ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΟΘΩΝΙΚΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ

(1837-1848)

 

 

 

 

Δήμητρα ΚΑΥΚΑ

 Δρ Π.Τ.Π.Ε.  Παν/μίου Θεσσαλίας

Δημήτριος ΣΑΚΚΗΣ

Αν. Καθηγητής Π.Τ.Π.Ε. Παν/μίου Θεσσαλίας

 

 

 

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Το Οθωνικό Πανεπιστήμιο ιδρύεται το 1837 με το μεγαλεπήβολο στόχο να δράσει ως ενοποιητικός κρίκος του νέου ελληνισμού με τον αρχαίο και να συμβάλει στη μετακένωση των φώτων της Δύσης στην Ανατολή.

Καθώς ιδρύεται σε μια ρομαντική περίοδο της νεοελληνικής ιστορίας, συγκινεί και κινητοποιεί τους ευεργέτες της μεταναστευτικής διασποράς που συνδράμουν στην προσπάθεια, εξαιτίας, κυρίως, των συναισθηματικών σχέσεων του ισχυρού οικονομικά παράγοντα του ελληνισμού προς το εθνικό κέντρο.

Το παράδειγμα των επωνύμων διαχέεται σε όλα τα κοινωνικά στρώματα και υιοθετείται, με συνέπεια ευεργέτες και άλλοι δωρητές να συνεισφέρουν στην ίδρυση του πρώτου Πανεπιστημίου.

 

 

ABSTRACT

 

The Otto University is established in 1837 with the grandiose aim to act as a unifying link between the new Hellenism and the ancient one as well as to contribute to the transmission of the West’s civilization to the East.

Being established in a romantic period of the New-Hellenic history, it moves and motivates the benefactors of the emigrational dispersion who support the effort, mainly due to the emotional relationships of the economically powerful agent of Hellenism with the national centre.

The eponym’s example is diffused to the lower social layers which adopt it, resulting in the benefactors’ and other donators’ contribution to the foundation of the first University.  

 

 

Θεσμικό πλαίσιο

 

Με το Β.Δ. της 22 Απριλίου 1837 ιδρύεται στην Αθήνα το πρώτο ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα. (Ε.τ.Κ., φ. 16, 24 Απριλίου 1837, «Περί συστάσεως του Πανεπιστημίου»). Στο άρθρο 1 του Β.Δ. της 14 Απριλίου 1837 διατυπώνεται ο σκοπός ίδρυσης του Πανεπιστημίου, το οποίο και θα έφερε το όνομα του ιδρυτή του «Πανεπιστήμιον του Όθωνος», ή «Οθωνικόν». (Ε.τ.Κ., φ. 16, 24 Απριλίου 1837, «Περί προσωρινού κανονισμού του εν Αθήναις συσταθησομένου Πανεπιστημίου»).

Η οργάνωση και ο προγραμματισμός του ιδρύματος υπακούουν στη γενικότερη παρεμβατική πολιτική του κράτους και στην αντίληψη εξάρτησης της δομής των επιμέρους θεσμών από την κεντρική εξουσία. Στο άρθρο 27 διατυπώνεται με σαφήνεια η κατεύθυνση της πολιτικής που διέπει την ανώτατη εκπαίδευση: «Το Πανεπιστήμιον υπόκειται εις την άμεσον επιτήρησιν της Ημετέρας επί των Εκκλησιαστικών κτλ. Γραμματείας, λαμβάνει παρ’ αυτής τας ανηκούσας διακοινώσεις και πέμπει προς αυτήν τας ιδίας αυτού εκθέσεις. Η διεύθυνσις και αστυνομία του Πανεπιστημίου ανατίθεται εις έναν Πρύτανιν (Recteur), εκάστη δε σχολή εις έναν σχολάρχην (Doyen). (Ε.τ.Κ., φ. 16, 24 Απριλίου 1837, «Περί προσωρινού κανονισμού του εν Αθήναις συσταθησομένου Πανεπιστημίου»).

Στο πλαίσιο των παραπάνω νομοθετικών κατευθύνσεων, το Οθωνικό Πανεπιστήμιο θα λειτουργήσει με τέσσερις σχολές, σύμφωνα με το άρθρο 3 του Β. Διατάγματος: Τη σχολή της Θεολογίας, των νομικών επιστημών, της ιατρικής, της Φιλοσοφίας και της άλλης εγκυκλίου παιδείας.

 

 

Το διδακτικό προσωπικό

 

Οι αυτόνομες επιστημονικές περιοχές στο πρόγραμμα του Πανεπιστημίου επέβαλαν την πρόσληψη εξειδικευμένων πανεπιστημιακών, ο διορισμός και η μισθοδοσία των οποίων γινόταν απευθείας από τη Γραμματεία (υπουργείο) της εκπαίδευσης. (Ε.τ.Κ., φ. 16, 24 Απριλίου 1837, «Περί προσωρινού κανονισμού του εν Αθήναις συσταθησομένου Πανεπιστημίου», άρθρο 6: «Οι Καθηγηταί θέλουν διορίζεσθαι αμέσως παρ’ Ημών κατά πρότασιν της επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως Γραμματείας της Επικρατείας». Άρθρο 9: «Όλοι οι διδάσκαλοι και Πανεπιστημιακοί λαμβάνουσιν από τους μαθητευομένους τα χάριν της παραδόσεώς των πληρονόμενα δίδακτρα∙ οι δε τακτικοί και έκτακτοι καθηγηταί, και οι διδάκτορες της επαναλήψεως των μαθημάτων και των γλωσσών λαμβάνουσιν, εκτός τούτων και ανάλογον μισθόν ή αντιμισθίαν»).

Το δε διδακτικό προσωπικό του ιδρύματος, σύμφωνα με το άρθρο 9, χωρίζονταν ιεραρχικά στις παρακάτω βαθμίδες: «1. Καθηγητάς τακτικούς, 2. Καθηγητάς επιτίμους, 3. Καθηγητάς εκτάκτους και Διδάκτορας των ιδιαιτέρων παραδόσεων της επαναλήψεως των μαθημάτων και των γλωσσών». (Ε.τ.Κ., φ. 16, 24 Απριλίου 1837).

Με βάση το παραπάνω θεσμικό πλαίσιο, στη Θεολογική σχολή διορίστηκαν οι καθηγητές: Αρχιμανδρίτης Μισαήλ Αποστολίδης, τακτικός, ο Γραμματεύς της ιεράς συνόδου Θεόκλητος Φαρμακίδης, τακτικός και ο Κοντογόνης, έκτακτος.

Στη Νομική οι καθηγητές: Ράλλης, εισαγγελέας εφετών, επίτιμος, ο Κλωνάρης, πάρεδρος του Αρείου Πάγου, ο Προβελέγγιος, εισαγγελέας νομικού συμβουλίου επικρατείας, ο Φέδερ, Αρεοπαγίτης, ο Μελάς, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου «άνευ μισθού», καθώς και οι έκτακτοι, Ιωάννης Σούτζος, πάρεδρος συμβουλίου επικρατείας και «διά τον κλάδον δημοσίων οικονομικών»,  Ι. Μαυροκορδάτος και Αργυρόπουλος.

Στην Ιατρική οι: Κ. Μαυροκορδάτος, έκτακτος καθηγητής ανατομικής φυσιολογίας, ο Κ. Βούρος, ειδικής παθολογίας, ιατρικής θεραπείας και κλινικής, ο Κ. Λευκίας,  ιστορικής ιατρικής, γενικής παθολογίας και θεραπείας, ο Κ. Κωστής, μαιευτικής και ιατρικής ύλης, ο Κ. Ολύμπιος, έκτακτος καθηγητής χειρουργικής και ο δόκτωρ Τράιμπεργκ, επίτιμος καθηγητής για τη διδασκαλία της χειρουργικής εργασίας. Ως επίτιμοι οι: Κ. Προλύτης Πάλλης, δικαστικής ιατρικής, ο Νικολαΐδης Λεβαδιεύς για τη διδασκαλία της διαιτητικής και ο Κ. Ηπίτης.

Στη Φιλοσοφική οι: Κ. Ν. Βάμβας, τακτικός καθηγητής φιλοσοφίας, ο Κ. Γεννάδιος, ελληνικής φιλολογίας, ο Ουλερίχος, λατινικής φιλολογίας, ο Προλύτης Ρως, αρχαιολογίας και ο Κ. Σχινάς, ιστορίας. Ακόμη, ο Νέγρης, μαθηματικής, ο Δ. Βούρης, μαθηματικής και φυσικής, ο Λένδερερ, τακτικός καθηγητής χημείας και πειραματικής φυσικής, ο Φράας, έκτακτος καθηγητής βοτανικής (έφορος του βασιλικού κήπου), ο Αλέξ. Σούτσος, έκτακτος καθηγητής φιλολογίας και αισθητικής, ο Κ. Δομνάδος, επίτιμος καθηγητής φυσικής ιστορίας, ο Κ. Μανούσης, (ο «βασιλικός επίτροπος παρά τη ιερά συνόδω»), επίτιμος της παιδείας,  Ο Κ. Δούκας, επίτιμος της φιλολογίας, ο «εν Άνδρω» Καΐρης, επίτιμος, για την παράδοση των μαθημάτων φιλοσοφίας και ο Κ. Κοντογόνης, επίτιμος. Πρύτανης ο Σχινάς.

 

 

Ιδρυτικοί στόχοι και ιδεολογικοί προσανατολισμοί

 

Το Πανεπιστήμιο, ως το μόνο ίδρυμα ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα, αποκτά ένα  κύρος ποιοτικά διαφορετικό σε σύγκριση με τις άλλες βαθμίδες της εκπαίδευσης (Τσουκαλάς, Κ., 1992, σ. 430). Με την ίδρυσή του δημιουργούνται δεσμοί αλληλεξάρτησης με τον κρατικό μηχανισμό με στόχο τη στελέχωσή του με άτομα ικανά που θα υπηρετήσουν αποτελεσματικά το κράτος.

Ως προς τον προσανατολισμό του, το ίδρυμα καλείται να συμβάλει στη μετακένωση του ελληνικού πολιτισμού στην Ανατολή. Η παιδεία, γενικότερα, θα συνεπικουρήσει στη δημιουργία προοπτικής ταύτισης με την Ευρώπη και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. (Δημαράς Κ.Θ., 1982, σ. 350).

Η προοπτική αυτή είναι ευδιάκριτη στις θέσεις των διανοούμενων και των πολιτικών του ΙΘ΄ αιώνα. Έτσι, ο βαθύτερος σκοπός της ίδρυσής του αποκαλύπτεται στο λόγο του πρώτου πρύτανη Σχινά στα εγκαίνια του ιδρύματος: «Το Πανεπιστήμιον, κείμενον μεταξύ της εσπερίας και της έω, είναι προωρισμένον να λαμβάνη αφ’ ενός μέρους τα σπέρματα της σοφίας, και αφ’ ου τα αναπτύξη εν εαυτώ ιδίαν τινά και γόνιμον ανάπτυξιν, να τα μεταδίδη εις την γείτονα έω νεαρά και καρποφόρα». (Δημαράς Κ.Θ., 1982, σ. 350 ).

Στην ίδια ιδεολογική γραμμή κινείται και ο Κωλέττης, όταν αποφαίνεται ότι η Ελλάδα «προώρισται να φωτίση δια της αναγεννήσεως αυτής την Ανατολήν». (Δημαράς, Κ.Θ, ό.π. ).

Η ύπαρξη αυτού του «προορισμού» κατά τη ρομαντική περίοδο της νεοελληνικής ιστορίας, που οριοθετείται από τη βασιλεία της δυναστείας των Βίττελσμπαχ (1833-1862), βασίστηκε σε προϋπάρχοντα πολιτισμικά στοιχεία, τα οποία έμαθαν οι Έλληνες να θεωρούν σύμβολα του έθνους. (Σκοπετέα, Ε., 1988, σσ.171-172. ).

 

Η συμβολή του Ευεργετισμού στην ίδρυση και λειτουργία του Οθωνικού Πανεπιστημίου

 

Οι ιστορικές καταβολές του ελληνικού ευεργετισμού κατά τη νεότερη περίοδο της ελληνικής ιστορίας ανάγονται στην περίοδο της τουρκοκρατίας με την παρουσία έκδηλων γνωρισμάτων το ΙΗ΄ και ιδιαίτερα το ΙΘ΄ αιώνα. Κατά την προαναφερθείσα περίοδο, ο ευεργετισμός αποτέλεσε μοχλό πολιτισμικής κινητικότητας και αναβάθμισης μέσα από τους μηχανισμούς της εκπαίδευσης. Ο ευεργετισμός παρουσιάζεται είτε ως επώνυμος, οπότε και ευεργέτες μεγάλου κύρους του οικονομικά ισχυρού περιφερειακού ελληνισμού προσφέρουν σημαντικά χρηματικά ποσά, είτε με θεσμικό ρόλο, με χρηματοδοτικούς φορείς την Εκκλησία και μέλη της τοπικής αυτοδιοίκησης, ή με τη μορφή ανώνυμων δωρητών μικρής οικονομικής εμβέλειας. Η ανωτέρω τυπολογία του φαινομένου μας οδηγεί στην επισήμανση, απόρροια των ερευνών μας στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, ότι, πέραν του οικονομικά εύρωστου περιφερειακού ελληνισμού, η χρηματοδότηση της εκπαίδευσης στηρίχθηκε και στον ευεργετισμό των γηγενών, οι οποίοι συνέβαλαν σημαντικά στην οικοδόμηση των εκπαιδευτικών μηχανισμών. (Σακκής, Δ.Α., Πρακτικά του Γ΄ Διεθνούς Συνεδρίου Κυθηραϊκών Μελετών).

Στις αρχές του 1839 είχαν, ήδη, αρχίσει οι εργασίες οικοδόμησης του Πανεπιστημίου. Το ίδρυμα, στο μεταξύ, λειτουργούσε, μέχρι τα μέσα περίπου του 1841, στην οικία του Αρχιτέκτονα Κλεάνθη, στην Πλάκα, όπως διαπιστώνουμε από έγγραφο της επί της δημοσίου εκπαιδεύσεως Γραμματείας: «Κατά την υπ΄ αριθ. 1051 πρότασιν της επί των εκκλησιαστικών κτλ. Γραμματείας της επικρατείας, εγκρίνομεν να επισκευασθή η οικία του κου Κλεάνθους, η χρησιμεύουσα διά Πανεπιστήμιον, δι’ έν έτος ακόμη, επί ενοικίω 5500: Δραχμών κατ΄ έτος… ». (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 714, 16 Μαΐου 1840). Τον Ιούλιο του 1841, η μεταφορά της υποδομής του Πανεπιστημίου στο νέο κτίριο ήταν σε εξέλιξη, όπως μας πιστοποιεί σχετικό έγγραφο: «Μένουσιν εισέτι εν αυτώ 34 περίπου θρανία, καθέδραι, επίσης δε και τα του ανατομικού θεάτρου βάθρα, καθώς ανήγγειλεν ήδη η πρυτανεία του Πανεπιστημίου». (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 877, 16 Ιουλίου 1841, εν Αθήναις).

Αν και η χρηματοδότηση των σχολικών μηχανισμών στην Ελλάδα του ΙΘ΄ αι. ήταν κατά βάση δημόσια, η οικονομική δυνατότητα του αρτισύστατου ελληνικού κράτους να εξασφαλίσει τις υλικές προϋποθέσεις για τη λειτουργία της εκπαίδευσης ήταν ανεπαρκής. (Mouzelis, Ν.  1978, p. 12-17). Το ποσό των 176.000 δραχμών, που είχε συμπεριληφθεί στον προϋπολογισμό για την οικοδόμηση του Πανεπιστημίου, (Σκαρπαλέζος, Αρ. Κ.,1964, σ. 32-35 ), μόνο ένα μέρος των εξόδων της οικοδομής του κτιρίου θα μπορούσε να καλύψει, αν κρίνουμε από τα ποσά που σταδιακά προσφέρονταν και δαπανούνταν για την ανέγερσή του. 

Για να δοθεί μια ολοκληρωμένη εικόνα του θέματος που εξετάζουμε, είναι απαραίτητο να συνδεθεί η τάση–προσπάθεια των ευεργετών του εξωτερικού να παίξουν σημαντικό ρόλο στα εκπαιδευτικά και πολιτιστικά πράγματα μέσω της οικονομικής τους συνδρομής, με εκείνη των ευεργετών και δωρητών του εσωτερικού και, γενικότερα, του λαού, εφόσον η πρώτη δημιούργησε πρότυπα μίμησης ανάλογης σημασίας. (Σακκής, Δ.Α., 2001, σ. 50 και Πρακτικά του Γ΄ Διεθνούς Συνεδρίου, ό.π.).

Παρά το γεγονός ότι στο Διάταγμα της 14 Απριλίου 1837 καθορίσθηκαν οι λειτουργικές δαπάνες του Πανεπιστημίου και ο επίσημος χρηματοδοτικός φορέας, οι αυξημένες ανάγκες σταδιακής χρηματοδότησης για την αποπεράτωση του κτιρίου και τον εξοπλισμό του με την απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή αποτέλεσαν  ένα από τα μείζονα θέματα που είχε να αντιμετωπίσει η πολιτεία. (Σύμφωνα με το άρθρο 2 Περί προσωρινού κανονισμού του εν Αθήναις συσταθησομένου Πανεπιστημίου, «αι δαπάναι λειτουργίας του Πανεπιστημίου λαμβάνονται από το Εκκλησιαστικόν Ταμείον»- Ε.τ.Κ., φ. 16, 24 Απριλίου 1837. Σημαντικό ρόλο όμως παίζουν και οι συνδρομές, σύμφωνα με έγγραφο της Γραμματείας- Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 847).  Για το λόγο αυτόν συστάθηκε επιτροπή που θα διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στην κινητοποίηση του ενδιαφέροντος των Ελλήνων και της ομογένειας για την αποπεράτωση των εργασιών του οικοδομήματος- και όχι μόνον- και, συγχρόνως, θα διαχειρίζονταν τις χρηματικές προσφορές και δωρεές. Η επιτροπή αποτελούνταν από τους Γ. Α. Ράλλη, Θ. Ράλλη, Γ. Κουντουριώτη, Γ. Γεννάδιο, Α. Ζαήμη, Βράνδη, Θ. Κολοκοτρώνη, Ν. Βάμβα και Κ. Σχινά, σύμφωνα με έγγραφο της επί των εκκλησιαστικών Γραμματείας (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 847, 9 7βρίου 1841, εν Αθήναις: «Το Πανεπιστήμιον οικοδομείται διά συνδρομών, η δε φροντίς των συνδρομών και της οικοδομής ανετέθη εις ιδιαιτέραν επιτροπήν…»).

Όπως παρατηρεί ο Θ. Χρήστου στη σχετική μελέτη του, η αφετηρία της θεσμοθετημένης αυτής προσπάθειας βρίσκεται στην ιδέα του Δ. Σχινά. Η θέση του ότι  η αποπεράτωση του κτιρίου θα μπορούσε να επιτευχθεί με συνδρομές ιδιωτών (Χρήστου, Θ., 1998, σ. 174), βρήκε σύμφωνη και την πολιτεία. (Παρίσης, Σ. Μ. 1884, σ. 58-59). Έτσι, στην πολύπλευρη δραστηριότητα του πρώτου πρύτανη εντάσσεται και το δίκτυο επαφών που δημιούργησε με άλλες χώρες, με στόχο την ενδυνάμωση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στο ζήτημα της χρηματοδότησης για την οικοδόμηση του πανεπιστημιακού ιδρύματος, δεδομένης της οικονομικής κατάστασης της χώρας. (Χρήστου, Θ., 1998, σ. 179-180).

Η πρωτοβουλία της επιτροπής για έκκληση στους απανταχού Έλληνες και  Φιλέλληνες να συμβάλουν στην ανέγερση και εξοπλισμό του ιδρύματος αποτελεί ένδειξη μείζονος ενδιαφέροντος και σαφήνειας του προσανατολισμού της, τον οποίο ακολούθησαν και οι πανεπιστημιακές αρχές του ιδρύματος. (Χρήστου, Θ., 1998,σ. 174, και Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. πρωτ. 996, 7 Νοεμβρίου 1844, του πρύτανη Ν. Βάμβα προς τη Γραμματεία).

Θα ήταν ενδιαφέρουσα η παρουσίαση μιας εξαντλητικής μελέτης όλων των στοιχείων των σχετικών με τα ποσά των ευεργετών και των δωρητών που προσφέρθηκαν για την ίδρυση και λειτουργία του Οθωνικού Πανεπιστημίου. Στη συγκεκριμένη όμως εργασία θα αναφερθούμε σε μέρος των δωρητών, επισημαίνοντας και την κοινωνική σημασία, αλλά και τη νοοτροπία που εξέφραζαν οι συγκεκριμένες δωρεές για την οργάνωση και τη λειτουργία του πρώτου ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος.

Η διερεύνηση της οικονομικής συμβολής των Ελλήνων της διασποράς στην οικοδόμηση της εκπαίδευσης αποτελεί ζήτημα μείζονος σημασίας. Οι Έλληνες ομογενείς της Ρωσίας έδειξαν ενδιαφέρον για την οικοδόμηση του πανεπιστημιακού κτιρίου. Στα Γενικά Αρχεία του κράτους διασώζεται αναλυτικός κατάλογος με τα ποσά που διέθεσαν οι «εν Γαλατζίω» ομογενείς για την αγορά ξυλείας «προς χρήσιν της οικοδομής του Πανεπιστημίου του Όθωνος». Στη δημοσίευση της ενδιαφέρουσας αυτής πρωτοβουλίας προέβη και η Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, κάνοντας λόγο για πατριωτισμό των ομοεθνών: «οι εν Γαλατζίω της Ρωσίας ομοεθνείς, ζήλω πατριωτικώ κινούμενοι αναγγέλλουν, ότι  προσφέρουσι διά την οικοδομήν του Πανεπιστημίου ξυλικήν αναλογούσαν μ’ έν φορτίον πλοίου χωρητικότητος 200 τόννων». (Ε.τ.Κ., φ.  26, 18 Ιουλίου 1837). Ενδεικτικά, αναφέρουμε τα ονόματα των Ποθητού Ξένου, Θεόδωρου Γκίκα Ποστέλνικου, Αντώνιου Νεγρεπόντη, οι οποίοι προσέφεραν από 1000 δραχμές και του Πρίγγου Δημήτριου, ο οποίος προσέφερε το ποσό των 2000 δραχμών. Με μικρότερα ποσά συνέβαλαν οι Αναστάσιος Δανιάδης (500 δραχμές), ο Μάρκος Καλογεράς (200 δραχμές), ο Κωστής Χρυσοβελώνης (350 δραχμές), ο Θεόδωρος Ναθάκης (200 δραχμές), Ευστράτιος Κ. Κλήμης (200  δραχμές), ο Βασίλειος Γεωργιάδης (300 δραχμές), ο Χριστόδουλος Γ. Δημόπουλος (300  δραχμές), και από 50 δραχμές οι Γεώργιος Ελευθερίου και ο Λουκάς Λουτράκης. (Γ.Α.Κ., Θ. 175, φ. 1, 30  7βρίου 1838, εν Γαλατσίω, έγγραφο του υποπροξένου της Ελλάδος, Ξένου).

Η εισροή κεφαλαίων που προέρχονταν από το εξωτερικό συνέβαλε κατά πολύ στην υλοποίηση των εκπαιδευτικών οραματισμών της εποχής, στη χρηματοδότηση, γενικότερα, σχολικών και πολιτιστικών ιδρυμάτων. Ο Ιωάννης Δομπόλης από την Ήπειρο, μεγαλέμπορας στη Ρωσία, που το 1849 προσέφερε το ποσό των 2.000.000 δραχμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, (Τσουκαλάς, Κ., 1987,σ. 486-490 ), είναι μια αξιοσημείωτη περίπτωση ευεργετισμού.  Γενικότερα, παρατηρεί ο Τσουκαλάς «η εθνική συνείδηση που αναπαραγόταν στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου ήταν στενά συνδεδεμένη με τον ‘πολιτιστικό πατριωτισμό’, που ενσάρκωναν όλοι οι σχολικοί μηχανισμοί και κυρίως το Πανεπιστήμιο Αθηνών, το σύμβολο της πνευματικής αναγέννησης  του έθνους», (Τσουκαλάς, Κ., 1987, σ. 492). Πράγματι, η φιλεκπαιδευτική δραστηριότητα του παροικιακού ελληνισμού καταλαμβάνει έναν εκτεταμένο χώρο από το Ιάσιο, τη Μολδαβία μέχρι την Κεφαλληνία.

Σε φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως δημοσιεύθηκε αναλυτική  κατάσταση με τα ονόματα των συνδρομητών και τα ποσά  που κατέθεσαν. Αναφέρουμε, ενδεικτικά, τα ονόματα κληρικών και απλών ανθρώπων της περιοχής του Ιασίου, οι οποίοι προσέφεραν σημαντικά ποσά για την οικοδόμηση και λειτουργία του Πανεπιστημίου: Ο Μητροπολίτης Βενιαμίν προσέφερε το ποσό των 500 δραχμών, ο Αλέξανδρος Γκίκας Λογοθέτης 700 δραχμές, ο Αλέξανδρος Β. Καλλιμάχης 1.000 δραχμές, ο Νικόλαος Αλ. Σούτσος 1.000 δραχμές, ο Θεόδωρος Στούρζας Λογοθέτης 500 δραχμές, ο Γεώργιος Γκίκας 150 δραχμές, ο Ιωάννης Κούζος 100 δραχμές, ο Σπυρίδων Δ. Παύλου Καμινάρη 1.575 δραχμές, ο Νικόλαος Μαυροκορδάτος 150 δραχμές, ο Λεωνίδας Θεόδωρος Γκίκας 350 δραχμές, ο Αλέξιος Εμμανουήλ 200 δραχμές, ο Καμινάρης Τριαντ. Σακελλάριος 1.400 δραχμές. Στην Κεφαλληνία, ο Δόκτωρ Ανδρ. Ιωάν. Λουβέρδος 60 δραχμές, ο Διονύσιος Δαβής 20 δραχμές, ο Ιωάννης και βαπτιστής αδελ. Ανίνου 500 δραχμές. Το κοινό της Μονής Μεγάλου Σπηλαίου 400 δραχμές, ο Καθηγούμενος Γ. Πηρλήγκας 50 δραχμές, ο Προηγούμενος Δαμασκηνός 25, ο Προηγούμενος Ιερόθεος 30, ο Προηγούμενος Γεράσιμος 40, ο Γαβριήλ εκ Ζατούνης 6, ο Δήμος Καρύστου 100, ο Δήμος Μεσαπίων 50 και ο Αρχιμανδρίτης Αμβρόσιος Ιωάννου 345 δραχμές. (Ε.τ.Κ., φ. 17, 26 Αυγούστου 1840).

Χάρη στις αυτοπροαίρετες συνεισφορές, το 1841, θα εγκριθεί και η καταβολή των 28.000 δρχ. για την αποπεράτωση του Πανεπιστημίου, όπως πληροφορούμαστε από έγγραφο που υπογράφει ο ίδιος ο Όθων, (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 1757. 1728, 27 Ιουνίου 1841, του Όθωνος), ποσό ικανό να καλύψει τα έξοδα για την κατασκευή «των θέσεων της βιβλιοθήκης, των βάθρων, των καθεδρών και άλλων ομοίων αντικειμένων», σύμφωνα με την εκτίμηση των αρχιτεκτόνων. (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. πρωτ. 420, 8 Αυγούστου 1841, της επιτροπής προς την επί των εκκλησιαστικών και δημοσίου εκπαιδεύσεως Γραμματεία).

Στον κατάλογο των συνδρομών περιλαμβάνεται, επίσης, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται σε έγγραφο που υπογράφει η επιτροπή, το ποσό των 34.000 δρχ. περίπου, κληροδοσία της Καλκούτας, ποσό που θα μπορούσε να καλύψει τα έξοδα που απαιτούνταν για την καλύτερη κατασκευή του κτιρίου, προκειμένου να διασφαλισθεί με τον καλύτερο τρόπο και η υλικοτεχνική του υποδομή (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. πρωτ. 420, 8 Αυγούστου 1841, της επιτροπής προς τη Γραμματεία: «Η του Πανεπιστημίου καταστέγασις εκ κεράμων ουχί συμπαγών αλλ΄ ευδιαπεράστων υπό του ύδατος, πρέπει ν’ αποσυσταθή και να τεθώσι καλοί και αλεξίβροχοι κέραμοι (περί των οποίων μέλλει όσον ούπω να λάβη πρόνοιαν η επιτροπή), ώστε να είναι ικανώς πεφυλαγμέναι αι εν τω καταστήματι κείμεναι συλλογαί βιβλίων και οργάνων. Ούτω το εξωτερικόν των τοίχων κονίαμα πρέπει να γίνη πριν τεθώσι εις τας θέσεις των τα βιβλία και τα όργανα, διότι εάν γίνη όταν τεθώσι, ή ταύτα, ή οι ύαλοι των παραθύρων, ή αμφότερα μέλλουσι να βλαβώσι…»).

Πέραν των ανωτέρω συνδρομών σημαντικές, επίσης, μπορούν να θεωρηθούν εκείνη του Δήμου Αθηνών με 3.000 δρχ., της Τεργέστης με 5.000 δρχ., του Κ. Σίνα με 45.000 δρχ., καθώς και άλλες που συμπλήρωναν το ποσό των 3.000 δρχ. (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. αριθ. πρωτ. 420, 8 Αυγούστου 1841, της επιτροπής προς την επί των εκκλησιαστικών και δημοσίου εκπαιδεύσεως Γραμματεία).

Η αρχιτεκτονική του κτιρίου και ο διάκοσμός του έπρεπε να συμβαδίζει με το όραμα για την οργάνωση μιας ανώτατης εκπαίδευσης. Για τη μεγαλοπρεπή εικόνα του Πανεπιστημίου, ο υπουργός Γ. Γλαράκης με έγγραφό του στον ηγούμενο της ιεράς μονής Πεντέλης και «τους περί αυτήν συμβούλους» αιτείται την εξόρυξη μαρμάρων για το Πανεπιστήμιο (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. πρωτ. 22, 22 Απριλίου  1847, εν Αθήναις, του υπουργού).

Στις αρχές του 1842, η  συνέχιση των εργασιών και ο μικρός αριθμός των δωρεών που συγκεντρώθηκαν οδήγησαν την πολιτεία στην απόφαση να αποφασίσει την υποθήκευση του ιδρύματος προκειμένου να επιτευχθεί η χρηματοδότηση με δάνειο ύψους 30.000 δρχ. από την Εθνική τράπεζα για «την τελειοποίησιν του καταστήματος»: «…Κρίνει σκόπιμον να δανεισθή εκ της συσταθείσης εθνικής  Τραπέζης (…) ως επί υποθήκη του Πανεπιστημίου οικοδομής δρ. 30.000 (τριάκοντα χιλιάδας) όσας κατά τον υπολογισμόν του αρχιτέκτονος αρκούσιν εις αποπεράτωσιν της οικοδομής…η δε Β. κυβέρνησις να εξακολουθήση να δίδη κατ’ έτος τας οποίας μέχρι τούδε έδιδε δι’ ενοίκιον του πανεπιστημίου δραχμάς 5.000 (πέντε χιλιάδων)…» (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. αριθ. 12003, 18 Ιανουαρίου 1842, της επιτροπής προς την επί των εκκλησιαστικών και δημοσίου εκπαιδεύσεως Γραμματεία- Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. αριθ. πρωτ. 427, 25 Δεκεμβρίου 1841, της επιτροπής προς τη Γραμματεία- Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. αριθ. πρωτ. 438, 6 Μαΐου 1842, της επιτροπής προς τη Γραμματεία). Η υποθήκευση του κτιρίου αποφεύχθηκε χάρη στην προσφορά του ηγεμόνα της Σερβίας Μίλος Ομπρένοβιτς. (Χρήστου, Θ., 1998,σ. 175. Αθηνά αρ. φ. 938, 29 Ιουλίου 1842).

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι προσφορές βιβλίων για την οργάνωση της πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης και των εργαστηρίων των σχολών. Μέρος αυτών προσφέρθηκαν από πανεπιστημιακούς και ιδρύματα του εξωτερικού, καθώς και από καθηγητές του Οθωνικού Πανεπιστημίου. Έτσι, το 1838, η Ακαδημία του Βερολίνου δώρισε στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου τους δύο τελευταίους τόμους των πρακτικών της και ο εκεί καθηγητής Ρίτερ ένα σώμα της Γενικής Γεωγραφίας του. Τη σημασία αποστολής τους επισημαίνει ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Γ. Α. Ράλλης σε έγγραφό του προς τη Γραμματεία (Γ.Α.Κ., Θ. 175, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 360, 15 Μαΐου 1839, εν Αθήναις). Από έγγραφο του προξένου της Ελλάδος στη Λειψία προς τη Γραμματεία πληροφορούμαστε ότι  εστάλησαν μέσω Βιέννης παραγγελθέντα βιβλία. (Γ.Α.Κ., Θ. 175, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 105, 28 Ιουνίου 1839, του επί των εξωτερικών Γραμματέα Κ. Ζωγράφου). Προσφορές για τον εμπλουτισμό της βιβλιοθήκης εστάλησαν ακόμη από την Αμερική, τη Δανία κ.α.. Γενικότερα, παρατηρούμε την ανάπτυξη ενός δικτύου επικοινωνίας με αντιπροσώπους ξένων χωρών, με στόχο την εξασφάλιση της υλικοτεχνικής υποδομής και την προώθηση ζητημάτων της βιβλιοθήκης, το οποίο κινητοποιούνταν και αναλάμβανε ενεργό διαχειριστικό ρόλο και στο επίμαχο θέμα της αποστολής συνδρομών. Ο πρύτανης Γ. Ράλλης επισημαίνει, το 1838, την ανάγκη να διαταχθούν οι πράκτορες των ξένων χωρών «όπως δέχωνται τας τοιαύτας προσφοράς και να φροντίζωσι περί της ενταύθα αποστολής των». (Γ.Α.Κ., Θ. 175, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 12, 30 7βρίου 1838, του πρύτανη προς τη Γραμματεία). Στον κατάλογο των προσφορών περιλαμβάνονται: 1. Η Ιστορία της δημοσίας βιβλιοθήκης του καθηγητή του Αμβούργου Κ. Πάτερσεν. 2. Το πόνημα του καθηγητή ζωγραφικής της Δρέσδης, Δάλ «περί  παλαιών εκκλησιών της Νορβηγίας, συνιστάμενον εις τρεις φακέλλους». 3. Τρία πονήματα του καθηγητή και αρχαιολόγου του Β. Μουσείου του Βερολίνου Κ.Ε. Βεράρδ, α. συλλογήν παλαιών αγαλμάτων, β. αντίτυπον της Αφροδίτης και της Περσεφόνης, γ. αντίτυπον του Φαύνου. (Γ.Α.Κ., Θ. 175, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 56, 17 Δεκεμβρίου 1838, του  πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών προς τη Γραμματεία. Ε.τ.Κ., φ. 1, 23 Δεκεμβρίου 1838). Ακόμη, ανάμεσα στους πανεπιστημιακούς που πρόσφεραν σημαντικό αριθμό βιβλίων είναι οι Γ. Ράλλης, Π. Αργυρόπουλος, Δομνάδος και ο Κ. Σχινάς. (Για το θέμα των προσφορών στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου, βλ. Ε.τ.Κ., φ. 1, 4 Ιανουαρίου 1839).

Συνάμα, αρχίζει και ο εξοπλισμός των εργαστηρίων. Έτσι, ανοίχθηκε πίστωση 1.200 δρχ., προκειμένου «ο εν Γερμανία διατρίβων» καθηγητής Ολύμπιος να αγοράσει τα αναγκαία χειρουργικά εργαλεία. (Γ.Α.Κ., Θ. 176, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 2713,  30 8κτωβρίου 1840, του  Ν.Γ. Θεοχάρη). Ο αρχίατρος Βερνάρδος Ρέζερ πληροφορεί την πρυτανεία ότι ο εν Μονάχω Ριγγσάιν, βασιλικός ιατροσύμβουλος στη Βαυαρία, είχε ετοιμάσει συλλογή ορυκτών, η οποία και αποστέλλεται από τον Έλληνα Πρόξενο του Μονάχου μέσω Τεργέστης. (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. πρωτ. 677, 29  8βρίου 1840 του πρύτανη Γ.Α. Ράλλη προς τη Γραμματεία). Αλλά και ο γενικός πρόξενος του Προξενείου του Λονδίνου Π. Ράλλης γνωστοποιεί στη Γραμματεία την πρόθεση του Le Fowell Buxton (baronet) να δωρίσει στο ελληνικό Πανεπιστήμιο συλλογή ορυκτών. (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 320, 5 Απριλίου 1841, του  Γενικού Πρόξενου προς τη Γραμματεία). Για την εξασφάλιση των οργάνων φυσικής ανοίχθηκε πίστωση 1.797 δραχμών και 24 λεπτών «εις λογαριασμόν των απαιτουμένων παρά του εν Παρισίοις Μηχανικού κυρίου Λερεβούρ» (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 1697, 10 Ιουλίου 1842). Οι «εν Μαγκεστρία της Αγγλίας παροικούντες Έλληνες», προσέφεραν 111 λίρες για την αγορά χρήσιμων οργάνων, σε ένδειξη ανάλογων αισθημάτων για την εξέλιξη που είχε το κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843. Η ακαδημαϊκή σύγκλητος, εκτιμώντας τις ελλείψεις του Πανεπιστημίου, αποφάσισε να διαθέσει μέρος της ποσότητας αυτής για την αγορά ενός μικροσκοπίου, απαραίτητου για την παράδοση των μαθημάτων ανατομίας και φυσιολογίας και υπόλοιπο για την αγορά χειρουργικών οργάνων (Γ.Α.Κ., Θ. 177, φ. 1, έγγρ. αριθ. πρωτ. 627, 17 Νοεμβρίου 1843, του πρύτανη Κ. Ασώπιου προς τη Γραμματεία. Γ.Α.Κ., Θ. 177, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 26753, 19 Μαΐου 1844, του καθηγητή της ανατομίας και φυσιολογίας Δαμιανού Γεωργίου προς την πρυτανεία του Πανεπιστημίου. Γ.Α.Κ., Θ. 177, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 26753, 5 Ιουνίου 1844, του καθηγητή της χειρουργικής Ιωάννη Ολύμπιου προς την πρυτανεία: «Εις το παρόν έγγραφον επισυνάπτει ο υποφαινόμενος την ακριβή σημείωσιν των χειρουργικών οργάνων όσα οι εν Μαγκεστρία φιλόμουσοι ομογενείς ημών εδωρήσαντο εις το εν Αθήναις Πανεπιστήμιον Όθωνος. Το πολύτιμον τούτο δώρον συνίσταται εις δύο κιβώτια, εξ ών το μεν εμπεριέχει όλα τα όργανα, όσα είναι χρήσιμα εις τε τας διαφόρους χειρουργίας των παθών του οφθαλμού, και εν τη εντελή κατάληψιν των μαθημάτων της οφθαλμολογίας, το δε, τα κύρια των προς την θρύψιν των εν τη κύστη λίθων…»). Ο Γεώργιος Δαμιανός με έγγραφό του προς την πρυτανεία επαινεί τους φιλόμουσους και ευεργέτες ομογενείς της Μαγκεστρίας για την προσφορά τους. (Γ.Α.Κ., Θ. 177, φ.1, έγγρ. με αριθ. 26753, 19 Ιουλίου 1844, του Δαμιανού Γ. προς την πρυτανεία του Πανεπιστημίου). Αλλά και οι πανεπιστημιακοί φροντίζουν, όπως προαναφέρθηκε, για τον εμπλουτισμό των εργαστηρίων τους. Το 1843, ο καθηγητής Φαρμακολογίας Ν. Κωστής, έχοντας προσωπική γνωριμία με Γερμανό έμπορο φαρμάκων, παρήγγειλε φαρμακολογική συλλογή (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 32976, 4 Μαΐου 1843, εν Αθήναις, του Δ. Λάνδερερ προς το πρυτανείο).

Από τον κατάλογο των χειρουργικών οργάνων που διασώζεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους παρουσιάζουμε μέρος των χειρουργικών εργαλείων που έλαβε ο καθηγητής Ιωάννης Ολύμπιος για τον εξοπλισμό της ιατρικής σχολής το 1845.

Πηγή: Γ.Α.Κ., Θ. 177, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 29447, εν Αθήναις, 30 Ιανουαρίου 1845.

 

Στις δυνητικές πηγές άντλησης οικονομικών πόρων για την υλοποίηση του εγχειρήματος περιλαμβάνονται όχι μόνο χρηματικά ποσά, αλλά και κληροδοτήματα, όπως κτήματα, οικόπεδα, και αγροκτήματα. Σε έγγραφο του 1845 διασώζεται αναλυτική κατάσταση με  τα ονόματα των δωρητών και το είδος των δωρεών που προσέφεραν. Μεταξύ αυτών αναφέρονται τα ονόματα του Δημητρίου Μαυροκορδάτου, που κληροδότησε οικία στην οδό Αδριανού, του Χριστόδουλου Ρώσσιου, που κληροδότησε μέρος από κτήμα 80 ελαιοδένδρων και του Χατζή Παρθένιου Πετράκη, που κληροδότησε αγρό πέντε στρεμμάτων στο Παγκράτι προς το μέρος του σταδίου. (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. αριθ. πρωτ. 996, 7 Νοεμβρίου 1844, του πρύτανη Ν. Βάμβα προς τη Γραμματεία. Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. αριθ. πρωτ. 28193, 8  9βρίου 1844). Ακόμη, το ποσό των 39.413, 27 δραχμών κατατέθηκε «επ’  ονόματι της επί των συνδρομών προς ανέγερσιν ελληνικού Πανεπιστημίου επιτροπής», όπως πληροφορούμαστε από έγγραφο του πρύτανη Μανούσου προς τη Γραμματεία. (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 1373, 12 Ιανουαρίου 1846, εν Αθήναις, του πρύτανη Μανούσου προς τη Γραμματεία). Σύμφωνα με δήλωση της πρυτανείας, ο αρχιμανδρίτης Χρύσανθος Πενέτης δώρησε στο Πανεπιστήμιο «τριάκοντα καισαροβασιλικά φλωρία». (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. 28193). Μεταξύ των κληροδοτημάτων των εκκλησιαστικών προσώπων περιλαμβάνεται και η κληροδοσία του πρώην επισκόπου Βυδίνης Παΐσιου, ο οποίος άφησε κληροδότημα στο Πανεπιστήμιο δια διαθήκης το ποσό των 1.000 δραχμών (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. αριθ. πρωτ. 5, 10 Δεκεμβρίου 1846, της επιτροπής προς το Υπουργείο). Χρηματικά ποσά προσέφεραν, επίσης, οι Γεώργιος Μεταξάς 7.836 δραχμές, ο Δημήτριος Γουλιανίτης 2.580,37, ο Ιωάννης Ζανής Στεφάνου Σκυλίτσης 1.000 δραχμές, ο Λεόντιος και Στέργιος Ιωάννου Πιπέρης 93,60 δραχμές, ο Δημήτριος Φάφαλης 28,50 δραχμές. (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. με αριθ. πρωτ. 28.193, 8  9βρίου 1844) και ο επίσκοπος Ύδρας Γεράσιμος 1.000 δραχμές (Γ.Α.Κ., Θ. 178, φ. 1, έγγρ. αριθ. πρωτ. 8472).

Το Πανεπιστήμιο Αθηνών ιδρύεται το 1837 με προσανατολισμούς εθνοκεντρικούς, μετακένωσης των φώτων στην Ανατολή και προσκόλλησης στο αρχαιοελληνικό παρελθόν. Καθώς ιδρύεται σε μια ρομαντική περίοδο της νεοελληνικής ιστορίας, συγκινεί και κινητοποιεί τους ευεργέτες της μεταναστευτικής διασποράς που συνδράμουν στην προσπάθεια, εξαιτίας κυρίως των συναισθηματικών σχέσεων του ισχυρού οικονομικά παράγοντα του ελληνισμού προς το εθνικό κέντρο. Το παράδειγμα των επωνύμων διαχέεται και στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα που το υιοθετούν, με συνέπεια ευεργέτες και άλλοι δωρητές να συνεισφέρουν στην ίδρυση του πρώτου Πανεπιστημίου.

 

ΠHΓEΣ KAI BIBΛIOΓPAΦIA

 

1. ΠHΓEΣ

Γενικά Aρχεία του Kράτους, [Γ.Α.Κ.] (1990) Oθωνικό Aρχείο, Γραμματεία Eκκλησιαστικών και Παιδείας. Kλάδος B΄ (Παιδείας). [Bιβλιοθήκη Γενικών Aρχείων του Kράτους (Διεύθυνση N. Kαραπιδάκης), Δημόσια Aρχεία- Aρχειακές Συλλογές, αρ. 17 (Iούνιος 1989-Mάρτιος 1990),  Aθήνα]. Θ. 178,φ.1,  Θ. 175,Φ.1, Θ. 176,Φ.1, Θ. 177,Φ.1.  

Ε.τ.Κ., φ. 16, 24 Απριλίου 1837.

Ε.τ.Κ., φ. 1, 23 Δεκεμβρίου 1838.

Ε.τ.Κ., φ. 1,4 Ιανουαρίου 1839.

Ε.τ.Κ., φ. 17, 26 Αυγούστου 1840.

Παρίση, Σ. Μ., (1884), Ανωτέρα και Μέση Εκπαίδευσις ήτοι συλλογή των διεπόντων την Ανωτέραν και Μέσην Εκπαίδευσιν, Νόμων, Β. Διαταγμάτων και Εγκυκλίων του επί των Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως Υπουργείου από του 1833- 1884, Αθήναι.

 

 

2. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 

 

Δημαράς, K.Θ. (1982) Eλληνικός Pωμαντισμός  στο 7 Nεοελληνικά Mελετήματα. (Aθήνα, Eρμής).

Mάουρερ, Γκέοργκ Λούντβιχ (1976) O Eλληνικός Λαός: Δημόσιο, Iδιωτικό και Eκκλησιαστικό Δίκαιο από την έναρξη του αγώνα για την ανεξαρτησία ως την 31 Iουλίου 1834. Mετ. Pομπάκη, Όλγας. (Aθήνα, Tολίδης).

Mouzelis, Ν. (1978) Modern Greece: Facets of Underdevelopment. Holmes and Meier Puplishers Inc., New York. 

Mπουζάκης, Σήφης (1987) Nεοελληνική Eκπαίδευση (1821-1985). (Aθήνα, Gutenberg).

Σακκής, Δ. A. (1997) H Eκπαίδευση στις Nοτιοδυτικές Kυκλάδες κατά την A΄ Oθωνική περίοδο (1833- 1843). (Aθήνα, Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφελίμων Bιβλίων).

Σακκής, Δ.Α. (2001) Νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος (1833-1848): οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές συνιστώσες της εκπαιδευτικής πραγματικότητας, τ. Α΄. (Αθήνα, Τυπωθήτω).

Σακκής, Δ. Α. «Εκπαιδευτικές διαστάσεις του ελληνικού ευεργετισμού κατά τον ΙΘ΄ αιώνα», Πρακτικά του Γ΄ Διεθνούς Συνεδρίου Κυθηραϊκών Μελετών (υπό δημοσίευση).

Σκαρπαλέζος, Αρ. (1964) Από την Ιστορία του Πανεπιστημίου Αθηνών, (Ιστορικά κείμενα και ιστορικά στοιχεία). Αθήναι. 

Σκοπετέα, Έλλη (1988) Tο “Πρότυπο Bασίλειο” και η Mεγάλη Iδέα. Όψεις του εθνικού προβλήματος στην Eλλάδα (1830- 1880). (Aθήνα, Πολύπτυχο).

Tσαούσης, Δ. Γ. (1983) Eλληνισμός και Eλληνικότητα. Tο πρόβλημα της νεοελληνικής ταυτότητας στο: Tσαούσης, Δ.Γ. (επιμ.) Eλληνισμός- Eλληνικότητα: Iδεολογικοί και βιωματικοί άξονες της νεοελληνικής κοινωνίας. (Aθήνα, Eστία).

Tσουκαλάς, K. (1987) Eξάρτηση και αναπαραγωγή. O κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Eλλάδα (1830- 1922). (Aθήνα, Θεμέλιο).

Χρήστου, Θ. (1998) Κωνσταντίνος Δ. Σχινάς, Η ζωή, το  έργο, η εποχή του. (Aθήνα, Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφελίμων Bιβλίων).