Το
προφίλ του/της Έλληνα/νίδας μουσουλμάνου/ας φοιτητή/τριας
του
Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης
του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης
Αθανάσιος ΚΑΡΑΦΥΛΛΗΣ
Επίκουρος Καθηγητής Π.Τ.Δ.Ε. του Δ.Π.Θ
Περίληψη
Το 1996 με Υπουργική Απόφαση του τότε Υπουργού
Παιδείας Γεωργίου Παπανδρέου ορίζεται ποσοστό 0,5% επί του αριθμού των
εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση για τους μουσουλμάνους μαθητές απόφοιτους
των σχολείων της δευτεροβάθμιας στη Δ.
Θράκη, μετά από τη συμμετοχή τους στις ανάλογες εξετάσεις.
Μετά το πέρας μιας δεκαετίας από την εφαρμογή του
μέτρου αυτού, σύμφωνα με την παραπάνω Υπουργική Απόφαση, μπορούν να εξαχθούν τα
πρώτα συμπεράσματα. Η έρευνά μου έδειξε πως οι περισσότεροι μουσουλμάνοι που
εισήχθησαν στα Παιδαγωγικά Τμήματα Δημοτικής Εκπαίδευσης της χώρας επεδίωξαν
και κατάφεραν την μετεγγραφή τους στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης
του Δ.Π.Θ., αφού πρώτοι αυτοί πληρούσαν
τα κοινωνικοοικονομικά κριτήρια των μετεγγραφών εσωτερικού, γεγονός που
αποδεικνύει ότι με μεγάλη δυσκολία φαίνονται διατεθειμένοι να εγκαταλείψουν το
ζωτικό τους χώρο. Επίσης διαπιστώνεται ότι από τις τρεις κατευθύνσεις σπουδών
του Τμήματος προτιμούν την κατεύθυνση Παιδαγωγικής-Ψυχολογίας. Αποφεύγουν στην πλειοψηφία τους την κατεύθυνση των ανθρωπιστικών σπουδών
εξαιτίας των δυσκολιών στην ελληνική γλώσσα. Όσον αφορά τις Πτυχιακές τους
διατριβές, η θεματολογία τους αποτελεί έρευνες που σχετίζονται με τη
μουσουλμανική μειονότητα και την εκπαίδευσή της. Αξιοσημείωτη επίσης διαπίστωση
αποτελεί και η μεγάλη συμμετοχή των μουσουλμάνων φοιτητριών, παρά τις απόψεις
της μουσουλμανικής θρησκείας για τη θέση της γυναίκας.
Abstract
In
Ten years after the implementation of this
measure, according to the aforementioned ministerial decision, the first
conclusions can be drawn. My research has shown that most of the Moslems who
were admitted to the Greek Pedagogical Departments were aiming at, and managed
to be transferred to the Pedagogical Department of Primary Education of the
Democritus University of Thrace, provided they met the socioeconomic
requirements of transfers in Greece - a fact that revealed their great
difficulty in leaving their places of residence. The research has also shown
that, of the three courses offered in the Department, they prefer
Pedagogy/Psychology. The majority of them avoid taking up the course of Human
Studies due to the difficulty they have with the Greek language. As regards
their dissertations, they are mostly research into the Muslim minority and its
education. Another remarkable point is the great participation of female Muslim
students despite the views of the Muslim religion concerning the position of
women.
1.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Με την υπ. αριθ. 152.11/Β3/790 (28-2-1996), ΦΕΚ 129/5-3-1996,
Υπουργική Απόφαση του τότε Υπουργού Παιδείας Γεωργίου Παπανδρέου που αφορά τον
«Καθορισμό θέσεων υποψηφίων που προέρχονται από τη μουσουλμανική μειονότητα της
Θράκης για εισαγωγή στα Α.Ε.Ι., Τ.Ε.Ι. και ΑΣΕΤΕΜ/ΣΕΛΕΤΕ»,
ορίζεται «ποσοστό θέσεων 0,5% επί του αριθμού εισακτέων….. για κάθε σχολή ή
τμήμα σχολής ΑΕΙ…», εκτός των θεολογικών σχολών της χώρας, «…για όσους από τους
υποψηφίους με το σύστημα των εξετάσεων προέρχονται από τη μουσουλμανική
μειονότητα της Θράκης και συμμετέχουν στα μαθήματα γενικής αξιολόγησης και στα
ειδικά μαθήματα ή δοκιμασίες όπου αυτά απαιτούνται».
Σήμερα στη Δ. Θράκη
κατοικούν αρμονικά χριστιανοί και μουσουλμάνοι. Η μουσουλμανική μειονότητα της
ελληνικής Θράκης αριθμεί 130.000 περίπου μέλη και αποτελεί το 35% του συνολικού πληθυσμού της
περιοχής. Υπολογίζεται ότι οι μουσουλμάνοι αποτελούν το 43% των κατοίκων του
νομού Ξάνθης, το 55% του νομού Ροδόπης και το 5,5% του νομού Έβρου. Σημειώνεται
ότι σε σύνολο 498 οικισμών που υπάρχουν στην περιοχή μόνον οι 60 (δηλ. ποσοστό 12%)
έχουν μικτό πληθυσμό, ενώ οι υπόλοιποι χωρίζονται σε 213 οικισμούς με αμιγή
μουσουλμανικό και σε 225 με αμιγή χριστιανικό πληθυσμό.
Τα παιδιά της μουσουλμανικής μειονότητας η οποία έχει
αναγνωριστεί με τη συνθήκη της Λοζάννης το 1923,
έχουν δύο δυνατότητες εκπαίδευσης: στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, ή να φοιτήσουν
στα μειονοτικά σχολεία, ή να επισκεφθούν τα κοινά δημοτικά σχολεία της χώρας,
ενώ για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση τους προσφέρονται τα Ιεροσπουδαστήρια ή
μειονοτικά Γυμνάσια και Λύκεια ή τα Γυμνάσια και τα Λύκεια όλων των τύπων που
φοιτούν τα παιδιά της πλειονότητας.
Η πρωτοβάθμια εκπαίδευση παρέχεται στους μουσουλμάνους
μαθητές σε 223 μειονοτικά δημοτικά σχολεία που λειτουργούν σε ολόκληρη την
ελληνική Θράκη. Σ’ αυτά φοιτούν σήμερα
6.928 μαθητές , από τους οποίους οι 3.364 είναι κορίτσια και οι 3.564 είναι
αγόρια.
Το επίσημο εκπαιδευτικό μας σύστημα επιβάλλει, σύμφωνα
με τα διμερή Πρωτόκολλα του ’58 και ΄68 (μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας), (Κανακίδου 1994, Μπαλτσιώτη 1998) σε
όλους ανεξαιρέτως τους μαθητές την εκμάθηση της τουρκικής γλώσσας, θεωρώντας
αυτήν ως μητρική γλώσσα σε όλο τον μουσουλμανικό πληθυσμό, αν και μέσα σε αυτόν
υπάρχουν τρεις ομαδόσεις: οι Τουρκογενείς, οι Πομάκοι και οι Αθίγγανοι. Σε όλες τις παραπάνω ομαδόσεις, η ελληνική θεωρείται ως δεύτερη μητρική γλώσσα·
με άλλα λόγια το επίσημο εκπαιδευτικό σύστημα της ελληνικής Πολιτείας εισάγει
τους μουσουλμάνους μαθητές στην τυπική πρωτοβάθμια εκπαίδευση ως εκ προοιμίου
δίγλωσσους, πράγμα που βέβαια δεν ισχύει για τις δύο εκ των τριών
προαναφερθέντων ομάδων, για τις οποίες τόσο η ελληνική όσο και η τουρκική
γλώσσα είναι στην πραγματικότητα ξένες.
Απόρροια της παραπάνω
θεώρησης αποτελεί έτσι η πρωτοφανής παγκοσμίως οργάνωση του Αναλυτικού
Προγράμματος ως δίγλωσσου, με διασπορά των μαθημάτων στις δύο γλώσσες: Ο
μουσουλμάνος μαθητής διδάσκεται τα Τουρκικά, τα Μαθηματικά, Θρησκευτικά
(αραβική γραφή), Αισθητική Αγωγή και Γυμναστική (σήμερα μόνο στα σχολεία με
μικρό αριθμό μαθητών) στην τουρκική γλώσσα και στην ελληνική γλώσσα το μάθημα
της Γλώσσας, την Ιστορία, τη Γεωγραφία, Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή και Εμείς
και ο κόσμος (Κανακίδου 1994, Καρακατσάνης
Π., Καραφύλλης Α., 2002). Κατά συνέπεια, από την
πρώτη ήδη τάξη του δημοτικού σχολείου, οι περισσότεροι μουσουλμάνοι μαθητές
διδάσκονται τόσο την τουρκική όσο και την ελληνική γλώσσα, ωσάν να ήταν
εξοικειωμένοι και με τις δύο γλώσσες ήδη από το στενό οικογενειακό και
κοινωνικό τους περίγυρο. Υπάρχει όμως η δυνατότητα φοίτησης, για τα παιδιά που
το επιθυμούν, στα δημόσια Δημοτικά σχολεία, μια δυνατότητα που τα τελευταία
χρόνια επιλέγουν όλο και περισσότεροι γονείς για τα παιδιά τους.
Ως
προς την οργανικότητά τους 179 δημοτικά σχολεία είναι
διθέσια (ένας δάσκαλος για το ελληνόγλωσσο πρόγραμμα και ένας για το
τουρκόφωνο), 28 είναι τετραθέσια (δυο για το ελληνόγλωσσο πρόγραμμα και δυο για
το τουρκόφωνο) και 7 είναι εξαθέσια (τρεις για το
ελληνόγλωσσο πρόγραμμα και τρεις για το τουρκόφωνο). Στα τετραθέσια και άνω
μειονοτικά δημοτικά σχολεία υπηρετούν πάντοτε ίσος αριθμός δασκάλων του
ελληνόγλωσσου και του τουρκόγλωσσου προγράμματος.
Σημειώνεται ότι σε όλα τα μειονοτικά σχολεία ο διευθυντής είναι πάντοτε
μουσουλμάνος, ενώ ο υποδιευθυντής χριστιανός.
Στα μειονοτικά
δημοτικά σχολεία υπηρετούν για τη διδασκαλία των μαθημάτων του τουρκόγλωσσου προγράμματος 408 δάσκαλοι, από τους οποίους
οι 327 είναι απόφοιτοι της Ειδικής Παιδαγωγικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης (ΕΠΑΘ),
οι 57 είναι απόφοιτοι τουρκικών Διδασκαλείων, οι 16 είναι απόφοιτοι
Ιεροσπουδαστηρίων και οι 8 μετακλητοί από την Τουρκία (Καραφύλλης,
2000). Για τη διδασκαλία των μαθημάτων του ελληνόγλωσσου προγράμματος υπηρετούν
στα μειονοτικά δημοτικά σχολεία 408 συνολικά εκπαιδευτικοί, απ΄
τους οποίους οι 363 είναι δάσκαλοι, οι 20 καθηγητές της αγγλικής γλώσσας και οι
25 γυμναστές. Η αναλογία μαθητών ανά σχολείο είναι 32,84, ενώ η αναλογία
μαθητών ανά εκπαιδευτικό είναι 8,98.
Η δίγλωσση
δευτεροβάθμια εκπαίδευση παρέχεται σε δυο μειονοτικά Γυμνάσια-Λύκεια που
λειτουργούν ανά ένα στην Ξάνθη και στην Κομοτηνή αντίστοιχα και σε δυο Ιεροσπουδαστήρια
που λειτουργούν στον Εχίνο και στην Κομοτηνή. Στα
σχολεία αυτά η κατανομή των μαθημάτων στην ελληνική και τουρκική γλώσσα γίνεται
όπως και στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, δηλ. στην τουρκική διδάσκονται τουρκικά,
μαθηματικά, χημεία, φυσική, φυσική αγωγή και μουσική, ενώ τα υπόλοιπα στην
ελληνική γλώσσα. Παράλληλα στον ορεινό όγκο της Ξάνθης και της Ροδόπης
λειτουργούν πέντε (5) δημόσια γυμνάσια με ελληνόγλωσσο πρόγραμμα, στα οποία
φοιτούν μόνο μουσουλμάνοι μαθητές. Οι μαθητές αυτοί όμως μπορούν να φοιτήσουν
και στα δημόσια Γυμνάσια και Ενιαία Λύκεια της Θράκης, σε συμφοίτηση
με τους χριστιανούς μαθητές.
Στα μειονοτικά γυμνάσια Ξάνθης και Κομοτηνής φοιτούν
σήμερα 831 (27%) μαθητές, ενώ στα δημόσια γυμνάσια και των τριών νομών της
Θράκης φοιτούν 2.217 (73%) μουσουλμάνοι. Σημειώνεται εδώ ότι κατά το σχολικό
έτος 1989-1990 σε όλα τα γυμνάσια της περιοχής φοιτούσαν συνολικά 618 μαθητές,
από τους οποίους οι 228 στα δύο μειονοτικά γυμνάσια και οι 390 στα δημόσια
γυμνάσια. Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι έχουμε τετραπλασιασμό και
εξαπλασιασμό αντίστοιχα των μουσουλμάνων μαθητών στα γυμνάσια της περιοχής. Η
πραγματικότητα αυτή δημιουργεί σοβαρά εκπαιδευτικά προβλήματα στην ένταξη των
μουσουλμάνων μαθητών στα δημόσια γυμνάσια, επειδή το εκπαιδευτικό σύστημα δεν
είναι επαρκώς προετοιμασμένο να τα διαχειριστεί και να τα αντιμετωπίσει με
αποτελεσματικό τρόπο.
Στα Λύκεια της Δ. Θράκης φοιτούν σήμερα 1.276
μουσουλμάνοι μαθητές, από τους οποίους οι 334 (26%) στα δύο μειονοτικά Λύκεια
και στα δύο Ιεροσπουδαστήρια, ενώ οι 942 (74%) στα δημόσια Λύκεια και των τριών
νομών.
Τέλος, στο χώρο της Δ. Θράκης λειτουργούν 24 νηπιαγωγεία, στα οποία
φοιτούν μόνο μουσουλμάνοι μαθητές, ενώ σημαντικός είναι και ο αριθμός εκείνων
που φοιτούν σε νηπιαγωγεία, στα οποία η πλειονότητα των μαθητών είναι
χριστιανοί.
2. ΟΙ
ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΙ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΣΤΟ Π.Τ.Δ.Ε. ΤΟΥ Δ.Π.Θ.
Το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο
είναι το Α.Ε.Ι. εκείνο της χώρας μας που έχει τους περισσότερους μουσουλμάνους
φοιτητές κυρίως γιατί, εκτός αυτών που εισάγονται απ’ ευθείας σε αυτό με το
σύστημα των πανελληνίων εξετάσεων, η πλειοψηφία των
υπολοίπων εισαχθέντων στα υπόλοιπα Πανεπιστήμια της χώρας μετακινούνταν με το
σύστημα των μετεγγραφών που ίσχυε μέχρι το 2004, στις σχολές του Πανεπιστημίου
μας. Όπως είναι γνωστό το ισχύον έως το 2004 σύστημα μετεγγραφών εσωτερικού
έδινε τη δυνατότητα σε οικονομικά ασθενέστερους φοιτητές να μετεγγράφονται στο πλησιέστερο Πανεπιστήμιο στον τόπο καταγωγής τους. Επειδή
οι μουσουλμάνοι της Δ. Θράκης είναι στην μεγάλη τους πλειοψηφία
από τους οικονομικά ασθενέστερους πολίτες της χώρας, λογικό εμφανίζεται οι
περισσότεροι των εισαχθέντων σε Τμήματα άλλων Πανεπιστημίων να διέθεταν, πρώτοι
από όλους, τα κριτήρια μετεγγραφής για να εισαχθούν στο Δημοκρίτειο.
Ως βασικότερος παράγοντας μετεγγραφής εμφανίζεται
λοιπόν ο οικονομικός, μια και οι φοιτητές στην πλειοψηφία
τους προέρχονται από οικογένειες αγροτικές ή εργατών. Σίγουρα όμως δεν θα
πρέπει να αγνοηθεί και ο κοινωνικός παράγοντας, μια και στην υπόλοιπη χώρα ο
δεν αισθάνονται ότι θα τύχουν αν όχι της πλήρους αποδοχής του πληθυσμού,
τουλάχιστον της ανοχής του. Η διασφάλιση των δικαιωμάτων τους εξάλλου ως
μειονοτικών που απορρέουν από τη συνθήκη της Λοζάννης,
δεν ισχύει για πέραν του Νέστου περιοχές της χώρας μας.
Στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης φοίτησαν ή
φοιτούν οι περισσότεροι των μουσουλμάνων της Δ. Θράκης που επιθυμούν να
ασκήσουν το επάγγελμα του δασκάλου. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί
ότι από την ακαδημαϊκή χρονιά 2004/05 με την αλλαγή του τρόπου μετεγγραφών των
φοιτητών εσωτερικού έχει αρχίσει να περιορίζεται η παρουσία των μουσουλμάνων
στο Τμήμα μας: λυπηρό είναι όμως ότι η πλειοψηφία
αυτών που εισάγονται σε άλλα πανεπιστημιακά Τμήματα εγκαταλείπουν τις σπουδές
τους και περισσότεροι δεν τις αρχίζουν καν, για λόγους που προαναφέρθηκαν.
2. 1 Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ/ΤΡΙΩΝ ΤΟΥ Π.Τ.Δ.Ε./Δ.Π.Θ.
Συγκεκριμένα, απ’ ευθείας στο Τμήμα μας έχουν εγγραφεί
μέχρι σήμερα συνολικά 33
μουσουλμάνοι φοιτητές. Από αυτούς εισήχθησαν, μέχρι το ακαδημαϊκό έτος 2005/06,
απ’ ευθείας στο Τμήμα μας 7 φοιτητές με το σύστημα των πανελληνίων
εξετάσεων και ένας με το σύστημα εξομοίωσης (βάσει του Π.Δ. 130/1992), ενώ οι
υπόλοιποι 25 έχουν εγγραφεί με το σύστημα των μετεγγραφών από άλλα
Παιδαγωγικά Τμήματα της χώρας, στα οποία επίσης εισήχθησαν με το σύστημα των
πανελληνίων εξετάσεων. Ο φοιτητής που εισήχθη με το σύστημα της εξομοίωσης ήταν
δάσκαλος εν ενεργεία με σπουδές στην Ειδική Παιδαγωγική Ακαδημία Θεσσαλονίκης
και εγγράφηκε στο Τμήμα το 1995 και αποφοίτησε από αυτό το 2003. Ο πρώτος
φοιτητής με το ισχύον σύστημα εγγράφηκε στο Τμήμα στις 21/09/1998 και η πρώτη
αποφοίτηση-ορκωμοσία μουσουλμάνου/ας πραγματοποιήθηκε στις 9/7/2002. Η αναλογία
φύλου θα λέγαμε πως είναι ισοβαρής αφού το 51,5% είναι αγόρια και το 48,5%
είναι κορίτσια. Ως προς το σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που έχουν
αποφοιτήσει: το 78,8% προέρχεται από το Ενιαίο Λύκειο, το 9,1% από
Τεχνικό-Επαγγελματικό Λύκειο και το 12,1% από μειονοτικό Λύκειο ή
Ιεροσπουδαστήριο. Όσον αφορά τον τόπο καταγωγής τους από τον γεωγραφικό χώρο
της Θράκης, από τους 33 συνολικά φοιτητές/τριες
το 75,8% κατάγεται από το νομό Ροδόπης, το 15,2% από το νομό Έβρου και το 9,1%
από το νομό Ξάνθης. Το 27,3% του συνόλου των μουσουλμάνων φοιτητών προέρχεται
από αστική περιοχή (τις πρωτεύουσες των τριών νομών της Θράκης), το 21,2% από
ημιαστικές περιοχές (λ.χ. Ίασμος, Σάππες)
και το 51,5% από χωριά της Θράκης, τα οποία όμως βρίσκονται χιλιομετρικά πολύ
κοντά στις αστικές και ημιαστικές περιοχές. Όσον αφορά το επάγγελμα πατρός, το
οποίο προσδιορίζει κατά βάση την κοινωνικοοικονομική τους προέλευση, σε ποσοστό
66,7% έχουν πατέρα αγρότη, 15,2% ελεύθερο επαγγελματία και 9,1% δάσκαλο. Όλες
οι περιοχές από τις οποίες προέρχονται οι φοιτητές μας κατοικούνται κυρίως από
μεικτούς πληθυσμούς (χριστιανούς και μουσουλμάνους). Η πλειοψηφία
των μουσουλμάνων κατοίκων της Θράκης στις μεταξύ τους συναναστροφές
χρησιμοποιεί τη μητρική τους γλώσσα, ενώ στην επαφή τους με την χριστιανική
πληθυσμιακή ομάδα την ελληνική γλώσσα, μια πρακτική που συνεισφέρει τα μέγιστα
στην βελτίωση της χρήσης της ελληνικής γλώσσας απ’ αυτούς.
3.
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΕΣ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΤΟΥ Π.Τ.Δ.Ε.
ΤΟΥ Δ.Π.Θ. ΣΕ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ
Για τη διερεύνηση των βαθμολογικών αποδόσεων των μουσουλμάνων
φοιτητών μας επιλέχθηκαν τρία υποχρεωτικά μαθήματα από τους τρεις Τομείς που
λειτουργούν στο Τμήμα μας. Η επιλογή των μαθημάτων αυτών έγινε πρώτον, γιατί
θεωρούμε ότι είναι από τα αντιπροσωπευτικότερα των τριών Τομέων του Τμήματός
μας και δεύτερον, γιατί διδάσκονται στα πρώτα Εξάμηνα σπουδών και όλοι σχεδόν
οι μουσουλμάνοι φοιτητές μας θα έχουν εξετασθεί τουλάχιστον από μία φορά σε
καθένα από αυτά, εφόσον ορισμένοι από αυτούς βρίσκονται στις αρχές των σπουδών
τους. Στην καταγραφή και ανάλυση των δεδομένων που παρουσιάζουμε λαμβάνεται
υπόψη, α) η πρώτη φορά που εξετάζεται ένας μουσουλμάνος φοιτητής στα μαθήματα
που αναφέρονται και β) η φορά που ο φοιτητής έχει περάσει το μάθημα. Από τον
Τομέα Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας επιλέχθηκαν τα μαθήματα Γενική Ψυχολογία και
Εισαγωγή στην Παιδαγωγική αμφότερα του Α΄ Εξαμήνου
και Διδακτική Μεθοδολογία Ι του Δ΄ Εξαμήνου. Από τον
Τομέα Θετικών Επιστημών
μελετώνται οι βαθμολογίες στα μαθήματα Άλγεβρα του Α΄
Εξαμήνου, Αρχές Χημείας του Β΄ Εξαμήνου και
Αρχές Φυσικής του Γ΄ Εξαμήνου. Από τον Τομέα Ανθρωπιστικών
και Κοινωνικών Επιστημών
επιλέχθηκαν το μάθημα Δομή της Ελληνικής γλώσσας, του Α΄
Εξαμήνου, Σύνταξη και Λόγος της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Β΄
Εξαμήνου και Παιδική Λογοτεχνία του Γ΄ Εξαμήνου.
Συγκεκριμένα, στα μαθήματα του Τομέα
Παιδαγωγικής-Ψυχολογίας, στην Εισαγωγή στην Παιδαγωγική, κατά την πρώτη
εξέταση, το 45,4% των φοιτητών βαθμολογείται με 5-6, ένα 21,2% από 7-9 και το
υπόλοιπο ποσοστό 24,3% από 1-3, ενώ προκύπτει και ένα 9,1% που δεν έχει εξετασθεί
ακόμη καμία φορά στο συγκεκριμένο μάθημα. Στην εξέταση που οι φοιτητές έχουν
περάσει το παραπάνω μάθημα τα ποσοστά είναι: 66,7% με βαθμό 5-6, 21,2% με 7-9
ενώ το 12,1% δεν έχει κατοχυρώσει θετική βαθμολογία. Στη Γενική Ψυχολογία αντίστοιχα για την πρώτη
φορά το 39,4% βαθμολογείται με 5-6, το 21,3% με 7-9 και το 36,4% με 2-4, ενώ
για την κατοχύρωση του μαθήματος το 60,4% με 5-6, 30,4% με 7-9 και το 9,1% δεν
έχει αποσπάσει θετική βαθμολογία. Στη Διδακτική Μεθοδολογία Ι, για την πρώτη
φορά, το 30,3% βαθμολογείται με 5-6, το 36,3% με 7-8 και ένα 33,3% δεν έχει
εξετασθεί ακόμη, κυρίως εξαιτίας της διδασκαλίας του στο Δ΄
εξάμηνο σπουδών, ενώ ως προς την θετική έκβαση του μαθήματος το 45,5% έχει
βαθμό 5-6, 39,3% 7-8 και ένα ποσοστό 15,2% δεν έχει περάσει ακόμη.
Στα μαθήματα του Τομέα Θετικών Επιστημών στο μάθημα της
Άλγεβρας, για την πρώτη φορά εξέτασης, μόνον το 33,3% έχουν βαθμό από 5-7, ενώ
η πλειοψηφία έχει βαθμό κάτω της βάσης (57,6%) και
9,1% δεν έχει εξετασθεί ακόμη. Κατά την μέτρηση της επιτυχούς φοράς το 66,7%
βαθμολογείται με 5-6, το 12,1% με 6-8 ενώ το 21,2% δεν έχει περάσει ακόμη το
μάθημα. Στο μάθημα Αρχές Χημείας το 30,3% έχει βαθμό 5-6, μόνον το 9,1%
βαθμολογείται με 7-10 ενώ το 48,4% βαθμολογείται με 1-4. Και στο μάθημα αυτό,
αν και είναι του Β΄ Εξαμήνου το 12,1% των φοιτητών
δεν έχει εξετασθεί ούτε μία φορά. Κατά τη δεύτερη μέτρηση το 72,8%
βαθμολογείται με 5-6, το 18,1% με 7-9 και το 9,1% δεν έχει περάσει ακόμη. Στο
μάθημα Αρχές Φυσικής κατά την πρώτη μέτρηση μόνον το 21,1% έχει καταφέρει να
εξασφαλίσει βαθμολογία από 5-8, ενώ το 42,4% έχει βαθμολογηθεί με 1-3 και ένα
μεγάλο ποσοστό 36,4% δεν έχει εξετασθεί ακόμη σ’ αυτό. Κατά τη δεύτερη μέτρηση
το 57,6% βαθμολογείται με 5-6 και το 12,1% με 7-8, ενώ το 30,3% δεν έχει
περάσει ακόμη.
Στον Τομέα των Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών και
στο μάθημα Δομή της Νεοελληνικής Γλώσσας, κατά την πρώτη μέτρηση, μόνον το 9,1%
των μουσουλμάνων φοιτητών έχει βαθμολογηθεί με 5-6, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό
78,8% δεν έχει καταφέρει να περάσει τη βάση και ένα 12,1% δεν έχει επιχειρήσει
να εξετασθεί ούτε μία φορά. Κατά τη δεύτερη μέτρηση το 33,4% βαθμολογείται με
5-6 και μόνον ένα 3% με 7, ενώ το 63,6% δεν έχει καταφέρει να περάσει το
μάθημα. Παρόμοια ποσοστά παρατηρούνται και στο μάθημα Σύνταξη και Λόγος της
Νεοελληνικής Γλώσσας, αφού κατά την πρώτη μέτρηση μόνον το 12,2% έχει καταφέρει
να βαθμολογηθεί με 5-6, ενώ κατά τη δεύτερη μέτρηση το 30,3% βαθμολογείται με
5-6, ένα 3% με 8 και το υπόλοιπο ποσοστό 66,6% δεν έχει περάσει το μάθημα. Και
στο τρίτο μάθημα του ίδιου Τομέα, αυτό της Παιδικής Λογοτεχνίας, καταγράφονται
παρόμοια ποσοστά, αφού, κατά την πρώτη μέτρηση μόνον το 9,1% των φοιτητών έχει
βαθμό 5-6, το 57,6% έχει βαθμό 1-4, ενώ το 33,3% δεν έχει εξετασθεί καμία φορά
στο μάθημα αυτό του Γ΄ Εξαμήνου. Κατά τη δεύτερη
μέτρηση 18,2% βαθμολογείται με 5-6, 12,1% με 7-9 και το 69,7% δεν έχει
κατορθώσει να περάσει.
Ως προς την επιλογή Ειδίκευσης που γίνεται στο
ΣΤ΄ Εξάμηνο σπουδών υποχρεωτικά από όλους τους
φοιτητές του Π.Τ.Δ.Ε. του Δ.Π.Θ.,
το σύνολο των μουσουλμάνων φοιτητών που φοιτούν μετά το ΣΤ΄
Εξάμηνο έχει επιλέξει τα μαθήματα κατεύθυνσης του Τομέα Παιδαγωγικής και
Ψυχολογίας.
4. ΠΤΥΧΙΑΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΚΑΙ
ΠΤΥΧΙΟ
Μέχρι σήμερα έχουν εκπονηθεί από μουσουλμάνους
φοιτητές στο 8ο εξάμηνο σπουδών 5 Πτυχιακές εργασίες, οι οποίες στο
σύνολό τους σχετίζονται με την εκπαίδευση της μουσουλμανικής μειονότητας. Τα
θέματα που πραγματεύτηκαν, είτε ατομικά ή ομαδικά, είναι:
«Η διδακτική
σχέση μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης γλώσσας και η επίδρασή της στις
προσδοκίες των Μουσουλμάνων μαθητών της Δ. Θράκης» (Βαθμός: 8,8)
«Στερεότυπες
αντιλήψεις στα βιβλία γλώσσας της ΣΤ΄ τάξης του
Τουρκόφωνου προγράμματος στα μειονοτικά σχολεία της Θράκης» (Βαθμός: 10)
«Κριτική θεώρηση των περιεχομένων του
γλωσσικού μαθήματος στις τρεις πρώτες τάξεις του Τούρκικου Δημοτικού Σχολείου»
(Βαθμός: 9)
«Ανάκληση
προτάσεων από δίγλωσσα άτομα με μητρική την Τούρκικη γλώσσα» (Βαθμός: 8,85)
«Τα μουσουλμανικά
σχολεία της Δ. Θράκης: Το βιβλίο της γλώσσας για την Ε΄
τάξη του τουρκόγλωσσου προγράμματος» (Βαθμός: 9)
Ο πρώτος φοιτητής, όπως προαναφέρθηκε, εγγράφεται στο
Τμήμα μας στις 21/09/1998 και η πρώτη αποφοίτηση μουσουλμάνου/ας
πραγματοποιήθηκε στις 9/7/2002.
Ως προς τους βαθμούς Πτυχίου των μουσουλμάνων που
έχουν αποφοιτήσει είναι μεταξύ του 6-8, (7,13 – 6,6 – 7,04 – 7,56 – 6,5 – 7,34
– 6,5 – 6,77).
5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η μαθητική διαρροή και η σχολική αποτυχία που χαρακτηρίζουν τη φοίτηση των μουσουλμάνων στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, παράγωγο της αναποτελεσματικής πρωτοβάθμιας μειονοτικής εκπαίδευσης και οι γλωσσικές και γνωστικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν κατά τη φοίτησή τους, καθηλώνουν μεγάλα τμήματα του μουσουλμανικού πληθυσμού σε οργανικό και λειτουργικό αναλφαβητισμό, με συνέπεια την αδυναμία των μουσουλμάνων να ενταχθούν παραγωγικά στο σύστημα κατανομής εργασίας και κοινωνικών-πολιτισμικών αγαθών και συνακόλουθα την καθίζηση του συνόλου του πληθυσμού της Θράκης στους παραπάνω τομείς. Με βάση τα παραπάνω η Υπουργική Απόφαση του Γ. Παπανδρέου για την εισαγωγή με ιδιαίτερο καθεστώς των μουσουλμάνων αποφοίτων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στα ελληνικά Α.Ε.Ι. και Α.Τ.Ε.Ι. μπορεί να χαρακτηρισθεί ως μια θετική ενέργεια και ως παροχή κινήτρου στα παιδιά της μουσουλμανικής μειονότητας της Δ. Θράκης για τη φοίτηση στην ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ως το 1996 και την παραπάνω Απόφαση οι ελάχιστοι κάτοχοι πανεπιστημιακών τίτλων από τη συγκεκριμένη μειονότητα, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, πραγματοποιούσαν τις σπουδές τους σε εκπαιδευτικά ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης γειτονικής χώρας, μια και παρουσιαζόταν για αυτούς ως μοναδική δυνατότητα για σπουδές ανωτέρου και ανωτάτου επιπέδου. Η αλλαγή του συστήματος των μετεγγραφών το 2004 έχει προσθέσει ωστόσο εμπόδια στις σπουδές των παιδιών της μειονότητας (και όχι μόνο σ’ αυτήν), με συνέπεια πολλά από αυτά να μην μπορούν να σπουδάσουν για τους κοινωνικοοικονομικούς κυρίως λόγους μακριά από το ζωτικό τους χώρο.
Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο που προκύπτει από τη διερεύνηση του θέματος είναι αναμφίβολα η παρουσία της μουσουλμάνας γυναίκας (Κανακίδου, 1996) ως φοιτήτριας στο ελληνικό Πανεπιστήμιο, δεδομένου ότι η ισλαμική θρησκεία αλλά και οι μειονοτικές γενικότερα συνθήκες δεν διάκεινται ευνοϊκά στην εκπαίδευση των γυναικών. Στο Π.Τ.Δ.Ε. του Δ.Π.Θ. το ποσοστό συμμετοχής των μουσουλμάνων γυναικών ανέρχεται στο ήμισυ του συνολικού αριθμού των μουσουλμάνων φοιτητών. Η παρουσία των μουσουλμάνων φοιτητριών όπως και των φοιτητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση μπορεί να λειτουργήσει σε πρώτη φάση και πολλαπλασιαστικά, δηλ. μπορεί να διαπιστώσει πλέον η μειονότητα ότι υπάρχει και η δυνατότητα εκπαίδευσης τριτοβάθμιου χαρακτήρα και στη χώρα τους, που μπορούν να κάνουν χρήση, αρκεί να πληρούν ορισμένες στοιχειώδεις προϋποθέσεις· ένα καθεστώς πιο ευνοϊκό από τη φοίτηση στην αλλοδαπή. Σε δεύτερη φάση θετικά λειτουργεί και η παρουσία των αποφοίτων μας στα μειονοτικά σχολεία της περιοχής, αφού η πλειοψηφία τους τοποθετείται σε αυτά για τη διδασκαλία του ελληνόφωνου προγράμματος.
Όσον αφορά την προέλευση των φοιτητών από τους τύπους σχολείων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ξεκάθαρη είναι η υπεροχή (87,9%) αυτών που προέρχονται από τα δημόσια Λύκεια (Ενιαία και Τεχνικά-Επαγγελματικά Λύκεια). Το μικρό ποσοστό αποφοίτων μειονοτικών σχολείων λυκειακού επιπέδου αποδεικνύει ότι η φοίτηση σε αυτά δεν θεωρείται από τη μειονότητα κατάλληλη για την εισαγωγή των αποφοίτων τους στην ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση με συνέπεια την επιλογή των δημοσίων Λυκείων από την πλειοψηφία των μαθητών της μειονότητας για τη βαθμίδα αυτή της εκπαίδευσης.
Η πλειοψηφία των μουσουλμάνων φοιτητών μας κατάγεται από το νομό Ροδόπης (75,8%). Συγκριτικά όμως με την κατανομή του πληθυσμού της μειονότητας στους τρεις νομούς της Δ. Θράκης, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι η προέλευση φοιτητών από το νομό Ξάνθης εμφανίζεται πολύ περιορισμένη, παρόλο που στο συγκεκριμένο νομό αποτελεί το 43% το συνολικού πληθυσμού του. Αυτό οφείλεται πιθανότατα στο ότι οι μουσουλμάνοι του νομού Ροδόπης ζουν κοντά σε αστικά και ημιαστικά κέντρα έχοντας επικοινωνία και με τον χριστιανικό πληθυσμό, ενώ στο νομό Ξάνθης η πλειοψηφία τους κατοικεί στον ορεινό όγκο σε χωριά και οικισμούς με αμιγή μουσουλμανικό πληθυσμό μακριά από τα αστικά κέντρα. Ένα αξιοσημείωτο επίσης δεδομένο είναι το μεγάλο ποσοστό προέλευσης των φοιτητών από χωριά (51,5%), αν και αυτά γειτονεύουν με αστικά και ημιαστικά κέντρα. Οι γονείς τους ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, με ελάχιστες απολαβές, γεγονός που φαίνεται να ωθεί τα παιδιά τους στην αναζήτηση κοινωνικο-οικονομικής κινητικότητας και εξέλιξης μέσω των σπουδών τους.
Ως προς τη βαθμολογική απόδοση των φοιτητών σε μαθήματα του Προγράμματος Σπουδών που επιλέξαμε ως αντιπροσωπευτικότερα, τα ποσοστά που προκύπτουν δεν είναι ικανοποιητικά. Κατ’ αρχήν ξεχωρίζει ως σοβαρότερο πρόβλημα τους αυτό που αφορά την σπουδή της ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας. Σχεδόν το σύνολο των μουσουλμάνων φοιτητών δεν βαθμολογείται με βαθμό πάνω από 6, ενώ πολύ μεγάλο ποσοστό δεν έχει καταφέρει να κατοχυρώσει θετική βαθμολογία, η οποία μάλιστα κινείται πολύ χαμηλότερα και της βάσης. Η αδυναμία τους αυτή θα πρέπει να είναι απόρροια της ελλιπούς κατοχής της ελληνικής γλώσσας που επιδεικνύουν, που θα πρέπει να οφείλεται στην αδύναμη εκμάθησή της αλλά και την όλη κατάσταση των μειονοτικών σχολείων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στα οποία έχουν φοιτήσει οι φοιτητές αυτοί λαμβανομένου υπόψη ότι η ελληνική δεν είναι η μητρική τους γλώσσα. Για τη βελτίωση της κατάστασης απαιτείται και η οργάνωση ενός τμήματος ενισχυτικής διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας από το Π.Τ.Δ.Ε.
Στα μαθήματα του Τομέα θετικών επιστημών η κατάσταση είναι σχετικά καλύτερη, χωρίς όμως να ικανοποιεί παρουσιάζεται και ικανοποιητική. Η καλύτερη εικόνα οφείλεται στο ότι στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, ορισμένοι και στη δευτεροβάθμια, φοίτησαν σε μειονοτικά Δημοτικά, Γυμνάσια και Λύκεια, διδάσκονται τα μαθήματα αυτά στην τουρκική γλώσσα και άρα η κατανόηση έχει επιτευχθεί ικανοποιητικότερα, ενώ θα μπορούσε να ήταν ακόμα καλύτερη εάν οι δάσκαλοι του τουρκόφωνου προγράμματος είχαν λάβει καλύτερη κατάρτιση κατά τη διάρκεια των σπουδών τους.
Η θετικότερη εικόνα ως προς τη βαθμολογία των μουσουλμάνων φοιτητών παρουσιάζεται στα μαθήματα του Τομέα Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας. Το γεγονός αυτό οφείλεται πιθανότατα στο ότι κατέχουν μέχρι ενός σημείου ικανοποιητικά την ελληνική γλώσσα ώστε να καταφέρνουν, χωρίς πολλές δυσκολίες, να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των μαθημάτων του Τομέα αυτού.
Ένα ακόμη σημείο που πρέπει να επισημανθεί είναι το γεγονός ότι πολλοί από τους μουσουλμάνους φοιτητές μας δεν προσέρχονται να εξετασθούν σε μαθήματα του εξαμήνου τους, πιθανότατα λόγω της αβεβαιότητας που νιώθουν για την επιτυχή έκβαση της εξεταστικής διαδικασίας. Όσοι επιχειρήσουν (σύμφωνα με τη δεύτερη μέτρηση) για δεύτερη ή πολλοστή φορά να επανεξετασθούν στα μαθήματα που έχουν αποτύχει, οι βαθμοί που βαθμολογούνται κυμαίνονται οριακά πάνω από τη βάση.
Οι βαθμολογικές επιδόσεις των μουσουλμάνων φοιτητών/τριων στον Τομέα Παιδαγωγικής-Ψυχολογίας πιθανόν να είναι ένας από τους λόγους που τους ωθεί στο να τον επιλέγουν για την ειδίκευσή τους μετά το ΣΤ΄ Εξάμηνο. Ένας επιπλέον λόγος είναι ότι στον Τομέα αυτό διδάσκονται τα μαθήματα της Διαπολιτισμικής Αγωγής και Διδακτικής μεθοδολογίας μειονοτικού σχολείου, μια και οι περισσότεροι από αυτούς πρόκειται να στελεχώσουν μειονοτικά δημοτικά σχολεία της συγκεκριμένης μειονότητας. Άλλωστε και οι Πτυχιακές Εργασίες που έχουν εκπονηθεί μέχρι σήμερα από τους φοιτητές αυτούς αφορούν αποκλειστικά θέματα σχετικά με τη μειονοτική εκπαίδευση της Δ. Θράκης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Βακαλιός Θ., (1997), Το πρόβλημα της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης στη Δ. Θράκη, Gutenberg.
Κανακίδου Ε., (1994), Η εκπαίδευση στη μουσουλμανική
μειονότητα της Δ. Θράκης, Αθήνα.
Κανακίδου Ε., (1996), Η Προσωπικότητα της
Μουσουλμάνας Γυναίκας και η Συμβολή της στις Παραδοσιακές Δομές Αγωγής και
Εκπαίδευσης των Μουσουλμάνων της Δυτικής Θράκης, Δρ. Διατριβή, Αλεξ/πολη
Κανακίδου Ε., Παπαγιάννη
Π.,(1998), Διαπολιτισμική Αγωγή, Αθήνα, εκδ. Ελληνικά Γράμματα
Καρακατσάνης Π., Καραφύλλης Α.,
(2002), Μουσουλμανική Α/βαθμια εκπαίδευση: Εμπειρία
και προοπτικές, Πρακτ. Πανελλ.
Συνεδρίου Παν. Ιωαννίνων, Σχολική Γνώση και Διδασκαλία στην Π/βαθμια Εκπαίδευση, Τομ. Β.
Καρακατσάνης Π. Μίχας Π.,
(1995), Το πολυπολιτισμικό προφίλ της Δ. Θράκης-Διαπολιτισμικές παρεμβάσεις του Π.Τ.Δ.Ε.
του Δ.Π.Θ. στο: Παιδαγωγικός Λόγος, 2.
Καραφύλλης Α., (2000), Η κατάρτιση και λειτουργία του δασκάλου στο μουσουλμανικό σχολείο, Πρακτικά Συνεδρίου Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος, «πολυπολιτισμική κοινωνία – πρόκληση για τον εκπαιδευτικό», Έκδοση Επιστημονικού Βήματος ΔΟΕ.
Μπαλτσιώτη Λ., (1996), Ελληνική Διοίκηση και μειονοτική εκπαίδευση στη Δ. Θράκη, Ελευθεροτυπία Εφημ., 8-9-1996.
Τσιτσελίκης Κ. – Χριστόπουλος Δ. (επιμ.) (1997), Το μειονοτικό φαινόμενο στην Ελλάδα, Κριτική.
Σολταρίδης Σ., (1986), Η μουσουλμανική μειονότητα της
Δ. Θράκης σήμερα, Κομοτηνή, εκδ. Νομαρχ.
Έβρου/ΣΕΒΕ
Τρουμπέτα Σ., (2001), Κατασκευάζοντας ταυτότητες για τους μουσουλμάνους
της Θράκης, Αθήνα, εκδ. Κριτική
Χριστοπούλου Δ., (επιμ), (1997), Το μειονοτικό
φαινόμενο στην Ελλάδα, Αθήνα, εκδ. Κριτική.