ενδιαφέρουσες μελέτες, όπως: την Neugriechische Grammatik (Ανόβερο 1878), μεθόδους και λεξικά για την εκμάθηση της Αγγλικής, της Γερμανικής και της Γαλλικής γλώσσας, το επίτομο λεξικό A concise dictionary of the Modern Greek and English languages (Λονδίνο 1895), το Μικρό Θησαυρό της Ελληνικής Γλώσσης, ήτοι Επίτομον Ελληνικόν Λεξικόν σε 2 τόμους (Αθήνα 1888, 21902), καθώς και ποικίλες άλλες μελέτες σε επιστημονικά περιοδικά (Clas­sical Review, Byzantinische  Zeitschrift, Αθηνά  κλπ.). Τέλος, κλείνουν με το ότι ο Γιάνναρης έλαβε μέρος σε απελευθερωτικούς αγώνες της γενέτειράς του και ότι φυλακίστηκε το 1904 λόγω της αντιπολιτευτικής του δράσης.[6]

Ωστόσο, στο σημείο αυτό κάθε προσπάθεια εμπλουτισμού των παραπάνω στοιχείων με βάση νέα –εν πολλοίς αδημοσίευτα– στοιχεία από το Αρχείο Γιάνναρη, που βρίσκεται εναποτεθειμένο στο Ιστορικό Αρχείο Κρήτης στα Χανιά, πιστεύω ότι θα συμβάλλει ακόμα περισσότερο στο να σχηματίσουμε μια καλύτερη εικόνα της δράσης αυτού του ανθρώπου, του οποίου τα βιογραφικά του (διάβαζε μικροϊστορικά) οδόσημα τέμνονται με το γενικό /μακροϊστορικό πλαίσιο της εποχής, φωτίζοντας πτυχές από τη ζωή και τη δράση ενός εκ των αποκαλουμένων ως «πρεσβευτών» της Ελλάδος -Ελλήνων και ξένων λογίων- που δίδαξαν σε Έδρες Ελληνόγλωσσης Εκπαίδευσης του εξωτερικού και οι οποίοι συνέδεσαν τη ζωή και τα όνειρα τους με την πορεία του έθνους εκτός ελληνικών ακαδημαϊκών συνόρων.[7]

Στην επανάσταση του 1866, σε ηλικία 16 χρονών, ο Γιάνναρης ήρθε πρόσφυγας στην Αθήνα, όπου, σύμφωνα με το αρχειακό υλικό, φοίτησε στο Β΄ Γυμνάσιο Αθηνών και στη συνέχεια ενεγράφη (στις 30 Νοεμβρίου 1872) στο Εθνικό Πανεπιστήμιο. Κατόπιν το 1873 σε ηλικία 21 ετών ταξίδεψε στη Γερμανία και για μια επταετία σπούδασε την Ελληνική και Λατινική Φιλολογία και την Μεσαιωνική Γαλλική Φιλολογία. Κατά το διάστημα των σπουδών του επισκέφθηκε πρώτα τη Δρέσδη, όπου, από την αλληλογραφία με το θείο του, που βρισκόταν τότε εξόριστος στη Ρωσία (6/18 Απριλίου 1874-;1875), μαθαίνουμε ότι επεδίωξε πρώτα να καταταγεί στον Σαξονικό στρατό για να σπουδάσει μηχανικός στη Μαθηματική Πολεμική Σχολή του Βερολίνου, αλλά τελικά άλλαξε και ενεγράφη στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας, όπου άρχισε να ετοιμάζει την έκδοση της γνωστής μελέτης του για τα Κρητικά Άσματα με την οικονομική συνδρομή του θείου του.[8]

Το 1876, όπως μαθαίνουμε και πάλι από την αλληλογραφία του, μετακινείται στην Φυρστεμβέργη και την Βεστφαλία. Εν συνεχεία, το 1880 ανακηρύσσεται Διδάκτωρ της Φιλοσοφίας και Διδάσκαλος των Ελευθερίων Τεχνών από το Πανεπιστήμιο του Μαρβούργου με θέμα: Adnotationes criticae in Longini que fertur Περί ύψους libellum. Επιστρέφει στην Κρήτη και διορίζεται Γυμνασιάρχης στο Γυμνάσιο Χανίων, θέση την οποία θα διατηρήσει μέχρι το 1885 οπότε καταργείται λόγω οικονομικών δυσκολιών. Παράλληλα, το 1882 είχε ήδη διοριστεί Διευθυντής εξωτερικής αλληλογραφίας του Φωτιάδη πασά εξαιτίας της γλωσσομάθειάς του. Εν συνεχεία τον βρίσκουμε να υπηρετεί στο Βρετανικό Προξενείο στην Κρήτη μέχρι το 1887 και κατόπιν να διδάσκει στο Εθνικό Πανεπιστήμιο ως privat-docent μαθήματα Ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας. Κατά την τριετία 1885-1887 αναλαμβάνει καθηγητής της γ΄ και δ΄ τάξεως του Γυμνασίου Χανίων.

Εργάσθηκε, επίσης, στις Βιβλιοθήκες του Λονδίνου και στη Βενετία. Παράλληλα υπήρξε έκτακτος ανταποκριτής των Times του Λονδίνου, διαφωτίζοντας την κοινή γνώμη στην Ευρώπη για τις αυθαιρεσίες των Τούρκων στην Κρήτη και το 1889 έλαβε ενεργό μέρος στην επανάσταση, μετά την ανεπιτυχή έκβαση της οποίας επέστρεψε στην Αγγλία.

Τον Απρίλιο του 1892 παντρεύεται στην Αμερική την 23χρονη Αμερικανίδα Μαίη Δαίνας (M. Danas), από πλούσια και εύπορη οικογένεια της Νέας Υόρκης, από την οποία θα αποκτήσει δύο κόρες, την Κορδηλία και την Δήλη. Τέσσερα χρόνια μετά (1898) θα ζητήσει διαζύγιο. Από το Λονδίνο που ζει και εργάζεται, παρά τις οικονομικές δυσκολίες του, στέλνει κάποιες φορές και οικονομική βοήθεια προς ττον υπερήλικα πατέρα του.

Η διετία 1894 -1895 είναι, κατά πως φαίνεται, μια γόνιμη περίοδος στην συγγραφική και οικογενειακή δραστηριότητα του Γιάνναρη, ζώντας ακόμα μαζί με τη γυναίκα του και τις δύο κόρες του, στην περιοχή Fern Cottage, The Vale, Hampstead του Λονδίνου, εκμυστηρεύεται στο θείο του, πώς όλο του το χρόνο του τον σπαταλά, φροντίζοντας την οικογένειά του και εργαζόμενος:

«Εάν δεν σας γράφω τακτικώς, έστε επιει-/κείς γνωρίζοντες ότι τώρα οικογενειάρχης/ ων είμαι πολυάσχολος, αφ’ ου μάλιστα αι διανοητι-/καί μου εργασίαι απορροφώσιν όλον μου τον χρό-/νον και νουν. Καθ’ εκάστην εσπέραν είμαι τοσούτον/ κεκμηκός και κατάκοπος ώστε {ούτε: supra lineam} να ομιλήσω ούτε/ να αναγνώσω δύναμαι»,[9]

και αλλού

«…Όχι μόνον βαρεία φιλολογική/ ήγουν συγγραφική εργασία αλλά και οι-/κογενειακοί περισπασμοί, δος δ’ ειπείν/ και άλλαι ηθικαί μέριμναι έχουσιν/ απορροφήση όχι μόνον τον χρόνον/ μου αλλά και τον νουν μου, ώστε αδυνατώ/ να εύρω ευκαιρίαν όπως αναλάβω την από/ πολλού παρημελημένην ανταπόκρισίν μου».[10]

Στις επιστολές που στέλνει από το Λονδίνο και τον Άγιο Ανδρέα, όπου βρίσκεται, αναφέρεται πολύ συχνά (ιδιαίτερα τη διετία 1890-1891, αλλά και λίγο αργότερα 1894-1895 και 1899-1901) στον καιρό και στις επιπτώσεις του λονδρέζικου κλίματος στην υγεία του, ειδικότερα δε στον πνευματικό του κάματο. Τοιουτοτρόπως μέσα από τις μικρολεπτομέρειες αυτές γνωρίζουμε όχι μόνο τις υλικές συνθήκες και τους ρυθμούς ζωής του συγκεκριμένου ανθρώπου, αλλά κυρίως το νοητικό του «σύμπαν» μέσα από την καθημερινότητά του. Χαρακτηριστικά αποσπάσματα από την επιστολογραφία του θα μας επιτρέψουν να εκτιμήσουμε τον ερευνητικό και συγγραφικό άθλο του ανδρός, παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπισε στη χώρα όπου έζησε και εργάστηκε μακριά από τη γενέτειρά του:

«Σχε-/δόν καθ’ εκάστην βρέχει, έσπευσα δε να/ εντυθώ χειμερινά ενδύματα»,[11] «Εγώ είμαι τώρα καλά. Προ δεκαπέντε/ ημερών ευρισκόμενος παρά τινι φι-/λική οικογενεία προσεβλήθην υπό/ είδους αποπληξίας… Πάντες οι γνωρίζοντες με/ αποδίδουσι το συμβάν εις υπερβολικήν/ κόπωσιν. Τω όντι εργάζομαι καθ’/ υπερβολήν, συνήθως δε προσβάλλομαι/ καθ’ εκάστην μετά μεσημβρίαν υπό/ σφοδρού πονοκεφάλου»,[12] «Εγώ δύναμαι να είπω ότι είμαι καλά,/ αν και δυστυχώς το κλίμα του Λονδίνου/ προσβάλλει τον λαιμόν και γεννά κεφαλαλ-/γίας. Αμφότερα τα νοσήματα ταύτα προσ-/έβαλον και εμέ εσχάτως, ούτω δε υποφέρω/ διαρκώς, ει και ελαφρώς, υπ’ αμφοτέρων. Εις/ ταύτα αναμφιβόλως συντελεί πολύ και η ά-/μετρος φιλεργία μου, διότι εργάζομαι/ συχνάκις 8-9 ώρας καθ’ εκάστην. Ήρχισα/ να επιθυμώ το κλίμα της Ελλάδος»,[13] «Εγώ είμαι τώρα καλά και/ εργάζομαι ως πάντοτε δια/ να ζω»,[14] «Είμαι τώρα αρκετά καλά, αν και από δύο η-/μερών ήρχισαν πάλι οι πονοκέφαλοι. Η υπερβολι-/κή διανοητική εργασία θα με θαντώση»,[15] «Εγώ τώρα είμαι καλά και ελπίζω να περάσω καλά/ το καλοκαίρι. Αλλά μήπως έρχεται εδώ καλοκαίρι;/ καθ’ εκάστην σχεδόν βρέχει, ο δε ήλιος εμφανίζεται/ εις επισήμους μόνον περιστάσεις. Το μόνον όπερ/ δεν δύναμαι να ποφύγω(sic) χάριν της υγείας μου είνε/ η υπερβολική εργασία, εξ ης καθ’ εκάστην εσπέραν/ είμαι καταβεβλημένος. Εορτή και καθημερινή/ είνε δι’ εμέ ημέρα δουλείας»,[16] «Τώρα είμαι καλά και μην ανησυχής,/ σε ευχαριστώ δ’ από καρδιάς δια την περί ε-/μού πατρικήν μέριμνάν σου./ Επεθύμησα τον ωραίον ουρανόν/ της Ελλάδος, όχι όμως και το μεμολυσμένον/ έδαφος αυτής. Εδώ έχομεν καθ’ εκάστην βροχήν και συννεφιάν»,[17] «Τα κατ’ εμέ/ είνε πάντοτε τα αυτά: ήτοι υγιαίνω και/ εργάζομαι σαν αράπης. Πόσον καιρόν/ θα διαρκέση η τυραννική αύτη ζωή αγνοώ./ Σκοπεύω μετά ένα περίπου μήνα να κάμω βραχύ ταξείδιον χάριν ανα-/ψυχής, διότι δεν αντέχω πλέον./…Εδώ δεν έχομεν εφέτος καλοκαίρι,/ καθ’ εκάστην σχεδόν βρέχει. Τούτο δεν/ με λυπεί πολύ διότι το ψύχος βοηθεί/ πως τα υπερανθρώπως εργαζόμενα νεύ-/ραμου»,[18] «Επί τέλους μάλιστα βλέπων ότι/ και η υγεία μου είχε προσβληθή απεφάσισα/ να κάμω ολίγην νακοπήν, προς τούτο δε ήλθον/ εις παράλιον εξοχήν Southend-on-Sea… Θα διατρίψω 15 ημέρας,/ ελπίζω δε να ωφεληθώ εκ του θαλασσίου αέρος/ και των λουτρών»,[19] «…η υ-/γεία μου δια της αυστηράς διαίτης προβαίνει διατηρουμένη κατ’ ευχήν».[20]

Στις 20/04/1895 σε μια εκ των επιστολών του πληροφορεί το θείο του ότι είχε προσβληθεί τόσο εκείνος όσο και οι μικρές του κόρες από την επιδημία ινφλουέντσας που είχε τότε επιπέσει στην Ευρώπη:

«Η τελευταία επιδημία της ινφλου-/έντσας μας προσέβαλεν όλους, ιδία δ’ εμέ και τα τεκνία και έσχομαι μακράς και αγρύπνους φροντίδας».[21]

Στα 1899, επιστρέφοντας και πάλι στο Πανεπιστήμιο του Αγίου Ανδρέα, εκφράζει στον θείο του τους φόβους και την αβεβαιότητά του για το τι μέλει γενέσθαι:

«Έφθασα αισίως ενταύθα… αισθάνομαι/δ’ εμαυτόν καλά και ελπίζω η βελτίω-/σις της υγείας μου να εξακολουθήση./ Το ψύχος μόνον του επικειμένου/ χειμώνος με τρομάζει, αλλ’ έχω/ σκοπόν να φορέσω βαρείας φανέλλας».[22]

Στα 1900 η υγεία του θα επιδεινωθεί κάπως, πράγμα που θα τον κάνει να ανησυχήσει:

«…δόξα τω παν-/τοδυνάμω Θεώ η υγεία μου εβελτιώθη/ επαισθητώς πάρα πάντας τους φόβους των/ ιατρών. Η βελτίωσις αύτη οφείλεται/ πρωτίστως ει μη αποκλειστικώς εις την/ αποχήν από πάσης διανοητικής εργασίας,/ την αποφυγήν, ως οίον τε, πάσης ηθικής/ ταραχής, την αυστηράν τήρησιν ωρισμέ-/νης διαίτης και την τακτικήν εν τω καθαρώ/ αέρι κίνησιν και άσκησιν. Άνευ τούτων/ αμφιβάλλω αν θα ήμην εν τοις ζώσι σή-/μερον. Εάν η κατάστασις αύτη δεν υποστή/ απροδόκητον δείνωσιν, άρχομαι να ελπίζω/ ότι ο κίνδυνος απεσοβήθη».[23]

Το Σεπτέμβριο του 1901, πριν επιστρέψει στο Πανεπιστήμιο του Αγίου Ανδρέα, σταμάτησε για 25 μέρες στην Αθήνα και γράφει προς το θείο του πόσο καλό έκανε στην υγεία του το κλίμα της:

«Μεταβάς εκ Χανίων εις Αθήνας/ διέτριψα εκεί επί 25 ημέρας από-λαύσας πλήρους υγείας και χαράς./ Το κλίμα με ωφέλησε τα μέγιστα/ εν τε Κρήτη και Ελλάδι, έκτοτε/ δε ευρωστώ κατά πάντα, και ελπίζω να διέλθω τον χιμώνα (sic), τοσούτον άγριον εν-/ταύθα, εν πλήρει υγεία».[24]

Τον Απρίλιο του 1902, ένα χρόνο πριν παραιτηθεί από τα καθηγητικά του καθήκοντα, με τη λήξη των παραδόσεών του κατά τη χειμερινή περίοδο, αισθάνεται την ανάγκη να ξεκουραστεί πνευματικά και σχεδιάζει να κατέλθει στο Λονδίνο:

«Δόξα τω Υψίστω, διήλθον τον/ χιμώνα (sic) υγιαίνων υγείαν πλήρη, εξαι-/ρουμένων μικρών τινων παροδικών αδιαθεσιών και κρυολογημάτων./ Τα νυν ληξάσης της χειμερινής περι-/όδου των παραδόσεων αισθάνομαι την/ ανάγκην διανοητικής αναπαύσεως».[25]

 

 

Ο Γιάνναρης με την επίσημη στολή του Πανεπιστημίου του Αγίου Ανδρέα στο εξώφυλλο του περιοδικού του Παγκρήτιου Δημοδιδασκαλικού Συλλόγου που ήταν αφιερωμένο στη μνήμη του ως Γενικού Επιθεωρητή της Παιδείας

 

 

H πρώτη Έδρα για μια αδιάσπαστη Ελληνική γλώσσα

 

Στις 14/26 Οκτωβρίου 1889 ο Γιάνναρης βρίσκεται εγκατεστημένος στο Λονδίνο, στην οδό 18 Bedford place, Russell square, απ’ όπου στέλνει επιστολή στο θείο του στην Αθήνα, λέγοντας του ότι δεν θα επανέλθει στην Ελλάδα εκτός εάν του παρουσιαστεί κάποια ευνοϊκή ευκαιρία και ότι φροντίζει για την έκδοση του Ερωτοκρίτου.[26] Και ως εκ θαύματος, το 1890 του παρουσιάζεται η ευκαιρία που ζητούσε και έτσι επιστρέφει στην Αθήνα, όπου διορίζεται υφηγητής της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο, υποβάλλοντας τη διατριβή του για τον Ερωτόκριτο, αντί για την κριτική έκδοση του έργου που όλοι περίμεναν.[27] Τον Γιάνναρη, ωστόσο, δεν άργησε να τον απογοητεύσει η Αθήνα και οι εκεί ακαδημαϊκοί κύκλοι. Ένιωθε ότι περισσότερο τον εκτιμούσαν στο εξωτερικό, απ’ ότι οι συμπατριώτες του Έλληνες:

«…ουδεμίαν/ συμπάθειαν αισθάνομαι προς τον Αθη-/ναϊκόν βίον όσον ευγλώτως και αν/ προσπαθής {να: supra lineam}εκθειάσης τας αρετάς του επί/ το πατριωτικώτερον. Αι Αθήναι δύνανται/ να ώσι το άκρον άωτον ευδαιμονίας δι’ ό-/σους αδυνατούσιν, είτε λόγω στενωτέρων/ γνώσεων είτε λόγω άλλης ανικανότητος, να/ ζήσωσιν αλλαχού. Το κατ’ εμέ δόξα τω/ θεώ πάσα Ευρωπαϊκή και πεπολιτισμένη/ χώρα παρέχει μοι τας αυτάς ευκολίας,/ ίσως δε ουδεμίαν υπερβολήν εκφράζω/ ισχυριζόμενος ότι περισσότερον ωφελού-/μαι και εκτιμώμαι εν τη αλλοδαπή ή/ εν τη πατρίδι, ήτις μόνον πικρίας ποτή-/ρια με επότισεν μέχρι τούδε».[28]

Ο Γιάνναρης γυρίζει στην Αγγλία για να μελετήσει και να δημοσιεύσει άλλες πραγματείες του, εργαζόμενος πάντοτε στη Βιβλιοθήκη του Βρετανικού Μουσείου. Στις 20 Νοεμβρίου του 1890 σημείωνε σχετικά: «Η καθημερινή μου ενασχόλησις/ είνε εν τω Βρεταννικώ Μουσείω ένθα/ ευρίσκω όλα τα βοηθήματα προς/ συγγραφήν».[29] Δεκαέξι χρόνια αργότερα, όπως αποκαλύπτει σε μεταγενέστερο έγγραφό του –την αίτησή του «Προς το σεβαστόν Προεδρείον της των Κρητών Βουλής», γραμμένη στις 20 Νοεμβρίου 1906, τότε που ζει και εργάζεται στην Κρήτη– αναφερόμενος στην χρονική περίοδο που εργαζόταν στη Βιβλιοθήκη του Μουσείου, μας επιβεβαιώνει ότι καταγίνονταν συστηματικά με τη συλλογή υλικού για τη συγγραφή μιας Ιστορίας της Ελληνικής γλώσσης:

«…ενέκυψα, εν Αγγλία/ ευρισκόμενος, εις την μελέτην Ιστορίας/ της Ελληνικής γλώσσης. Και ήρχισα συν-/τόνως μελετών εν τη πλουσιωτάτη Βιβλι-/οθήκη του Βρεταννικού Μουσείου τα/ Ελληνικά κείμενα (αρχαία τε και Βυ-/ζαντιακά) και τας επιγραφάς και τους/ παπύρους και πάσας τας άλλας πηγάς,/ απεκόμισα δ’ ούτω πλουσίαν ύλην προς/ συγγραφήν Ιστορίας της Ελληνικής γλώσ-/σης από της γεραιάς αρχαιότητος μέχρι/ σήμερον».[30]

Τον Ιούλιο του 1896 ο Γιάνναρης εγκατεστημένος αυτή τη φορά σε ένα οίκημα επί της οδού Merodelia, Grafton Road, Acton, συντάσσει ένα σύντομο βιογραφικό σημείωμα (4 σελίδων) που το στέλνει (Sept. 14, 1896) στο Πανεπιστήμιο της Σκωτίας και στον Πρύτανη του St. Andrews, Καθηγητή James Donaldson, για να καταλάβει την Έδρα των Νέων Ελληνικών [Lecturer on Post-Classical and Modern Greek/ της Μεταγενέστερης και Νέας Ελληνικής] που μόλις τότε είχε ιδρυθεί. Στο σύντομο αυτό βιογραφικό του σημείωμα (που μοιάζει περισσότερο με σχέδιο) μας δίδει σύντομες πληροφορίες για την καταγωγή του, την ηλικία του (τότε ήταν 44 ετών), την οικογενειακή του κατάσταση, τις σπουδές του (εγκύκλιες, πανεπιστημιακές και διδακτορικές), την διδακτική εμπειρία του, και κλείνει με όσους μπορούσαν να δώσουν συστάσεις γι’ αυτόν. Ολόκληρο το σχέδιο έχει ως εξής:

«Merodelia, Grafton Road, Acton W.

Sept. 14, 1896

Sir,

Having been informed that the/ University Court contemplates to/ institute a chair of modern Greek,/ I beg to offer myself as candidate/ for the chair./ I. Personal {corr. ex Private} information. I am a born/ Greek –a native of the island of/ Crete – 44 years of age. I was/ educated at Athens (Gymnasium and/ university), whence I went to Germany/ and after five year’ studies gradu-/ated there in 1880. Having returned/ home I became headmaster of the gymnasium/ of Canea and held that post until/ 1884 (corr. ex 1885), when financial difficulties/ led to the abolition of the upper/ classes. I then accepted service as/ confidential clerk of the British/ Consulate in Crete until 1887,/ when I went over to Athens and/ became privat docent of the Greek/ language and literature at the/ national university of Greece. In/ 1889 I was called back to Crete/ to serve the cause of {the: del.} then/ insurrection, and after its infurtu-/nate (sic) issue I came to London where/ I have been ever since engaged in/ literary work in the British Mu-/seum. – I am married and have/ two children./ II Qualifications. I am a graduate/ –Ph. D. (Dr. Phil.) –of the Marburg/ university, Germany. I have taught/ Greek in Crete as headmaster (γυ-/μνασιάρχης) and hold after the/ title of privat docent at the/ Athens university. I am also the/ author of a number of works of/ which I beg to append a list. –I/ speak and write English, {German and: supra lineam} French {and/ German: del.}. III References. {may be obtained: del.}/ From His Excellency Mr. I. Genna-/dius, late minister of Greece in/ London, {and now residing at: del.}/ (21 Hyde Park Place, London), W. {Would, I think, be ready to give the necessary/ information with regard to myself: inter lineas 4-5}/ I am, Sir, your obedient/ servant,/ (Dr.) A. N. Jannaris./ To Prof. James Donaldson, LL.D.,/ Principal of the University,/ St. Andrews».[31]

Όπως προκύπτει και από σχέδιο αυτό, ο Γιάνναρης προτάθηκε στη θέση αυτή από τον τότε Πρέσβη της Ελλάδας στο Λονδίνο, Ιωάννη Γεννάδιο.[32] Από το αρχειακό υλικό μαθαίνουμε ότι η θέση αυτή ανανεωνόταν κάθε χρόνο και ότι ο μισθός του κατόχου της αρχικά χορηγούνταν από τον Ιωάννη τον 3ο Μαρκήσιο του Bute (John Patrick Crichton-Stuart, 3rd Marquess of Bute) και στη συνέχεια από το γιό του, μέχρι το 1903, οπότε με την αποβίωση του Μαρκήσιου σταμάτησε και η χρηματοδότηση της Έδρας.  Μάλιστα στο Αρχείο Γιάνναρη βρέθηκε σχέδιο επιστολής προς τον ίδιο τον Μαρκήσιο, στην οποία τον ενημερώνει σχετικά με την ενέργειά του αυτή να στείλει το βιογραφικό του στο Πανεπιστήμιο:

 

«{To the Marquess of Bute (?): del. et add. sigmum interrogationis}

My Lord,

His Excellency Mr. Gennadius inform me/ privately that thanks to Your  Lordship’s efforts, the/ Council of the University of St. Andrews is contem-/plating to found  a chair for the modern Greek/ language. Mr. Gennadius then most kindly ad-/vises me to apply for the chair.

I have just written to the Principal Dr./ Donaldson on the subject, and now having reason/ to believe that Your Lordship  takes an interest also/ in the personal qualifications of the applicants,/ I beg leave to enclose, for Your Lordship’s in-/formation, copy of the paper addressed by me/ to the Principal.

I have the honour to be, My Lord,/ with the highest respect,

Your Lordship’s

Most obedient

Amiable servant

A.J.

To the Marquess of Bute ,

K.T.

St. John’s Lodge

Regents Park N.W.»[33].

John Patrick Crichton-Stuart, 3rd Marquess of Bute

 

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφέρουμε ότι ο Ιωάννης, 3ος Μαρκήσιος του Bute (1847-1900), ήταν από τους πλουσιότερους ανθρώπους στην Βρετανία την περίοδο αυτή και μια προσωπικότητα που διέθετε ευρεία παιδεία σε θέματα ελληνικού πολιτισμού και γλώσσας. Το ενδιαφέρον του αυτό θα πρέπει να πούμε ότι δεν περιοριζόταν μόνο στην περίοδο της ελληνικής αρχαιότητας, αλλά αφορούσε όλες τις περιόδους πολιτιστικής παραγωγής και δημιουργίας. Και αυτό ήταν πολύ σημαντικό, γιατί αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα στην δημιουργία της πρώτης Έδρας Νεοελληνικής Γλώσσας στο εξωτερικό. Τότε η γλώσσα αποτελούσε το συνδετικό κρίκο που ένωνε τις Κλασικές με τις Βυζαντινές και τις Νεοελληνικές Σπουδές, κάτι που σήμερα φαίνεται να έχει υποχωρήσει. Μάλιστα, η άποψη αυτή εντασσόταν στο πλαίσιο της γενικότερης αντίληψης που επικρατούσε στο τέλος του 19ου αιώνα περί μη ριζικής διάκρισης μεταξύ παρελθόντος-παρόντος. Ήταν ευρέως διαδεδομένη η πεποίθηση ότι για να ερμηνεύσει κανείς τη γένεση ενός φαινομένου έπρεπε π.χ. να ξεκινήσει από το παρόν και να προχωρήσει στο παρελθόν (οπισθοχωρητική προσέγγιση).[34] Ο Μαρκήσιος, λοιπόν, αντιμετώπισε την αρχαία, μεσαιωνική και νεότερη Ελληνική ιστορία και γλώσσα ως ένα ενιαίο και αδιάσπαστο όλο, γι’ αυτό και αφιέρωσε τη ζωή του στην διατήρηση και προώθηση του Ελληνικού πολιτισμού, γι’ αυτό και με δική του πρωτοβουλία ιδρύθηκε η Έδρα με αντικείμενο την Μετακλασική και Νεότερη Ελληνική στο Πανεπιστήμιο του Αγίου Ανδρέα, όπου ο ίδιος είχε διατελέσει και Πρύτανης.[35]

Κάτοχος, λοιπόν, της πρώτης αυτής Έδρας των Νέων Ελληνικών σε Βρετανικό Πανεπιστήμιο για μια ολόκληρη επταετία, υπήρξε ο Αντώνιος Γιάνναρης.[36] Βέβαια, πρωτοπόρος στον τομέα της μελέτης των Νέων Ελληνικών στην Αγγλία ήταν ο Ελληνιστής J. Blackie, ο οποίος μεταξύ των ετών 1852 και 1882, ήταν καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, μιας πόλης της οποίας η ισχυρή πνευματική παράδοση και η επιβολή της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής την έκανε να κερδίσει τον τίτλο της «Αθήνας του Βορρά».

Ο Blackie υπήρξε θερμός υποστηρικτής της συνοχής της Ελληνικής γλώσσας. Προέτρεπε τους σπουδαστές του στο μάθημα των Ελληνικών να μελετούν μαζί με τα αρχαία και τα νέα Ελληνικά. Παραπονιόταν, ωστόσο, γιατί οι φοιτητές που αποφοιτούσαν από τα Βρετανικά Πανεπιστήμια μετά από αρκετά χρόνια μελέτης της Ελληνικής Γραμματικής, διαπίστωνε ότι ήταν ανίκανοι να παρακολουθήσουν ακόμη και την πιο στοιχειώδη, καθημερινή, συνομιλία με σύγχρονους Έλληνες.

Στην εναρκτήρια διάλεξή του δεν δίσταζε να παρακινεί χαρακτηριστικά τους ακροατές του «to have respect for Marathon, but remember also Messolonghi».[37] Αυτός ο ad profundis, θα έλεγα, ελληνισμός ή «εξελληνισμός» του Blackie, ως αφετηρία, δεν έχει, τουλάχιστον σε μια πρώτη προσέγγισή του, την παλαιότερη ευρωπαϊκή πρόσληψη της ελληνικής αρχαιότητας. Στις θέσεις του αυτές θα μπορούσε να δει κανείς και ένα ενδιαφέρον θέμα για την ιστορία των Νεοελληνικών Τμημάτων ή των Τάξεων στη Μεγάλη Βρετανία που δεν είναι όμως της παρούσης στιγμής να το απαντήσουμε και για το οποίο χρειάζεται συστηματική έρευνα. Το σίγουρο είναι ότι υπήρχε μια «σταθερή πελατεία» που παρακολουθούσε τα μαθήματά του αυτά. Ποια όμως ήταν η σύνθεσή της; Έλληνες ή ξένοι εγγράφονταν στον κύκλο των μαθημάτων του; κ.ο.κ.

Εμποτισμένος με τις ίδιες ακριβώς αντιλήψεις και ο Γιάνναρης, και παραμένοντας σταθερός σ’ αυτές ακόμα και στα 1906, τότε που ζητούσε από την Κρητική Βουλή να του εκτυπώσει δημοσία δαπάνη την Ιστορία της Ελληνικής γλώσσας του, υπογραμμίζει:

«Όπως εν εκάστη επιστήμη εκείνος είνε/ κάτοχος του θέματος όστις γνωρίζει και την/ ιστορίαν αυτού, ούτω και εν πάση γλώσση εκεί-/νος αληθώς κατέχει αυτήν όστις γινώσκει/ και την ιστορικήν αυτής εξέλιξιν. Η αλήθεια/ αύτη ισχύει μάλιστα περί της Ελληνικής/ γλώσσης ήτις έχει τρισχιλιετή βίον, και/ όμως οι τε αλλοδαποί και ημεδαποί παίδες/ διδάσκονται μίαν μόνην στενήν αυτής πε-/ρίοδον, την λεγομένην κλασικήν ήτις/ περιορίζεται εις 150 περίπου έτη (από 500-/350 π.Χ.), ωσεί μετά του θανάτου του/ Δημοσθένους είχε συναποθάνη και η Ελλη-/νική γλώσσα, οιονεί μέλανος καταπετάσματος/ πεσόντος επί το ελληνικόν έδαφος/…».[38]

Στο ίδιο ακριβώς ιδεολογικό πλαίσιο κινείται και ένα memorandum που συνέταξε ο Γιάνναρης, αμέσως μόλις εξελέγη υφηγητής στο Πανεπιστήμιο του Αγίου Ανδρέα. Στο υπόμνημα αυτό μπορούμε να διαπιστώσουμε ακόμα μια φορά το πόσο κοντά βρισκόταν ο Γιάνναρης στις θέσεις περί αδιάσπαστης συνέχειας και εξέλιξης της Ελληνικής, τις οποίες εξέφρασαν πριν από αυτόν ο Blackie  και ο Μαρκήσιος του Bute, και να εννοήσουμε ότι μέσα σ’ αυτό το συγκείμενο η Ελληνική γλώσσα, χειριζόμενη με τον τρόπο της το μεγάλο ιστορικό της εκτόπισμα παρά το μικρό γεωγραφικό της διαμέτρημα, μπορούσε να διαδραματίσει ιστορικά έναν ιδιαίτερο ρόλο τόσο στα Βαλκάνια όσο και στην Εγγύς Ανατολή:

«(Σφραγίδα: University of St. Andrews)

Memorandum on the practical utility of Modern Greek, viewed mainly as a Commercial Language.

 

Travellers (sic) who have visited Greece and the near East either for pleasure and instruction or for commercial purposes, and British residents in those countries, will corroborate my statement when I say that the paramount language current in all those lands, that is—apart from Greece properin Egypt and the whole area of Turkey (comprising Syria and Asia Minor almost as far as Mesopotamia, and Armenia, the Black Sea, Thrace, Macedonia, Epirus, and the Mediterranean Islands), is Modern Greek, and that, in the absence of all commercial spirit and enterprise among the Turkish populations, the bulk of the trade is practically in the hands of Greeks, who like, just as Britons do, to deal in their own language, and who, moreover, are not competing manufacturers, as is the case with the German, French, and other nations, but simply customers as purchasers and producers. I may also add that as Turkey is the par excellence conutry {lege: country} for the Consular and Diplomatic career, it becomes obvious that no Consular Officer or Diplomatic Representative of H.B.M. in those countries can well afford to dispense with Modern Greek.

Realising this international importance of Modern Greek in political and commercial matters of South-eastern Europe and the near East, the continental nationsGermany, Austria, France, Italy, Switzerland, Holland, Russia—have long since established special chairs of Modem Greek in their Universities, Commercial Colleges, and Oriental Seminaries, so that Modern Greek is now regularly taught in Berlin and Munich (also in Freiburg), Vienna, Buda Pest, Geneva, Home, Leyden, St. Petersburg, and Odessa.

Of the results already obtained through this foresight and enterprise by the continental nations to the serious detriment o£ the British interests, the annual reports of H.B.M’s. Consular Agents, issued in the Blue Book, bear ample and unpleasant record. I can myself, as a  former Consular Officer in Crete, bear painful testimony to that effect from experience when I had to witness and report the gradual decrease and retreat o£ British trade before that of enterprising foreign nations who understood both the speech and the ways of the natives.

As I understand that Mr. Carnegie’s magnanimous gift to the Scottish Universities has for one of its primary objects the encouragement and promotion of the study of foreign languages, I avail myself of the occasion to invite attention to the importance of Modern Greek, and ask for more adequate and substantial support of its study, not only for its own sake as a modern language, not only as a language of exceptional historic interest, but chiefly as an efficient means of furthering the commercial and political interests of Great Britain in Egypt, Turkey, and Greece. To this end I would suggest (1) the foundation of a permanent and adequately endowed chair or lectureship on a level with the other subjects; and (2) the supply of a class-room and a proper library of which my struggling students are in sorrowful need.

 

A. N. JANNARIS, M.A., Ph.D.,

Lecturer in Post-Classical and Modern Greek».[39]

 

Ο Γιάνναρης (δεύτερος αριστερά από τους καθήμενους) με συναδέλφους του στο Πανεπιστήμιο του Αγίου Ανδρέα

 

 

Όπως προκύπτει από το υπόμνημα αυτό του Γιάνναρη, τα πανεπιστημιακά προγράμματα Νεοελληνικών Σπουδών στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα φαίνεται ότι παρουσίαζαν αξιόλογο και σταθερό έργο, ανταποκρινόμενο στις ανάγκες και προτεραιότητες των Πανεπιστημίων, που κατά καιρούς ίδρυαν Έδρες Ελληνικών Σπουδών και για ορισμένη χρονική περίοδο. Φυσικά, οι Ελληνικές Σπουδές ανθούσαν κυρίως σε Πανεπιστήμια των χωρών εκείνων, που αποτελούσαν παραδοσιακά το προπύργιο των ουμανιστικών σπουδών. Ο Γιάνναρης, θέλοντας να εξασφαλίσει συνέχεια στην καλλιέργεια της Ελληνικής στο εξωτερικό, με το υπόμνημά του αυτό προτείνει πλαίσια και δράσεις. Είναι αληθινά εντυπωσιακή η επιχειρηματολογία του: η Ελληνική είναι μια σύγχρονη γλώσσα, όχι μόνο ως γλώσσα με εξαιρετικό ιστορικό ενδιαφέρον, αλλά κυρίως ως ένα αποτελεσματικό μέσο που θα διεύρυνε τα εμπορικά και πολιτικά συμφέροντα της Μεγάλης Βρετανίας στην Αίγυπτο, την Τουρκία και την Ελλάδα. Αυτό θα τις προσέδιδε μεγάλο κύρος και θα αύξανε και τον αριθμό των Εδρών. «Πρεσβευτές», λοιπόν, της Ελληνικής θα ήταν κατά τον Γιάνναρη και όλοι εκείνοι που θα ανακάλυπταν και άλλη μία σοβαρή διάσταση στη χρήση της, την εμπορική της αξία και χρηστικότητα.

Για να εννοήσουμε ακόμα περισσότερο τις θέσεις, που συνιστούσαν ουσιαστικά «αντι-θέσεις» στην μέχρι τότε περί ελληνικής γλώσσας αντίληψη του Μαρκησίου, του Blackie και του Γιάνναρη, αυτής της σημαντικής για τα ελληνικά γλωσσικά δρώμενα τριανδρίας, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι στις αρχές του 20ου αιώνα –σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε προηγουμένως–η γλωσσολογία δεν ενδιαφέρονταν πλέον τόσο για τη μελέτη της προέλευσης ή της ιστορικής εξέλιξης των γλωσσών, αλλά έδιδε έμφαση στην περιγραφή τους σε ορισμένο χρόνο. Αυτή η άποψη γρήγορα, όμως, άλλαξε και επικράτησε η αντίληψη συνδυασμού συγχρονίας και διαχρονίας στην προσέγγιση της γλώσσας[40], της αδιάσπαστης συνέχειας και πορείας της, στοιχείο, άλλωστε, που υπερασπίστηκε με πάθος και ο Γιάνναρης και αποτέλεσε προφανή raison d’ être της Έδρας που κατέλαβε και όλης της δουλειάς του στο Βρετανικό Μουσείο.

Τόσο στον πρόλογο της Ιστορικής Γραμματικής του, όσο και στην Νέα Ελληνική Γραμματική του για σχολική χρήση,[41] ο Γιάνναρης κατακρίνει ως αντιπαιδαγωγικές και αντιεπιστημονικές όλες τις προσπάθειες εκείνες που δεν παρουσίαζαν τον ενιαίο και αδιάσπαστο χαρακτήρα της Ελληνικής γλώσσας:

«Through the Greek language in its classical period has been, ever since ancient times, a field of almost constant research and study, so that the grammars and treatises written on the sub­ject, if merely catalogued, would fill up many bulky volumes, an ‘historical’ grammar, tracing in a connected manner the life of the Greek language from classical antiquity to the present time, has not been written nor even seriously attempted as yet…It is true that considerable interest has of late been awakened in ‘post-classical’, Byzantine, and even modern Greek, and that a number of valuable articles and treatises have appeared on special points ; but the history of Greek remains still unwritten, and cannot be written without a previous thorough knowledge of popular Byzantine or, which amounts to nearly the same, of Neohellenic speech…I have ventured to undertake such an essay, and having devoted to it more than five whole years, now lay before my readers the fruits of my arduous and unremitting labourssince the entire Greek language from its ‘classical’ period down to the present time forms an unbroken continuation of classical Attic, the scope of my research still remains wide, covering as it does the whole range from classical antiquity to the present time, and thus includes modern Greek…I have considered or rather laid under large contribution popular Neohellenic speech, first because it constitutes a lineal and unbroken continuation of classical Greek, preserving all the fundamental features of ancient grammar, in its wide sense, and thus throwing much light upon many problems and in­numerable details of classical Greek ; next because... modern Greek with its actual data forms a sure basis for scientific or critical research; finally, because this often mis­judged language proves to be the oldest living tongue, and thus deserves far more consideration than any… tongue…I have therefore made no preferential distinc­tion among classical, post-classical, Greco-Roman, Byzantine, and Neohellenic forms of the language, but throughout con­sidered it in its unbroken continuity, where every single stage or form is entitled to the same regard and appreciation, whether it marks, in the literature, a stage of growth or decay… This method was, moreover, the only practicable one in a work professing to give a synoptical and connected history of the language, for it thus brings out in a clearer relief the traits and relations of its various stages and vicissitudes. Besides it will be found that in numerous cases classical Greek receives new light from its post-classical and even modern phases».[42]

Ανάλογα είναι και τα όσα αναφέρει και στον πρόλογο της σχολικής του γραμματικής:

«απεδεξάμην δε βάσιν τε και μέθοδον και ύλην διάφορον της τέως πεπατημένης… αι εν τοις δημοτικοίς σχολείοις κυκλούμεναι Γραμματικαί… αντιγράφουσι ή άλλως τηρούσι το μέρος το εκ της αρχαίας ή κλασσικής γλώσσης επιζών… παρορώσι δε αδικαιολογήτως ως ανύπαρκτα τα πολυάριθμα εκείνα νεώτερα στοιχεία, άτινα η γλώσσα αντεισήγαγε και καθιέρωσεν εν τω γραπτώ ημών λόγω».[43]

Ακλόνητη, λοιπόν, θέση του αποτέλεσε η διαχρονική μελέτη των γλωσσών που διέθεταν μακρά παράδοση και έντονη πολιτισμική παρουσία και δράση, όπως η Ελληνική. Για τον Γιάνναρη και τον κύκλο του Ελληνικά δεν ήταν μόνο τα αρχαία, αλλά και η γλώσσα που μιλούσαν και έγραφαν στο Βυζάντιο, η γλώσσα των Ευαγγελίων και η ομιλουμένη. Η οικουμενικότητα της Ελληνικής και ο ενιαίος χαρακτήρας της, η «όλη ελληνική γλώσσα» που έλεγε και ο Χατζηδάκης, τη Σχολή του οποίου φαίνεται να ακολουθούσε και ο Γιάνναρης,[44] της έδινε το αμέριστο δικαίωμα να καθιερωθεί για δεύτερη φορά (μετά την ελληνιστική περίοδο) ως γλώσσα διεθνή και μάλιστα στο χώρο της πολιτικής και του εμπορίου.

Ο Γιάνναρης στα γραπτά του προσπαθούσε να μιλήσει με επιχειρηματικούς όρους, όπως ήξερε ότι λειτουργούσαν τα Βρετανικά Πανεπιστήμια. Το κάθε Πανεπιστήμιο αποφάσιζε κυρίως με οικονομικά κριτήρια εάν ένα αντικείμενο σπουδών ήταν συμφέρον ή όχι, αν στρατολογούσε ικανό αριθμό φοιτητών, αν συμπορευόταν με τους στόχους και τις προτεραιότητες που είχε θέσει το ίδιο. Αυτό ήταν και καλό αλλά και κακό, αφού μπορούσε να προσλάβει κάποιον εν μία νυκτί, αλλά το ίδιο εύκολα μπορούσε και να τον αποπέμψει.[45] Γιαυτό ίσως και στο τέλος του υπομνήματός του προτείνει: «the foundation of a permanent and adequately endowed chair or lectureship on a level with the other subjects».  

 

Ο διορισμός, οι συνεργασίες και η παραίτηση του Γιάνναρη

 

Στις 12 Ιουλίου 1897 το Πανεπιστήμιο του Αγίου Ανδρέα ανακοινώνει επίσημα στον Γιάνναρη τον διορισμό του στην Έδρα της Μετακλασικής και Νεότερης Ελληνικής. Το επίσημο κείμενο έχει ως εξής:

«Dr. Jannaris

United College

St. Andrews 12th July 1897

University Court of St Andrews

Dear Sir,

I beg to inform you that at a/ Meeting held on 10th curt. the University Court of/ St. Andrews appointed you to be Lecturer on Post/ Classical & Modern Greek for this year & the next.

Yours faithfully

L. Grace».[46]

Μάλιστα, είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι τον επόμενο χρόνο, στις 24 Σεπτεμβρίου 1898, του ανανεώνεται η ανάθεση για μια ακόμα πενταετία:

«A. N. Jannaris

St. Andrews 24th Sept 1898

University Court of St Andrews

Dear Sir,

I beg to inform you that at/ a meeting of the University Court held/ on 22nd curt. I was resolved to/ reappoint you as Lecturer on Post/ Classical and Modern Greek for/ a further period of five years from 1st {δυσανάγνωστο}

The Marquess of Bute has/ generously undertaken to provide/ your salary.

Yours faithfully

L. Grace».[47]

Ο Γιάνναρης πραγματικά τίμησε τη θέση αυτή αλλά και τον άνθρωπο που τον είχε προτείνει, τον Ιωάννη Γεννάδιο. Παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε δεν έπαψε ποτέ να εργάζεται πυρετωδώς. Ήρθαν μάλιστα στιγμές που, όπως ήδη αναφέραμε, έγραφε στο θείο του ότι κινδύνεψε από την πνευματική κόπωση. Και επειδή δεν ολιγωρούσε ούτε στα γράμματα ούτε όμως και στα άρματα, χωρίς να αφήνει κατά μέρος το πατριωτικό του χρέος, όταν και όποτε το είχε ανάγκη η Κρήτη, κατέρχονταν από το εξωτερικό και πρόσφερε τις υπηρεσίες του. Έτσι και στα τέλη Μαΐου με μέσα Αυγούστου στον μεγάλο ξεσηκωμό του 1897, ο Γιάνναρης κατεβαίνει στην Κρήτη και επανέρχεται στη Σκωτία στα μέσα του Νοεμβρίου.

Ο Γιάνναρης ήταν ένας άοκνος ερευνητής που τον εκτιμούσαν συνάδελφοί του Ελληνιστές του ύψους του Gilbert Murray και του R. C. Jebb, καθηγητών τότε στο Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης, με τους οποίους αλληλογραφεί, όπως προκύπτει από επιστολές των τελευταίων που εντοπίστηκαν στο Αρχείο Γιάνναρη. Με τον δεύτερο μάλιστα είχε εκτενή συζήτηση καθαρά φιλολογικού περιεχομένου και, όπως διαπιστώνουμε, ο ένας όχι μόνο εκτιμά τον άλλον αλλά διατυπώνει ελεύθερα τις κρίσεις τους γύρω από ποικίλα παλαιογραφικά και σημασιολογικά ζητήματα που τότε απασχολούσαν έντονα τον Jebb (αν δεχτούμε και το σχόλιο του περιοδικού Classical Review: «he has made Sophocles his own as Munro made Lucretius his own»[48]), λίγο πριν επανεκδώσει την τραγωδία του Σοφοκλή «Αντιγόνη»:[49]

«The Athenaeum,

Pall Mall. S. W.

Dec. 15. 1899

Dear Prof. Jannaris

I am much obliged/ to you for sending me your/ notes on the opening lines/ of the ‘Antigone’. Your/ division of verse 2 between/ the two speakers (ΙΣ. Ό,τι;)/ is very ingenious; the only/ misgiving I feel is whether/ it is not too abrupt for/ the opening  of “Sophoclean/ play, or at least for the/ very first lines. As to/ αίσης άτερ in 5, it is, no/ doubt, quite conceivable/ from a palaeographical (sic)/ point of view. But I do/ not quite see how αυτ’/ αίσης άτερ could express the/ idea of exceptional calamity./ It is rather different from/ υπέρ (or παρ) αίσαν.

In verse 6 (οποίον συ) you/ have overlooked the necessity/ of an iambus in the sixth/ place of the trimeter. And in v. 10 the spondee in the/ fourth place, which is/ created by εισακούσασή/ (instead of εισήκουσας) is/ metrically inadmissible.

I congratulate you/ on the reception which/ has justly been recorded/ for your Greek Grammar.

Yours sincerely,

R. C. Jebb[50]

 

Οι επιστολές (δακτυλογραφημένες) που απέστειλε ο Murray στον Γιάνναρη ήταν οι ακόλουθες:

Η πρώτη:

« March 3 1899. (Σφραγίδα του Πανεπιστημίου της Γλασκόβης: Glasgow University)

Dear Dr Jannaris,

Mr Macdonald will have told you that I have just had a rather serious illness which prevents my coming to your lecture to-night. It is a very great disappointment to me in several ways. I had looked forward to having the pleasure of having you as my guest here; and I had been anxious, ever since reading your most remarkable book, to make the acquaintance of a scholar of such very wide learning. I am most particularly sorry to have to miss so completely the advantage of your visit to Glasgow.

Yours very truly,

Gilbert Murray».[51]

 

Και η δεύτερη:

«Barford, Churt, Farnham. Σφραγίδα του Πανεπιστημίου της Γλασκόβης (Glasgow University)

Oct 26 1900

Dear Dr Jannaris,

I have written at once to Mr Copeland. Of course my recommendation cannot be of the strongest sort, since I cannot speak of your teaching powers or indeed of anything except yours writings. Of these, however, I have expressed my sincere admiration.

I do not know Mr Copeland personally, unless indeed he is a Copeland whom I was at school with in Australia.

I was nearly writing to you a short time ago, to ask you to correct some Cretan sentences in a thing I was writing. Perhaps I may be allowed to do so later, when I know more exactly what I want.

Yours sincerely,

Gilbert Murray».[52]

 

Ο Γιάνναρης από το Πανεπιστήμιο του Αγίου Ανδρέα τον Σεπτέμβριο του 1901 πληροφορεί τον θείο του για μια επικείμενη κριτική έκδοση ενός άλλου, σημαντικού, όπως λέει, έργου, που φαίνεται να το είχε σχεδόν ολοκληρώσει (άνω των 400 σελίδων), του «Κατά Ιωάννην Ευαγγελίου» (στα Ελληνικά και Αγγλικά) και το οποίο επιθυμούσε να αφιερώσει στον Ύπατο Αρμοστή της Κρήτης, πρίγκιπα Γεώργιο.[53] Ένα χρόνο μετά, αγωνιώντας για το μέλλον της θέσης αυτής ο Γιάνναρης, στις 14 Απριλίου του 1902 από το St. Andrews γράφει ξανά στο θείο του και του ζητά να ενεργήσει προς τον Ύπατο Αρμοστή, ώστε να απονεμηθεί στον λόρδο Bute, γιο του ιδρυτή της πανεπιστημιακής Έδρας που κατείχε, παράσημο της Κρητικής Πολιτείας επί τη επετείω της ενηλικιώσεώς του:

«St. Andrews, N.B.

Τη 14 Απριλίου 1902

Σεβαστέ μοι Θείε,

Αιτούμαι σε συγγνώμην επειδή/ δεν σοι απεκρίθην ταχύτερον, αλλ’ η βρα-/δύτης προήλθεν εκ των πολλών περισπα-/σμών του έργου μου, ουδαμώς δε συνε-/πάγεται λήθην ή αδιαφορίαν.

Δόξα τω Υψίστω, διήλθον τον/ χιμώνα (sic) υγιαίνων υγείαν πλήρη, εξαι-/ ρουμένων μικρών τινων παροδικών/ αδιαθεσιών και κρυολογημάτων.

Τα νυν ληξάσης της χειμερινής περι-/όδου των παραδόσεων αισθάνομαι την/ ανάγκην διανοητικής αναπαύσεως,/ διό και σκοπώ μεθ’ ημέρας τινάς να/ κατέλθω εις Λονδίνον ένθα θα πα-/ραμείνω χρόνον τινά (αόριστον το γε/ νυν), είτα δε θα κανονίσω την περαι-/τέρω πορείαν μου. Εάν μοι επέτρε-/πον τα οικονομικά μου, θα σας επεσκεπτόμην και το θέρος τούτο.

Το προς την Α.Β.Υ. αφιερούμενον βι-/βλίον μου δεν εξεδόθη ακόμη, ουχ/ ήττον σοι ευχαριστώ δια την άδειαν/ ην υπέρ εμού έλαβες. Όταν και πάλιν λάβης ακρόασιν παρακαλώ σε όπως καταθέσης το βαθύ σέβας και τας ευχαριστίας μου προς την Α.Β./Υ. επί τη ευνοία ταύτη.

 Συγχρόνως έρχομαι να ζητήσω και ετέραν χάριν εύκολον μεν δια την Α.Β.Υ. μέγιστα δε σημαίνουσαν/ δι εμέ. Ο ιδρύσας την Έδραν μου/ εν τω ώδε πανεπιστημίω λόρδος απέ-/θανε πέρυσιν πριν ή κατορθώσω να/ απονεμηθή αυτώ παράσημον Ελληνι-/κόν ή Κρητικόν. Επειδή δ’ ο διορισμός/ μου εγένετο προ ετών και η υπηρεσία/ μου απαιτεί προαγωγήν οικονομικήν/ είνε ανάγκη να γίνη διάβημά τι προς/ τούτο παρά τω υιώ του ιδρυτού. Ο/ νέος ούτος λόρδος Bute είνε εισέτι α-/νήλικος και διατελεί υπό κηδεμονίαν/ μέχρι της 5 Ιουνίου οπότε κατά τον/ νόμον κηρύσσεται ενήλικος και ανα-/λαμβάνει την διαχείρισιν της κολοσ-/σιαίας αυτού περιουσίας. Νομίζω λοι-/πόν επικαιροτάτην την ημέραν της/ ενηλικιώσεως του νέου τούτου λόρδου/ όπως δοθή αυτώ το Κρητικόν παρά-/σημον εφ’ η παρέχει υπηρεσία προς/ το Ελληνικόν έθνος η ιοκογένεια αυ-/του ήτις εκπροσωπείται υπ’ αυτού./ Νομίζω ότι ως αντιπρόσωπος κραταιάς/ οικογενείας παρασχούσης αληθείς υπη-/ρεσίας εις το έθνος δικαιούται κάλλι-/στα ευχαριστίας, η μόνη δ’ ευχαρι-/ στία ην δυνάμεθα και οφείλομεν να/ απονείμωμεν τω ευεργέτη τούτω έσται/ παράσημον ή τουλάχιστον ευχαριστή-/ριον υψηλόν, όπερ η Α.Β.Υ. δύναται/ να απονείμη αυτοπροσώπως ως προστά-/της εμού όντος Κρητός υπηκόου.

Σε παρακαλώ συμβουλεύθητι ιδιαι-/τέρως και εμπιστευτικώς αρμόδιόν τινα νομικόν είτα δε ενέργησον τα/ δέοντα. Ίσως ο κ. Εμμ. Ξηράς δύναται,/ μετά τινα μελέτην του ζητήματος, να/ σε οδηγήση. Αλλά προ παντός έχετε/ εν νω ότι το πράγμα ου μόνον σπουδαιότατον είνε δι’ εμέ αλλά και επείγει,/ καθ’ όσον ο χρόνος είνε βραχύς –η πέμπτη Ιουνίου.

Αιτούμαι σε συγγνώμην δια την/ νέαν ταύτην ενόχλησιν, απεκδεχόμενος/ δε ταχείαν απάντησιν μένω

ασπαζόμενός σε

Ο σος ανεψιός

Α. Ν. Γιάνναρης».[54]

Το 1902 φαίνεται πως ήταν μια δύσκολη χρονιά για το Πανεπιστήμιο του Αγίου Ανδρέα και ιδιαίτερα για τη διατήρηση της Έδρας των Νέων Ελληνικών. Ήδη έχουν αρχίσει να παρουσιάζονται κάποιοι κλυδωνισμοί, όπως μπορεί να καταλάβει κανείς από την σχετική αλληλογραφία. Το ίδιο το Πανεπιστήμιο με σειρά επιστολών του στις 17 Οκτωβρίου, 24 Νοεμβρίου και 1 Δεκεμβρίου 1902 ανακοινώνει ότι η τελική απόφαση για την συνέχιση ή μη της χρηματοδότησης της Έδρας εξαρτάται πλέον από τον γιο του Μαρκησίου του Bute, γιατί ο ίδιος ο Μαρκήσιος είχε αποβιώσει. Μαζί με τις επιστολές αυτές υπάρχει και μια άλλη από το Πανεπιστήμιο, στην οποία αναφέρεται ότι ο ίδιος ο Γιάνναρης ζήτησε με επιστολή του την παραίτησή του από την Έδρα:

Η πρώτη επιστολή:

«{Copy: in initio}

The University, St. Andrews,

17th October 1902.

Dear Sir,

In connection with our Modern Greek Lectureship which has been instituted in this University by the late Marquess of Bute, I am instructed to ask you kindly bring under the consideration of his son, the present Marquess of Bute, that as Dr. Jannaris’ last re-appointment to the said Lectureship ends with the current session, the University Court are desirous of being placed in a position to inform him whether he is to be re-appointed or not; the final decision resting upon his Lordship’s generosity. Another reason for bringing this matter before his Lordship is that students entering Dr. Jannaris’ class for the present session must have the certainty that there will be next year a senior class enabling them to graduate in the subject.

I do not know how far it would be legitimate to add that, though the University Court has been enabled, through the grants allocated by the Carnegie Trust for the purpose, to raise the salaries of the other Lecturers in the United College to £ 300 a year, it could not do so in the case of the Modern Greek Lecturer as he does not come within the scope of the Trust’s operations. I have thought it right to mention this fact, which places Dr. Jannaris in a serious disadvantage, in deference to his Lordship’s dignity and prestige, and in justice to Dr. Jannaris’ long services and distinguished (serv: del.) abilities.

Yours faithfully

(Signed) John E. Williams,

Secretary». [55]

 

Η δεύτερη:

«The University,

St. Andrews, N.B.

24th Nov. 1902.

Dear Dr. Jannaris,

As Lord Bute’s letter offering to continue the Modern Greek Lectureship for another year will be submitted to the University Court on Saturday next, I should be obliged if you would kindly inform me whether it is your intention to remain as Lecturer in Modern Greek for Session 1903-4.

Yours faithfully

Signed

Secretary.

{Dr. A.N. Jannaris: in fine}».[56]

 

Στο Αρχείο Γιάνναρη δεν εντοπίσαμε δυστυχώς την επιστολή της παραίτησής του Γιάνναρη, στοιχείο που θα μας βοηθούσε περισσότερο να καταλάβουμε τους ιδιαίτερους λόγους που τον οδήγησαν σ’ αυτή του την απόφαση. Υπάρχει μόνο η απάντηση του Πανεπιστημίου προς τον Γιάνναρη που αναφέρει ότι παραιτήθηκε, καθώς και η αναφορά του ίδιου στην 160η επιστολή που έστειλε προς τον θείο του, ενημερώνοντάς τον με ένα αίσθημα απογοήτευσης για την απόφασή του αυτή (και με την υπόμνηση ότι επιστρέφει στην Αθήνα  για να ξεκουραστεί πλέον):

 

Η επιστολή με τη μνεία στην παραίτηση του Γιάνναρη:

            «The University,

St. Andrews, N.B.

1st December 1902.

Dear Dr. Jannaris,

I submitted your letter of resignation of date 25th instant, and along with it a letter from Lord Bute offering to continue the payment of the salary attached to the Modern Greek Lectureship for another year, to a meeting of the University Court on Saturday.

I am directed to inform you that the Court, in accepting your resignation, resolved to record their appreciation of your distinguished abilities, and the eminently satisfactory manner in which you have performed the duties of the Lectureship, and to send a copy of your resignation to Lord Bute, with an expression of their grateful sense of his Lordship’s generosity, and their regret that you are unable to hold the Lectureship for another year.

I am also to intimate to you that the Court unanimously agreed to accede to your application for leave of absence.

I am, Yours very truly

Signed

Secretary

{Dr. A. N. Jannaris: in fine}».[57]

 

Και η 160η επιστολή του Γιάνναρη στο θείο του:

«Εν Λονδίνω τη 2/15 Μαΐου 1903

Σεβαστέ μοι θείε,

Δια πολλούς και ισχυρούς λόγους παρητή-/θην την καθηγεσίαν μου και επανέρχο-/μαι εις Αθήνας ένθα σκοπεύω να μείνω/ οριστικώς, επισκεπτόμενος συχνά την/ προσφιλή μοι Κρήτην. Έχω μάλιστα/ σκοπόν να διέλθω τον Ιούλιον και Αύγου-/στον μεθ’ υμών, διότι πέρυσιν ωφελήθην/ τα μέγιστα εκ της εν Κρήτη διαμονής/ μου και της αποχής από πάσης διανοητικής/ εργασίας. –Ελπίζω ότι και συ απολαύεις/ πλήρους υγείας και ευρωστίας.

Χθες συνήντησα το πρώτον τον ξανθόν/ εκείνον Άγγλον ανταποκριτήν μεθ’ ου ήλθα/ εις Αλικιανού το 1897 και σας ηύραμεν {εμείναμεν: del.} εις του/ φίλου Μανουσογιάννη. Με παρακάλεσε/ δε να σοι προσφέρω τους φιλικούς χαιρε-/τισμούς του.Ελπίζω να διεξήχθησαν αι εκλογαί/ εν τάξει και ευκοσμία. Αι Αγγλικαί/ εφημερίδες δεν γράφουν τίποτε περί/ Κρήτης, ώστε καγώ ουδέν γινώσκω, καθ’/ όσον επί τέσσαρας μήνας δεν είδα ελληνικήν εφημερίδα.

Υποθέτω ότι αι εν Ομαλώ φυτείαι/ σου ευδοκιμούσι κατ’ ευχήν.

Είμαι λίαν απηυδημένος εκ του/ διανοητικού καμάτου και ποθώ ανα-/παυσιν και πάλιν.

Ο υιός του Χρυσογιάννη Χρυσόστο-/μος ευρίσκεται εν τινι προαστείω του/ Λονδίνου σπουδάζων γαλακτοκομίαν.

Ασπάζομαί σε μετ’ αγάπης και

υικής στοργής ο ανεψιός σου

Α. Ν. Γιάνναρης».[58]

Εν τέλει, λοιπόν, ο Γιάνναρης δεν επιδίωξε, για τους δικούς του λόγους (μη σταθερότητα στην χρηματοδότηση της Έδρας σε συνδυασμό με όσα είχε προφανώς υποστηρίξει στο υπόμνημά του για την ίδρυση μιας μόνιμης και επαρκώς χρηματοδοτούμενης Έδρας ή μιας θέσης λέκτορα στο ίδιο επίπεδο με άλλα γνωστικά αντικείμενα) την περαιτέρω ανανέωση χρηματοδότησης της Έδρας που κατείχε κι έτσι θα επιστρέψει στα Χανιά το 1904, μετά από πολυετή παραμονή στο εξωτερικό (συμπεριλαμβανομένων και των σπουδών του).

 

Ένα ‘ requiem’ για τον Γιάνναρη

 

Η εφημερίδα «Η Ένωσις»[59] είχε χαιρετήσει διθυραμβικά την άφιξη του Γιάνναρη στα Χανιά. Στην Κρήτη έλαβε ενεργό μέρος στην πολιτική χωρίς όμως να διακόψει τις επιστημονικές ενασχολήσεις του. Επί της αρμοστείας του πρίγκιπα Γεωργίου υπήρξε από τους κύριους παράγοντες της αντιπολίτευσης και φυλακίσθηκε. Ως γνωστό, στις εκλογές της 7ης και 14ης Μαΐου του 1906 ήρθε σε ρήξη με τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Αυτό του κόστισε την μη εκλογή του ως αντιπροσώπου της χρονιάς αυτής. Στις εφημερίδες της εποχής αντηλλάγη τότε σκληρό κατηγορητήριο μεταξύ των δύο ανδρών[60].

Ο Γιάνναρης, όταν επέστρεψε και μετά την αντικατάσταση του Ύπατου Αρμοστή πρίγκιπα Γεωργίου από τον Αλέξανδρο Ζαΐμη, ανέλαβε, ως γνωστόν, για δύο χρόνια (1907-1909) Γενικός Επιθεωρητής Εκπαίδευσης  με το υπ’ αριθ. 462 Ηγεμονικό Διάταγμα.[61] Στη θέση αυτή εργάστηκε με ιδιαίτερο ζήλο για τον καταρτισμό ενός καλύτερου κατά την γνώμη του σχολικού συστήματος, το οποίο όμως δυστυχώς δεν μπόρεσε να δει υλοποιημένο[62].

Ο Γιάνναρης πέθανε από συγκοπή τον Απρίλιο του 1909 πάνω στο ατμόπλοιο, που τον μετέφερε από την Αγγλία προς την Αμερική (όπως ήδη αναφέρεται και σε λημματογραφήσεις του) για να παραλάβει τις δυο κόρες του. Στο Αρχείο του στο Ι.Α.Κ. εντοπίσαμε σχέδιο επιστολής του τότε Προξένου της Ελλάδος (πληροφορία που δίδεται από τον ταξινόμο του Αρχείου)[63] στη Ν. Υόρκη προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο, όπου ο Πρόξενος του εκθέτει το τραγικό συμβάν και τον ρωτά για το ποιος θα παραλάβει τα πράγματα του εκλιπόντα:

«Κύριε μου,

Έλαβον σήμερον το επόμενον/ τηλεγράφημα Υμών/

Αι σημεριναί εφημερίδες/ της πόλεώς μας περιέχουσι/ τα λεπτομερείας του θανάτου/ του κ. Γιάνναρη. Ούτος/ απέθανεν επί του Αγγλικού/ ατμοπλοίου «Majestic» της/ Εταιρίας του λευκού Αστέρος/ την 13)26) Απριλίου εκ/ συγκοπής της καρδίας, και/ ετάφη την αυτήν ημέραν/ εις την θάλασσαν.

 Γράφω αμέσως σήμερον εις/ την Εταιρίαν να με ειδο-/ποιήση δια τα πράγματά του, εάν προτίθεται να μοι/ τα παραδώση κατ’ ευθείαν,/ ή δια μέσου του ενταύθα/ Αγγλικού Προξενείου. Όπως/ δήποτε, θέλω σας ειδοποιήσει.

Εις τας ενταύθα εφημε-/ρίδας βλέπω ότι ο αποθανών/ ήρχετο όπως επισκεφθή την/ σύζυγόν του και τας δύω/ θυγατέρας του, κατοικούσας/ εις την πόλιν  Syracuse/ της Πολιτείας Νέας Υόρκης./ Επιθυμών να γνωρίζω εάν/ τα πράγματα και χρήματα/ του αποθανόντος μοι ζητηθώσι / παρά της συζύγου του οφείλω/ να της τα στείλω ή όχι;/ ή εάν τα ζητήσετε να τα/ πέμψω εις Χανία. Όπως/ δήποτε όμως εν τοιαύτη/ περιπτώσει μόνον μέχρι Πειραιώς/ δύναμαι να τα στείλω, και/ σας παρακαλώ να ευαρεστη-/θήτε και μοι δώσητε μίαν/ διεύθυνσιν.

Δέξασθε την διαβεβαίωσιν της/ υψηλής προς Υμάς υπολήψεως (sic) μου.

Ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος».[64]

Θα ήθελα να κλείσω την εισήγησή μου αυτή με το απόσπασμα των Πρακτικών της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου του Αγίου Ανδρέα, η οποία είχε συνεδριάσει στις 14 Φεβρουαρίου του 1903, ημέρα Σάββατο, για να ανακοινώσει στον Γιάνναρη τη διακοπή της χρηματοδότησης της Έδρας που κατείχε λόγω του θανάτου του Μαρκησίου του Bute. Με αφορμή, λοιπόν, το γεγονός αυτό η Σύγκλητος πλέκει  το εγκώμιο του Κρητικού άνδρα για τη μεγάλη του ερευνητική και διδακτική προσφορά:

 

«The University,

St. Andrews, N.B.

16th Feb. 1903.

Dear Dr. Jannaris,

I am directed by the Senatus Academicus to send you a copy of a Minute agreed to at a meeting held on Saturday last.

Yours faithfully.

Signed

Secretary

{Dr. A. N. Jannaris: in fine}».[65]

 

«EXTRACT from the Minutes of a Meeting of the SENATUS ACADEMICUS of the UNIVERSITY of ST. ANDREWS held on Saturday, 14th February 1903.

The Senatus Academicus of the University of St. Andrews has learned with much regret of the termination, in consequence of the death of the Most Honourable the Marquis of Bute, K.T., of the arrangement whereby Mr. A. N. Jannaris, M.A., Ph. D., has acted as Lecturer on Post Classical and Modern Greek in this University for seven years.

In Dr. Jannaris the Senatus has had a most distinguished colleague, remarkable as a Scholar for wide, brilliant, and profound learning, especially in the Greek language of every period, an original mind, an independent judgment, and immense industry.

As a Teacher (Scholar) possessed of an extensive knowledge of the English language and its idioms, and endowed with great power of exposition, Dr. Jannaris has attracted the very best of our students of Classical Literature and retained them even after the graduation course was finished having stimulated them in no ordinary degree to prosecute their studies.

Dr. Jannaris is a man of earnest, upright, and straight-forward character, with much knowledge of men and tact in dealing with them.

The Senatus deems it an honour for this University to include among its staff the leading authority upon Post Classical and Modern Greek, and feels strongly that his departure is nothing short of a distinct loss. In him the University loses a great thinker, a great teacher, and a great writer.

Certified by (signed)

Secretary, Senatus Academicus

{14th February 1903: in fine}».[66]



[1] Τα ξένα Πανεπιστήμια πάντα φαίνεται πως είχαν λόγους να δημιουργήσουν Έδρες ή Τμήματα για σπουδές στην Ελληνική γλώσσα και τον πολιτισμό, προφανώς επειδή η επιστήμη και η σε επιμέρους κλάδους διαίρεσή της θεωρήθηκε επινόηση των αρχαίων Ελλήνων. Πβ. ενδεικτικά Α. Ρεγκάκος, «Τα αρχαία ελληνικά στην επιστημονική ορολογία», Μ. Ζ. Κοπιδάκης (επιμ.), Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., 1999, σελ. 352, Aπ. Λακασά, «Eλληνικά σε όλο τον κόσμο σε 344 έδρες σπουδών», εφημ. Καθημερινή, 03/05/06 και Γ.Β. Δερτιλή, «Επιχορηγήσεις και ψευδαισθήσεις», εφημ.  Το Βήμα (Νέες Εποχές), 11/01/1998, σελ. Β12.

[2] Πβ. εδώ και την υποσημ. (42).

[3] Στ. Ξανθουδίδης, «Αντώνιος Γιάνναρης», Λαογραφία, τ. Α΄, 1909, σελ.431. Ο J. B. Mayor στην πρώτη βιβλιοκρισία που δημοσίευσε για την Ιστορική Γραμματική στα 1898 είχε επαινέσει το Γιάνναρη και το έργο του αυτό με τα εξής λόγια: « …Still, with all its hastiness and rashness, it remains in may opinion the best book of its kind in English, the most useful help to all students of post-classical Greek», Classical Review, τ. 1898, σελ. 178.

[4] Πβ. http://www.forananswer.org/Top_JW/keay.jannaris.htm. (Robert Keay's comments Regarding A. N. Jannaris and John 1:1)

[5] Πβ. http://www.britishembassy.gov.uk (The UK & Greece. History of Cooperation)

[6] Πβ. ενδεικτικά Γ. Μαυρομάτη, «Γιάνναρης Αντώνιος», Πάπυρος-Larousse- Britannica, τ. 14ος, έκδοση του 2006, σελ. 327α, αλλά και εδώ την υποσημ. (2).

[7] Η αλληλογραφία του Γιάνναρη, την οποία έστελνε όταν ακόμα ήταν φοιτητής στο θείο του, είναι εναποτεθειμένη στο Ιστορικό Αρχείο Κρήτης στα Χανιά και φέρει τον αριθμό της 31ης Ιστορικής Συλλογής. Υπενθυμίζοντας, παρενθετικά, την ιδιαίτερη σημασία που απέκτησε μετά τη δεκαετία του ’80 το βιωματικό στοιχείο στην ιστορική έρευνα –στο πλαίσιο μιας μικροϊστορικής προσέγγισης της ιστορίας– οι επιστολές αυτές, που είναι προσφορά του Εμμ. Γιάνναρη, θεωρούνται πολύτιμες, διότι, πέρα από τα βιογραφικά και οικογενειακά στοιχεία που παρέχουν, δίνουν παράλληλα και στοιχεία για την πολιτικοκοινωνική και ιστορική κατάσταση που επικρατούσε τότε στην Κρήτη την περίοδο της Ημιαυτονομίας και της Αυτονομίας της, έτσι όπως τα αξιολόγησε και τα κατέγραψε μέσα από την προσωπική του εκτίμηση και την εμπειρία ο Γιάνναρης. Να πούμε, επίσης, ότι οι επιστολές του Γιάνναρη έχουν ταξινομηθεί από τον ταξινόμο του  Αρχείου (τον Μάρτιο με Ιούλιο του 1935) και συνεπώς εδώ ακολουθούμε την ταξινόμηση αυτή, αν και δεν είναι πάντοτε ορθή. Με βάση την ταξινόμηση: προτάσσεται ο αριθμός της Ιστορικής Συλλογής, ακολουθεί ο φάκελος , ο υποφάκελος, ο αύξων αριθμός της επιστολής και με γράμματα σημειώνονται οι σελίδες. Να σημειώσουμε ακόμα ότι μαζί με την αλληλογραφία του Γιάνναρη στο Αρχείο υπάρχει και ένας αριθμός από τις εκπαιδευτικές Διατριβές και Αναφορές του, κυρίως όταν εκείνος διετέλεσε Γενικός Επιθεωρητής Κρήτης, οι οποίες είναι πολύ σημαντικές για την ιστορία της εκπαίδευσης στην Κρήτη. Για το ανέκδοτο αυτό υλικό, πβ. Α. Χουρδάκη, «Αρχείον Αντωνίου Γιάνναρη: Διατριβαί και Αναφοραί Εκπαιδευτικαί (1907-1909)», στα: Πεπραγμένα Θ’ Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου, τ. Γ2, Εταιρία Κρητικών Ιστορικών Μελετών, Ηράκλειο 2005, σσ. 403-415 (Ανάτυπο).

[8] Πβ. την φωτομηχανική επανέκδοση του πρωτοτύπου: Άσματα Κρητικά μετά Διστίχων και Παροιμιών, Kretas Volkslieder nebst Distichen und Sprichwörtern in der Ursprache, herausgegeben von Anton Jeannarakis (scr. Γιάνναρη), Leibzig 1876, που πραγματοποιήθηκε από τους «Φίλους της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης», αλλά παράλληλα και την βιβλιοκρισία των Α. Χουρδάκη & Ν. Παπαδογιαννάκη, «‘Μέγαν είχον τον ζήλον…’: Αγώνες και  αγωνίες  του Αντ. Γιάνναρη για την γερμανική έκδοση των Κρητικών ασμάτων», στην εφημερίδα Πατρίς (Προεκτάσεις) του Ηρακλείου, 07/02/2006, σελ. 12, όπου παρουσιάζεται η «οδύσσεια» της σημαντικής αυτής έκδοσης με βάση ανέκδοτες επιστολές του Α. Γιάνναρη προς το θείο του, όπου του ζητά την οικονομική του συνδρομή.

[9] Ι.Α.Κ. Ιστορική Συλλογή: 31, φακ. 1, υποφακ. Β΄, δέσμη 1, έγγρ. 132β (στο εξής: 31/ 1.Β.1/ 132β).

[10] 31/1.Α/126α-β.

[11] 31/1.Α/101β.

[12] 31/1.Α/105α-β.

[13] 31/1.Α/106α-β.

[14] 31/1.Α/107β.

[15] 31/1.Α/109β.

[16] 31/1.Α/110β.

[17] 31/1.Α/111γ-δ.

[18] 31/1.Α/113α, γ.

[19] 31/1.Α/128α-β.

[20] 31/1.Β.1/130α.

[21]31/1.Β.1/131α.

[22] 31/1.Β.1/152α-β.

[23] 31/1.Β.1/155α-β.

[24] 31/1.Β.1/155α-β.

[25] 31/1.Β.1/159α-β.

[26]Σε επιστολή του, με ημερομηνία Οκτ. 14/26, /89, γράφει για το θέμα αυτό και εκφράζει την αγωνία του για την εξεύρεση των αναγκαίων χρημάτων:

«…Εγνωρίσθην μετά τινων εν-/ταύθα ομογενών, υφ’ ων πολλάκις εκλήθην/ εις γεύματα, αισθάνομαι δ’ ευχαρίστησιν/ επί τη εκτιμήση αυτών./ Προσπαθώ να τύχω της συνδρομής αυτών/ προς έκδοσιν του Ερωτοκρίτου, αλλ’ εννοής ότι/ το ζήτημα είνε λεπτόν, επιζητώ δε να μη χάσω/ την περί εμού ευνοϊκήν αυτών ιδέαν δια της υλι-/κής ενοχλήσεως. Εάν έλθη ο κ. Ζυγομαλάς Υ-/πουργός νομίζω ότι δυνάμεθα ναπαιτήσωμεν (sic)/ παρ’ αυτού υπογραφήν δια 20-25 συνδρομάς» (πβ. 31/ 1.Α/98-β-γ).

[27] Αν και η Κρητική Βουλή είχε εγκρίνει και είχε χορηγήσει ένα χρηματικό ποσό για την έκδοση του έμμετρου αυτού μυθιστορήματος, αυτή ουδέποτε υλοποιήθηκε, πβ. Β. Κορνάρου, Ερωτόκριτος, κριτική έκδοση Στυλ. Αλεξίου, Ερμής, Αθήνα 1980, σελ. κη΄. Αντί αυτής ο Γιάνναρης συνέγραψε τη μελέτη: Περί Ερωτοκρίτου και του ποιητού αυτού. Ιστορική και κριτική και γλωσσική μελέτη μετά γλωσσαρίου, εν Αθήναις, εκ του Τυπογραφείου των Καταστημάτων Ανέστη Κωνσταντινίδου 1889. Να σημειώσουμε ότι υπάρχει και έκδοση του 1889 με λίγο διαφορετικά όμως τα στοιχεία του τίτλου: «Περί Ερωτοκρίτου και του ποιητού αυτού. Κριτική και γλωσσική μελέτη». Σε πρόσφατη βιβλιογραφία που συντάχθηκε από τον Στ. Κακλαμάνη και συμπεριλήφθηκε στον τόμο που ο ίδιος επιμελήθηκε γύρω από τα Ζητήματα ποιητικής στον Ερωτόκριτο, Ηράκλειο, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη 2006, σελ. 477, η διατριβή αυτή θεωρείται ότι «αποτελεί την πρώτη ευσυνείδητη αυτοτελή εξέταση των σημαντικότερων φιλολογικών ζητημάτων του Ερωτοκρίτου, καρπό των ερευνών που διενήργησε ο Γιάνναρης στην Αγγλία». Προφανώς η επιθυμία αυτή του Γιάνναρη να εκδώσει τον Ερωτόκριτο που του είχε αναθέσει η Κρητική Πολιτεία και την οποία δεν πρόλαβε τελικά να ολοκληρώσει, ίσως να συνδέεται και με το γεγονός ότι αντίτυπο της Α΄ βενετικής έκδοσης του έργου (1713) είχε στην κατοχή του ο Ιωάννης Γεννάδιος (πβ. Β. Κορνάρου, Ερωτόκριτος, έκδοσις κριτική υπό Στ. Ξανθουδίδου, τ. Α΄, Δωρικός, Αθήναι 1979, πρόλογος), ο άνθρωπος που τον πρότεινε για την θέση της Νεοελληνικής Έδρας στο Πανεπιστήμιο του Αγίου Ανδρέα, πβ. εδώ στη συνέχεια και την υποσημ. (32). Στον αρχή του προλόγου της διατριβής του Περί Ερωτοκρίτου κλπ., ο Γιάνναρης διευκρινίζει:

«Αναδεξάμενος παρά της Γενικής των Κρητών Συνελεύσεως την εντολήν του εξεργάσασθαι και εκδούναι τον Ερωτόκριτον, καθήκον εμόν ηγησάμην το μεν ίνα εξετάσω και ελέγξω το κυκλούμενον διεφθαρμένον κείμενον και αποκαταστήσω, κατά γε το εφικτόν, την γνησίαν αυτού Κρητικήν λέξιν, το δ’ ίνα αναζητήσω ει τι άλλο συγγενές προς το έργον και τον ποιητήν αποκείμενόν που και άγνωστον τυγχάνει».

Πράγμα που σημαίνει ότι ο ίδιος είχε διαχωρίσει τη μελέτη του ποιήματος και του ποιητή του από την κριτική έκδοση του έργου per se. Ωστόσο, το ζήτημα της έκδοσης εξακολουθεί να τον απασχολεί και μετά από μια πενταετία. Έτσι στις 9/21 Απριλίου 1894 επανερχόμενος στο θέμα αυτό, προφανώς διότι η έγκριση του χορηγούμενου δανείου συνεπαγόταν και τη νομική δέσμευσή του, σημειώνει προς το θείο του:

«…Τα περί εκτυπώσεως του Ερωτοκρίτου/ καίπερ εγείρουσι την περιέργειάν μου/ εμβάλλουσί μοι και υπόνοιαν μη η/ εσπευσμένη έκδοσις του βιβλίου ελατ-/τώση την αξίαν του. Είνε αναντίρρητον/ γεγονός και αποδεδειγμένον ότι η εις τοι-/αύτα έργα σπουδή ελαττώνει {μεγάλως: del.}/ την αξίαν φιλολογικού έργου. Εάν δεν/ προχώρησεν ήδη ο τύπος πολύ, καλόν θα ήτο/ να μοι έπεμπες το χειρό-/γραφον μετά του ήδη εκτυπωθέντος/ μέρους προς επιθεώρησιν/…Σε παρακαλώ ειπέ και αύθις τω/ φίλω κω Ταταράκη ότι δεν έλαβον απ-/άντησιν εις το γράμμα μου, είνε/ δε ανάγκη να μάθω το τέλος της περί Ερω-/τοκρίτου δίκης μου ίνα, εν περιπτώσει εκ-/δικάσεως, προβώ εις την έκδοσιν του έργου/ εάν εύρω ενταύθα εκδότην. Η μέχρι τούδε/ μετέωρος κατάστασις των πραγμάτων με/ ηνάγκασε να παραμελήσω το καθήκον τού-/το. Ταύτα σε παρακαλώ μετάδος τω ηρημένω φίλω μετά των φιλικών προσρήσεων μου» (πβ. 31/ 1.Α/ 127β-δ).

Και στην επόμενη επιστολή του, γραμμένη στις 27/9 Ιουλίου 1894, συνεχίζει να αγωνιά και να ρωτά τον θείο του για την έκβαση της υπόθεσής του λόγω της μεγάλης αργοπορίας έκδοσης του έργου και των κυρώσεων που προφανώς απέρρεαν εξ αυτής:

«…Πρέπει/ να μάθω το τέλος της δίκης ίνα ίδω εάν δι-καιούμαι να εκδώσω τον Ερωτόκριτον δι άλ-/λου μέσου, διότι επί τέλους έχω υποχρέωσιν/ και προς την Κρητικήν Συνέλευσιν και προς/ την ιδίαν μου συνείδησιν. Σε παρακαλώ/ πολύ φρόντισον να μοι μεταδώσης τα συμ-/βαίνοντα προτρέπων τον κ. Ταταράκην να/ μοι γράψη αφεύκτως προς οδηγίαν μου» (πβ. 31/ 1.Α/ 128ζ-η).

Αφήνοντάς τον σε άγνοια ο δικηγόρος επανέρχεται συχνά-πυκνά και ερωτά τον θείο του για το τι συμβαίνει.

[28] 31/1.Α/115γ.

[29] Πβ. την υπ’ αριθ. 31/1. Α. 103στ. επιστολή του.

[30] Πβ. υπ’ αριθ. 31/ 1.Γ/250β έγγραφο.

[31] Ι.Α.Κ. Ιστορική Συλλογή: 31, φακ. 1, υποφακ. Γ΄, έγγρ. 218 α-ε (στο εξής: 31/ 1.Γ/ 218 α-ε)

[32] Ο Ιωάννης Γεννάδιος υπήρξε λόγιος και διπλωμάτης γιος του Γεωργίου Γενναδίου, του μεγάλου διδασκάλου του Γένους. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1844. Με πρόταση του αμερικανού πρεσβευτή στην Αθήνα Τάκερμαν διορίσθηκε αρχικά ως ακόλουθος της ελληνικής πρεσβείας στην Ουάσιγκτον. Αργότερα υπηρέτησε στην πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης και το 1875 - 1876 μετατέθηκε στο Λονδίνο, όπου ανέλαβε τη διεύθυνση της εκεί Eλληνικής Pρεσβείας. Μέλος της υπό τον Θ. Δηλογιάννη ελληνικής αντιπροσωπείας συμμετείχε στις συζητήσεις του Συνεδρίου στο Βερολίνο (1878). Στην Αγγλία  τιμήθηκε ποικιλοτρόπως: ήταν μέλος της Βασιλικής Εταιρίας της Φιλολογίας και επίτιμος διδάκτωρ σε πολλά αγγλικά Πανεπιστήμια. Από τις σημαντικότερες υπηρεσίες του στο ελληνικό κράτος υπήρξε η ίδρυση, το 1926, της «Γενναδίου Βιβλιοθήκης». Πέθανε στο Λονδίνο το 1932, πβ. Πάπυρος-Larousse- Britannica, τ. 13ος, έκδοση του 2006, σελ. 511β.

[33] Πβ. την υπ’ αριθ. 31/ 1.Γ/ 216 επιστολή.

[34] Πβ. G. Noiriel, Τι είναι η σύγχρονη ιστορία;, μτφρ. Μ. Κορασίδου, Αθήνα, Gutenberg 2005, ιδιαίτερα το κεφάλαιο «Κληρονομιά, θεσμός, παράδοση: Τρεις τρόποι πρόσληψης του παρελθόντος στο παρόν», σελ. 36 κ.εξ.

[35] Πβ. για μια πρόχειρη ενημέρωση http://en.wikipedia.org/wiki/Marquess_of_Bute & http://www.arch-ant.bham.ac.uk/research/individuals/harlow/bute.htm. Επίσης,  Stephen Leslie, Lee Sydney, The dictionary of national biography, Oxford, Oxford University Press, 1973.

[36] Σημειωτέον ότι ήδη από το 1787 είχε γίνει μια προσπάθεια να ιδρυθεί Έδρα Νεοελληνικών Σπουδών στην Οξφόρδη για τον μεγάλο Έλληνα διαφωτιστή Αδαμάντιο Κοραή, αλλά δυστυχώς απέβη άκαρπη. Επειδή, όμως, η ζωή συχνά ακολουθεί άλλες ατραπούς από αυτές που εμείς οι κοινοί θνητοί σχεδιάζουμε, ο Γιάνναρης τη δεδομένη στιγμή, χωρίς να γνωρίζει ότι εκείνος και όχι ο πολύς Κοραής θα ευτυχούσε να καταλάβει την πρώτη Έδρα Νεοελληνικής Γλώσσας, είχε κάποτε γράψει στο θείο του για τον μεγάλο αυτό Έλληνα διαφωτιστή τα εξής:

«…Καγώ ανέγνωσα τας πλείστας των επιστολών/ του αοιδίμου Κοραή, και εθαύμασα του ανδρός/ την ακραιφνή φιλοπατρίαν και καρτεροψυχίαν./ Αλλ’ όμως εν εκείναις ταις ημέραις και οι συμπα-/τριώται αυτού ήσαν αληθώς φιλοπάτριδες και η/ Ευρώπη πολλώ φιλελληνικωτέρα ή νυν οπότε απηλ-/λοτριώθη δια της αναξιότητος και ατασθαλίας/ των σημερινών ομοεθνών της ελευθέρας Ελλάδος./ Επί Κοραή υπήρχον μεγάλοι άνδρες Έλληνες/ και Ευρωπαίοι, αληθείς πρόμαχοι και ενθουσιασταί,/ σήμερον δε πού είνε οι τοιούτοι;/» (πβ. την υπ’ αριθ. 31/1.Α/110γ επιστολή του).

[37] http://www.britishembassy.gov.uk/ (The UK & Greece. History of Cooperation).

[38] Πβ. 31/1.Γ/250α. Δες εδώ και την υπ’ αριθ. 250 επιστολή, όπως και την υποσημ. (30).

[39] Πβ. 31/ 1.Γ/ αταξινόμητο λυτό έγγραφο μετά το υπ’ αριθ. 253.

[40] Πβ. Γ. Μπαμπινιώτη, «Η διαχρονική διάσταση της ελληνικής», Μ. Ζ. Κοπιδάκης, Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., 1999, σελ. 326.

[41] Πβ. Α. Ν. Γιάνναρη, Νέα Ελληνική Γραμματική της σημερινής Καθαρευούσης Γλώσσης, εν Χανίοις 1907.

[42] Antonius N. Jannaris, An Historical Greek Grammar chiefly of the Attic Dialect, as written and spoken from classical antiquity down to present time, founded upon the ancient texts, inscriptions papyri and present popular Greek, London, Macmillan 1897[(re)printed in Germany Georg Olms Verlagsbuchhandlung, Hildensheim 1968, σσ. v-xi].

[43] Α. Ν. Γιάνναρης, Νέα Ελληνική Γραμματική, ό.π., σελ. γ΄.

[44] Ν. Παπαδογιαννάκης, ‘Και ουχί κολλυβογράμματα’. Η διδασκαλία του γλωσσικού μαθήματος στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση επί Κρητικής Πολιτείας, Αθήνα, Gutenberg 2002, σελ. 143. Από την αλληλογραφία της περιόδου αυτής αξίζει να σταθούμε σε μια επιστολή που στέλνει στο θείο του στην Αθήνα (23/12/1884), με αφορμή το ανεπιτυχές συνοικέσιο της εξαδέλφης του Ελένης με τον Γεώργιο Χατζηδάκη, τον μεγάλο Έλληνα γλωσσολόγο. Στην επιστολή του αυτή ο Γιάνναρης πέρα από κάποια σχόλια που διατυπώνει ως προς τον χαρακτήρα του Χατζηδάκη είναι προφητικός διότι διαβλέπει την λαμπρή πορεία του ανδρός αυτού:

«Ο περί ου πρόκειται νέος φαίνεται μοι δυσεύρετος επιστήμων, ουδεμία δ’ αμφιβολία ότι θέλει διαλάμψη ως εις των αστέρων της νέας γενεάς. Καθ’ όλου ειπείν αι του νέου αρεταί είνε πολλαί και αδιαφιλονίκητοι…» (πβ. υπ’ αριθ. 31/1. Β/49 α-ε).

[45] Στη Μ. Βρετανία υπάρχουν αρκετά Πανεπιστήμια σήμερα που προσφέρουν μαθήματα Νέας Ελληνικής. Μόνο όμως τέσσερα δίνουν πτυχίο στις Νεοελληνικές Σπουδές, τόσο σε προπτυχιακό όσο και σε μεταπτυχιακό επίπεδο: τα πανεπιστήμια King College, Oxford, Cambridge, και Birmingham, πβ. Aπόστολου Λακασά, ό.π.

[46] 31/ 1.Γ/ 223.

[47] 31/ 1.Γ/ 227.

[48] Robert Yelverton Tyrrell, «Jebb’s Antigone», Classical Review, 1888, σελ.138.

[49] Η πρώτη έκδοση ήταν στα 1888: Sophocles, The plays and fragments. Part III. The Antigone, with critical notes, commentary, and translation, in English prose, by R. C. Jebb, Cambridge; Hon. LL.D. Edinburgh and Harvard, Cambridge University Press, 1888. Ωστόσο, αυτή που θεωρείται κλασική (classic edition of Antigone) ήταν εκείνη του 1900, της οποίας θέματα όπως βλέπουμε συζήτησε ο Jebb με τον Γιάνναρη.

[50] Πβ. 31/ 1.Γ/ 228α΄-δ΄. Μαζί με την επιστολή επισυνάπτονται και οι δύο σελίδες με τα σχόλια του Γιάνναρη προς τον Jebb.

[51] Πβ. υπ’ αριθ. 31// 1.Γ/ 229

[52] Πβ. υπ’ αριθ. 31/1.Γ/231.

[53] Πβ. την υπ’ αριθ. 31/1.Β.1/158β επιστολή του με ημερομηνία 10/23-12-1901: «Επιθυμώ να αφιερώσω/ Αυτή (ενν. τη Α.Β.Υ. πρίγκιπι Γεωργίω) το όσον ούπω εκδοθησόμενον έργον μου, όπερ έστιν Του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου το κείμενον Ελληνιστί και Αγγλιστί (ήτοι μεταπεφρασμένον Αγγλιστί) μετά σημειώσεων κριτικών και σχολίων ερμηνευτικών, θα ανέλθη δε εις πλέον των 400 σελίδων» (31/1.Β.1/158β). Στην επόμενη επιστολή του, όπως βλέπουμε στη συνέχεια, αναφέρει ότι ο θείος του κατόρθωσε μεν και πήρε την άδεια της αφιέρωσης από τον πρίγκιπα, όμως εκείνος δεν μπόρεσε ακόμη να εκδώσει το βιβλίο. Τότε δημοσιεύει το άρθρο του: «St John's Gospel and the Logos», Zeitschrift für die Neutestamentliche Wissenschaft, τ. 2, 1901, σσ. 13-25.

[54] 31/1.Β.1/159 α-ζ.

[55] Πβ. υπ’ αριθ. 31/ 1.Γ/234.

[56] Πβ. υπ’ αριθ. 31/ 1.Γ/ 235.

[57] Πβ. υπ’ αριθ. 31/ 1.Γ/236.

[58] Υπ’ αριθ. 31/1.Β.1/160 α-γ.

[59] Έτος Α', αριθ. 2, Εν Χανίοις 16 Μαΐου 1901, σελ. 3 β, γ.

[60] Πβ. εφημερίδα Ελεύθερον Βήμα, 6 Μαΐου 1906, σελ. 3γ, δ, 18 Μαΐου 1906, σελ. 4 γ, δ, 25 Μαΐου 1906, σελ. 38, 1 Ιουνίου 1906, σελ. 3, 10 Ιουνίου 1906, σελ.3-4, Υψηλά Λευκά Όρη, Έτος Β', Περίοδος Β', 1906 κλπ.

[61] Ο επί της παιδείας Σύμβουλος Χασάν Σκυλιανάκης με το υπ’ αριθ. πρωτ. 3419 (διεκπ. 1839) /Εν Χανίοις 23 9/βρίου 1907 έγγραφό του που βρίσκεται στο Αρχείο Αντωνίου Γιάνναρη καλεί τον Γιάνναρη να αναλάβει τα καθήκοντα του: «Προς τον κ. Αντώνιον Γιάνναρην. Γνωρίζοντες υμίν ότι δια Διατάγματος της Α. Εξ. του Υπάτου Αρμοστού υπ’ αριθ. 462 και χρονολογίαν 22 9/βρίου ε. ε. διωρήσθητε Γενικός Επιθεωρητής της Εκπαιδεύσεως, σας παρακαλούμεν όπως αναλάβητε τα καθήκοντα της υπηρεσίας σας αφού ομόσητε τον νενομισμένον όρκον. Ο Σύμβουλος (υπογραφή)».

[62] Σε ένα ογκώδες πονημάτιό του (100 περίπου σελίδων), του οποίου τα πρώτα τυπογραφικά δοκίμια είχε προλάβει και διορθώσει, αφενός μεν παρουσιάζονται οι παιδαγωγικές αντιλήψεις του και αφετέρου καταφαίνεται η επιδίωξή του να συγχρονιστεί το σχολείο με τις νέες τότε αστικο-φιλελεύθερες οικονομικοκοινωνικές δυνάμεις της εποχής του. Για τη σύνταξή του ο ίδιος αναφέρει ότι μελέτησε ξένα εκπαιδευτικά συστήματα, τα οποία όμως προσάρμοσε στην κρητική πραγματικότητα, και κυρίως το Σαξονικό, πβ. Α. Χουρδάκη, Η παιδεία στην Κρήτη (1898-1913), Αθήνα, Gutenberg, 2002, σελ. 158κ.εξ., 172κ.εξ., 502 κ. εξ.

[63] Σε χειρόγραφο σημείωμά του (το υπ’ αριθ. 130α) αναφέρει: «Εκατόν εβδομήκοντα τέσσαρες επιστολαί ηριθμημέναι κατά χρονολογικήν  σειράν του αειμνήστου φιλολόγου Αντωνίου Ν. Γιάνναρη… η 175η και 176η επιστολαί είναι του προξένου Αμερ. και του δικηγόρου Εμμ. Ξηρά αγγέλουσαι τον θάνατον του Α. Γιάνναρη».

[64] Πβ. έγγρ. 31/1.Β.1/ 175 α-γ.

[65] Πβ. υπ’ αριθ. 31/1.Γ/ 238. Ο ταξινόμος του Αρχείου Γιάνναρη έχει αριθμήσει λάθος το διαβιβαστικό. Έπρεπε να ταξινομηθεί ή πριν από το απόσπασμα και να πάρει τον αριθμό 237 και όχι τον 238, ή εν πάσει περιπτώσει να αριθμηθούν μαζί.

[66] Πβ. υπ’ αριθ. 31/1.Γ/ 237.