Ο Γεώργιος Κλεόβουλος και η Société pour lenseignement élémentaire

 

 

 

 

Κωνσταντίνος ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ

Καθ. Δημοκρίτειου Παν/μίου Θράκης 

 

 

Ανδρέας ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΣ

Υπ. Δρ. ΠΤΔΕ Παν/μίου Πατρών 

 

 

 

Το χωρίο αυτό προέρχεται από τις απομνημονεύματα του Νικολάου Δραγούμη (1), ο οποίος υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας των προσπαθειών του Ιωάννη Καποδίστρια για την οργάνωση της εκπαίδευσης στο αρτισύστατο ελληνικό κράτος.

            Παρά το γεγονός ότι ο Γεώργιος Κλεόβουλος υπήρξε, αν όχι η πλέον εξέχουσα φυσιογνωμία, τουλάχιστον ένας από τους σημαντικότερους παιδαγωγούς της προεπαναστατικής περιόδου, παραμένει ως σήμερα ένας από τους ολιγότερο γνωστούς λογίους του νεοελληνικού διαφωτισμού, οι οποίοι «αφιερώθησαν εις την παιδαγωγίαν», όπως πολύ χαρακτηριστικά σημείωσε ο Ν. Δραγούμης στο έργο του που μνημονεύσαμε παραπάνω.

            Συγκεκριμένα, για τον Κλεόβουλο έχει δημοσιευτεί ως σήμερα μια και μόνο μονογραφία, την οποία συνέταξε και εξέδωσε στην Αθήνα το 1956 ο ιστοριοδίφης δημοδιδάσκαλος Γεώργιος Σακκάς (2). Έκτοτε ελάχιστα πράγματα έχουν γραφτεί για το σπουδαίο αυτόν έλληνα παιδαγωγό, μολονότι η εκπαιδευτική δράση που ανέπτυξε τόσο πριν, όσο και μετά την επανάσταση έχει αφήσει πάμπολλα και σημαντικά ίχνη στις πηγές της κρίσιμης εκείνης περιόδου, όσες βέβαια έχουν σωθεί ως εμάς. Εξαίρεση αποτελεί η σχετικά πρόσφατη μελέτη της Αθανασίας Αβδάλη, στην οποία όμως  γίνεται εκτεταμένα λόγος μόνο για τους «παιδαγωγικούς πίνακες» που συνέταξε και εκτύπωσε ο Κλεόβουλος για πρώτη φορά το 1819 στο Παρίσι και για δεύτερη το 1820 στο Ιάσι της Μολδαβίας (3).

            Στην παρούσα λοιπόν ανακοίνωση σκοπεύουμε με βάση άγνωστες ως σήμερα πηγές, πρώτον, να περιγράψουμε τις σχέσεις του Κλεόβουλου με την «Societe pour lenseignement elementaire» (Εταιρεία υπέρ της στοιχειώδους εκπαιδεύσεως) του Παρισιού και, δεύτερον, να αναφερθούμε στο διδασκαλείο της αλληλοδιδακτικής που ίδρυσε ο έλληνας παιδαγωγός στο Ιάσι.    

Προτού όμως περάσουμε στο κυρίως μέρος της εισήγησης, κρίνουμε σκόπιμο να υπενθυμίσουμε ορισμένα βασικά βιογραφικά στοιχεία του Κλεόβουλου (4). Κατ’ αρχάς γνωρίζουμε ότι γεννήθηκε γύρω στο 1790 στη Φιλιππούπολη, γι’ αυτό και υπέγραφε πάντοτε ως «Φιλιππουπολίτης». Γνωρίζουμε επίσης ότι φοίτησε αρχικά στην Πατμιάδα και στη συνέχεια στην Ακαδημία των Κυδωνιών. Συνέχισε τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο της Βιέννης, όπου και παρέμεινε πιθανότατα από το 1812-13 ως και το 1814 (5). Από εδώ και πέρα οι πληροφορίες είναι συγκεχυμένες. Σύμφωνα με τον πρώτο του βιογράφο, ο Κλεόβουλος πήγε για σύντομο χρονικό διάστημα στη Βαυαρία- άραγε στο «Αθήναιον» του Μονάχου;- και στη συνέχεια επανήλθε στη Βιέννη (6) . Από εκεί γνωρίζουμε ότι έσπευσε στην Ελβετία για να επισκεφθεί τα ινστιτούτα των Pestallozi και Fellenberg (7). Εκεί προφανώς είδε εφαρμοζόμενη για πρώτη φορά την αλληλοδιδακτική μέθοδο. Ενθουσιασμένος με όσα είδε ο Κλεόβουλος «μετέβη εις Παρίσια εξεπίτηδες δια την αλληλοδιδακτική μέθοδον την οποίαν κρίνας επωφελή και αναγκαίαν δια την πατρίδα εδιδάχθη και προητοίμασε τα εις την εφαρμογήν της αναγκαία» (8).

Μολονότι οι πληροφορίες αυτές παρουσιάζουν μια σχετική  ασάφεια ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη χρονολόγηση των μετακινήσεων του έλληνα λόγιου, ορισμένα στοιχεία δείχνουν πως πιθανότατα στην πορεία του προς το Παρίσι ο Κλεόβουλος συνάντησε τον Ιωάννη Καποδίστρια. Την υπόθεσή μας αυτή στηρίζουμε στα εξής πέντε στοιχεία:

1)          Ο Κλεόβουλος, όπως προκύπτει από επιστολή που απέστειλε ο Άνθιμος Γαζής από τη Βιέννη στις 18 Νοεμβρίου 1815 στον μητροπολίτη Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιο, σπούδαζε στο Μόναχο μαζί με υποτρόφους της Φιλομούσου Εταιρείας της Βιέννης (9). Είναι γνωστό όμως ότι ιθύνων νους της παραπάνω εταιρείας ήταν ο Ιω. Καποδίστριας.

2)          Ο έλληνας διπλωμάτης γνώριζε πολύ καλά «les deux celebres instituts dagriculture et deducation de M.M. Fellenberg et Pestallozi» (10). Ακριβώς τα ίδια «παιδαγωγεία» επισκέφτηκε και ο Κλεόβουλος πριν από την άφιξή του στο Παρίσι (11), δηλαδή μάλλον το1816.

3)          Από τις πηγές που έχουμε στη διάθεσή μας γνωρίζουμε ότι ο Καποδίστριας «απέστειλε δι’ ιδίων εξόδων Έλληνας μαθητάς εις τα εκπαιδευτήρια αυτού (= Fellenberg), δια να εκπαιδευθούν εκεί” (12). Δεδομένου ότι ο Κλεόβουλος επισκέφτηκε το ινστιτούτο του Fellenberg, μπορούμε να θεωρήσουμε ως πολύ πιθανό το ενδεχόμενο να υπήρξε ένας από τους νέους τους οποίους είχε επιλέξει ο Καποδίστριας ως υποτρόφους.

4)          Όπως έχουμε ήδη μνημονεύσει, ο Καποδίστριας έγινε μέλος της Societe του Παρισιού το 1815. Το 1817 ή το 1818, όπως θα δούμε στη συνέχεια, ο Κλεόβουλος φοίτησε στο διδασκαλείο της αλληλοδιδακτικής που είχε ιδρύσει το 1816 η παραπάνω εταιρεία στη γαλλική πρωτεύουσα. Τις ίδιες χρονιές ο έλληνας παιδαγωγός έγινε κι αυτός αντεπιστέλλον μέλος της Societe (13).

5)          Ο Καποδίστριας, αμέσως μετά την άφιξή του στην Ελλάδα, διόρισε τον Απρίλιο του 1828 τον Κλεόβουλο “διδάσκαλο και διευθυντή της εν Πόρω σχολής των συναθροιζομένων … ορφανών” (14).

Απ’  όλα τα παραπάνω προκύπτει ότι ο Κλεόβουλος κατά πάσα πιθανότητα ήρθε σε επαφή με τον Καποδίστρια, όταν ο τελευταίος είχε δραστηριοποιηθεί στα πλαίσια της Φιλομούσου Εταιρείας της Βιέννης. Θεωρούμε μάλιστα πολύ πιθανόν ο Καποδίστριας, όντας και ο ίδιος ένθερμος θιασώτης της εισαγωγής της αλληλοδιδακτικής μεθόδου στα ελληνικά σχολεία, να βοήθησε ποικιλότροπα τον Κλεόβουλο στις σπουδές του στη νέα αυτή μέθοδο τόσο στην Ελβετία, όσο και στη Γαλλία.    

 

Σε ό,τι αφορά τώρα αυτό καθεαυτό το διδασκαλείο του Παρισιού, από τις πηγές που έχουμε σήμερα στη διάθεσή μας προκύπτουν τα εξής: Το ίδρυμα αυτό ιδρύθηκε με πρωτοβουλία της Societe pour lenseignement elementaire, έφερε την επωνυμία Ecole Normale και είχε ως στόχο την αρχική κατάρτιση ή και την επιμόρφωση διδασκάλων της στοιχειώδους εκπαίδευσης τόσο στην αλληλοδιδακτική μέθοδο, όσο και στην οργάνωση των αλληλοδιδακτικών σχολείων. Στην Ecole Normale λειτουργούσαν δύο ξεχωριστά σχολεία, ένα αρρένων και ένα θηλέων, στα οποία η φοίτηση ήταν εντελώς δωρεάν και διαρκούσε λιγότερο από δύο μήνες. Κοντά στο διδασκαλείο νοικιάστηκε από την Εταιρεία κατάλληλο κτίριο το οποίο μετατράπηκε σε ειδικό κατάλυμα όπου μπορούσαν να διαμένουν έναντι μικρού μισθώματος οι σπουδαστές του διδασκαλείου που προέρχονταν από την επαρχία. Μια ειδική επιτροπή της εταιρείας παρακολουθούσε τη συμπεριφορά και το ενάρετο του βίου τόσο των οικοτρόφων όσο και των σπουδαστών που διέμεναν εκτός οικοτροφείου- κυρίως των δεύτερων- (15).

Για να γίνει αποδεκτός κάποιος στο διδασκαλείο της αλληλοδιδακτικής έπρεπε να προταθεί από ειδική επί τούτου Επιτροπή της εταιρείας. Απαραίτητη προϋπόθεση για την εισαγωγή στη σχολή ήταν ο υποψήφιος να διακρίνεται για τον ενάρετο και ηθικό βίο του, που στην περίπτωση των γάλλων πολιτών έπρεπε να πιστοποιείται από βεβαίωση που υπέγραφε ο ιερέας της ενορίας του και ο δήμαρχος του δημοτικού διαμερίσματος στο οποίο ανήκε. Επιπλέον ο υποψήφιος έπρεπε να καταθέσει πιστοποιητικό (δίπλωμα) ικανότητας στα τρία βασικά αντικείμενα της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης (ιερά κατήχηση, γλώσσα και αριθμητική), το οποίο εξέδιδε ο Πρύτανης της Ακαδημίας. Τέλος, ο υποψήφιος έπρεπε να υποστεί εξετάσεις στην θρησκευτική εκπαίδευση, στην ανάγνωση, στη γραφή, στην ορθογραφία, στην αριθμητική και στη γραμματική (16).

Κατά τη διάρκεια των εισαγωγικών μαθημάτων οι σπουδαστές εκπαιδεύονταν στη θεωρία και την πρακτική των μεθόδων… ασκούμενοι είτε ως μαθητές, είτε ως εμψυχωτές, είτε ως δάσκαλοι.  Όταν οι σπουδαστές θεωρούνταν ότι είχαν αποκτήσει τις αναγκαίες γνώσεις, όφειλαν να διευθύνουν μόνοι τους την τάξη υπό την επίβλεψη του διευθυντή τουλάχιστον για τρεις φορές. Κατά τη διάρκεια των σπουδών τους οι υποψήφιοι καλούνταν μια φορά το μήνα σε μερικές εξετάσεις και στο τέλος των σπουδών τους σε μια δεύτερη εξέταση ενώπιον μιας επιτροπής ή ενός εκ των μελών της εξουσιοδοτημένου από την επιτροπή γι’ αυτό το σκοπό. Εφόσον οι σπουδαστές επετύγχαναν στις τελικές εξετάσεις, στο βιβλιάριο σπουδών τους καταχωριζόταν το πιστοποιητικό της επιτροπής, το οποίο τους επέτρεπε να ασκήσουν το λειτούργημά τους, σύμφωνα με το πνεύμα της εταιρείας (17).

Οι απόφοιτοι του διδασκαλείου είχαν το δικαίωμα να αναγράφουν τον τίτλο τους σε πινακίδα που τοποθετούσαν στην είσοδο του σχολείου τους, με την εξής υποχρεωτική διατύπωση: «Επιτυχών στο διδασκαλείο του Παρισιού για τις τελειοποιημένες μεθόδους στοιχειώδους εκπαίδευσης» (18).

Η Επιτροπή της Εταιρείας που ήταν υπεύθυνη για το διδασκαλείο είχε το δικαίωμα να ελέγχει τους δασκάλους που είχαν αποφοιτήσει από την Ecole Normale, καθώς και την λειτουργία των σχολείων που αυτοί είχαν ιδρύσει. Τέλος η Επιτροπή είχε την υποχρέωση να ενημερώνει τους αποφοίτους του διδασκαλείου σχετικά με τις βελτιώσεις που γίνονταν στην αλληλοδιδακτική μέθοδο και, σε όσες περιπτώσεις έκρινε αναγκαίο να τους επιμορφώνει (19).

Επανερχόμενοι στις σπουδές του Κλεόβουλου είμαστε υποχρεωμένοι να σημειώσουμε εδώ πως ο ακριβής χρόνος της φοίτησης του στο διδασκαλείο της αλληλοδιδακτικής του Παρισιού δεν μας είναι γνωστός (20). Ωστόσο, διαθέτουμε δύο στοιχεία που μας επιτρέπουν να καθορίσουμε το terminus postquem και το terminus antequem. Συγκεκριμένα, γνωρίζουμε πως το παραπάνω διδασκαλείο άρχισε τη λειτουργία του μετά τις 16 Σεπτεμβρίου 1816, όταν, όπως είδαμε, εγκρίθηκε ο κανονισμός της εσωτερικής λειτουργίας του. Από επιστολή του Κλεόβουλου προς τον Λόγιο Ερμή με ημερομηνία 15 Δεκεμβρίου 1818 προκύπτει ότι αυτός είχε ήδη ολοκληρώσει τις σπουδές του στην αλληλοδιδακτική μέθοδο(21). Συνεπώς, τα χρονολογικά όρια της περιόδου κατά την οποία ο Κλεόβουλος φοίτησε στο διδασκαλείο τοποθετούνται ανάμεσα στις 16 Σεπτεμβρίου 1816 και στις 15 Δεκεμβρίου 1818.

Παραμένει άλυτο το ζήτημα της αποδοχής του Φιλιππουπολίτη λογίου στην Ecole Normale, μια και όπως είδαμε οι όροι αποδοχής ήταν ιδιαίτερα αυστηροί. Κατά τη γνώμη μας, δεν αποκλείεται να τον συνέστησε ο Ιω. Καποδίστριας, ο οποίος, όπως είδαμε, ήταν μέλος της εταιρείας ήδη από το 1815.

Η φοίτηση του Κλεόβουλου στην Ecole Normale δεν είναι το μόνο στοιχείο που τον συνδέει με τη Societe pour l’  ensegneiment elementaire. Από τις επιστολές που δημοσίευσε στο Λόγιο Ερμή (22) προκύπτει ότι ο Φιλιππουπολίτης λόγιος χρησιμοποιούσε τις πληροφορίες που συνέλεγε από το περιοδικό που εξέδιδε η Εταιρεία και σε ορισμένες περιπτώσεις μετέφραζε στα ελληνικά ολόκληρα αποσπάσματα. Πέρα απ΄ αυτό, χάρη στην εταιρεία, ο Κλεόβουλος γνωρίστηκε με τον ρουμάνο βογιάρο  Nicolae Rosseti-Roznoveanu,  ο οποίος είχε εγκατασταθεί για μακρό χρονικό διάστημα στο Παρίσι, είχε γίνει μέλος της Εταιρείας και ήταν ένθερμος θιασώτης της εισαγωγής της αλληλοδιδακτικής μεθόδου στα σχολεία της ιδιαίτερης πατρίδας του της Μολδαβίας (23). Η γνωριμία μάλιστα με τον ρουμάνο βογιάρο υπήρξε ιδιαίτερα επωφελής για τον Κλεόβουλο. Κι αυτό γιατί, εκτός από το ότι ο Roznoveanu ανέλαβε εξολοκλήρου τα έξοδα εκτύπωσης το 1819 των «παιδαγωγικών πινάκων» που συνέταξε ο Κλεόβουλος (24), του ανέθεσε και την οργάνωση του πρώτου αλληλοδιδακτικού σχολείου στο Ιάσι (25).

Οι σχέσεις του Κλεόβουλου με την «Εταιρεία υπέρ της στοιχειώδους εκπαιδεύσεως» του Παρισιού του έδωσαν τη δυνατότητα να υποβάλει σ’ αυτήν- πιθανότατα το Μάιο του 1819- τους πίνακες του προς αξιολόγηση. Σύμφωνα με το Journal deducation, το συμβούλιο της Εταιρείας έστειλε με τη σειρά του τους πίνακες στην «επιτροπή των μεθόδων» (έφερε και την επωνυμία «επιτροπή της εκπαιδεύσεως»), η οποία αποτελείτο από έξι μέλη της εταιρίας, για να τους εξετάσουν και να αποφανθούν (26). Δύο περίπου μήνες αργότερα και πιο συγκεκριμένα στις 7 Ιουλίου του 1819  ο «κύριος Lebοeuf, εξ ονόματος της επιτροπής των μεθόδων έκανε αναφορά επί των πινάκων του Κλεόβουλου».

              Η αναφορά του Leboeuf, την οποία χάρη στο Journal deducation γνωρίζουμε πλέον ολόκληρη, είναι γεμάτη από επαινετικά σχόλια για το έργο του Κλεόβουλου. Το πλέον ενδιαφέρον όμως είναι το γεγονός ότι μαζί με την αναφορά δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό σχολιασμένοι και οι 31 από τους 74 συνολικά πίνακες του Κλεόβουλου. Ο Leboeuf, δικαιολογώντας την αναδημοσίευση μόνον των 31 πινάκων, σημείωσε ότι αυτοί «αποτελούν το πρώτο μέρος» και το πιο ενδιαφέρον της εργασίας του Κλεόβουλου, γιατί σ’ αυτούς ο συγγραφέας «παρουσιάζει όλα τα στοιχεία της ανάγνωσης και τακτοποιεί στη συνέχεια τη σειρά των συνδυασμών των συλλαβών». Αντίθετα το δεύτερο μέρος «είναι αφιερωμένο σε ασκήσεις τρέχουσας ανάγνωσης» και δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Γι’ αυτό και δεν θεώρησε σκόπιμο να το αναδημοσιεύσει στο περιοδικό της εταιρίας.

Αμέσως παρακάτω παραθέτουμε σε ελληνική μετάφραση το πλήρες κείμενο της έκθεσης του Leboeuf, όπως αυτή δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο Journal d’  education:

ΑΝΑΦΟΡΑ

Που έγινε στο Συμβούλιο στο όνομα της επιτροπής των Μεθόδων

Την 7η Ιουλίου 1819

 

            Μόλις ο κ. Κλεόβουλος ο Φιλιππουπολίτης σας υπέβαλε τους πίνακες των σύγχρονων (νέων) ελληνικών που συνέθεσε, στην προοπτική να τους κάνει να χρησιμεύσουν στα αλληλοδιδακτικά σχολεία που θα δημιουργηθούν στη χώρα του· αφού αποδεχθήκατε αυτή την κατάθεση, διατάξατε αυτοί οι πίνακες να εξετασθούν από την επιτροπή των μεθόδων, και η οποία σας επέστρεψε τον απολογισμό της εξέτασης της. Δίνοντας αυτή την εντολή, δεν είναι μία κρίση που ζητήσατε· δεν αναμείνατε να εφαρμόσετε τον νόμο μιας κριτικής που, παραμένοντας αδιάφορη από τα πρόσωπα, προσεκτική μόνο στο έργο, θα σας παρουσίαζε αποτελέσματα αυστηρά και ακριβή. Ένα άλλο συναίσθημα σας απασχολούσε: χτυπημένοι να βλέπετε σήμερα την Ελλάδα να δανείζεται από σας σήμερα, για να φωτισθεί, από διαδικασίες και πρότυπα, αυτή η Ελλάδα που υπήρξε, για την Ευρώπη, η πηγή όλων των φώτων, αποδείξατε ένα είδος θρησκευτικής συγκίνησης· αισθανθήκατε περήφανοι που γίνεστε με τη σειρά σας οι ευεργέτες αυτών στους οποίους οφείλετε τόσες ευεργεσίες.

            Κυριευμένοι από το ίδιο συναίσθημα, επιδοθήκαμε στην εργασία που μας εμπιστευτήκατε, με την επιθυμία να παρουσιάσουμε μόνο μια ακριβή ανάλυση, και να απομακρύνουμε όλες τις κριτικές παρατηρήσεις· αλλά είχαμε σε λίγο αναγνωρίσει ότι το έργο του κ. Κλεόβουλου, τόσο άξιο ενδιαφέροντος από την αποστολή του, μπορούσε να υποστεί τη διαδικασία την πλέον αμερόληπτη, και ότι μπορούσαμε να επιδοθούμε πλήρως στη φροντίδα να επαληθεύσουμε εάν οι στόχοι που είχε βάλει είχαν εκπληρωθεί.

Δεν πρόκειται εδώ σχεδόν παρά για ένα αλφαβητάρι και ένα συλλαβιστήρι· αλλά ευτυχώς γι’ αυτούς που σας υποβάλλουν το προϊόν των λαμπρών κόπων τους, κανένας από σας δεν είναι ξένος στη δυσκολία του αντικειμένου, πολλοί από σας δεν πίστεψαν υπεράνω αυτών να εγκαταλείψουν, τα βάθη των επιστημών για να ασχοληθούν επίσης με αυτά τα στοιχεία κάθε γνώσης· και γνωρίζετε, από τις ίδιες τις εργασίες που οι γενναιόδωροι σοφοί μας έχουν δώσει, ότι το θέμα (αντικείμενο) μπορεί να δώσει άσκηση στα ανώτερα πνεύματα (μυαλά).

Ο κ. Κλεόβουλος θα μπορούσε να είχε αρκεστεί να μεταφράσει ή να μιμηθεί τους πίνακες που χρησιμοποιούνται στα σχολεία μας. Θα ισορροπήσουμε λέγοντάς σας, ότι αφού τους χρησιμοποίησε (τους πίνακες μας) για να εισέλθει καλά στις αρχές της μεθόδου, δεν θέλησε να είναι ούτε μεταφραστής ούτε μιμητής, και ότι παρήγαγε μια εργασία, υπό κάποιες επόψεις, ανώτερη από την δική μας;

Το σύνολο των πινάκων του κ. Κλεόβουλου, που είναι τον αριθμό εβδομήντα τέσσερις, χωρίζεται σε δύο χωριστά μέρη. Το πρώτο, αποτελούμενο από 31 πίνακες, παρουσιάζει όλα τα στοιχεία της ανάγνωσης, τακτοποιημένα ανάλογα με το βαθμό πολυπλοκότητας των συλλαβών· το δεύτερο προορίζεται στις ασκήσεις ευφράδους ανάγνωσης.

Το πρώτο μέρος μπορώντας να χωριστεί σε εφτά μέρη, και το δεύτερο αποτελούμενο από λεπτομέρειες που, μέσα από τη διαδοχή τους, δεν προσφέρουν διαφορά όσον αφορά τη δυσκολία της ανάγνωσης, θα ξαναβρούμε, μέσα σ’ αυτή τη διανομή, τον αριθμό αφιερωμένο κατά κάποιο τρόπο στις οκτώ κλάσεις (βαθμίδες, τάξεις). Ο συγγραφέας δεν περνά από το ένα μέρος στο άλλο, χωρίς να βάλει κάτω από τα μάτια των μαθητών του μια σειρά λέξεων που αποτελούνται από το είδος των συλλαβών που μόλις μελέτησαν. Απομακρύνθηκε, σ’ αυτό το θέμα, από την αυστηρότητα της μεθόδου μας· και η επιτροπή εγκρίνει καθ’ ολοκληρίαν αυτήν την καινοτομία, πάνω στην οποία, πολλές φορές, προκάλεσε την προσοχή του συμβουλίου, εκφράζοντας την ευχή να εισαχθεί στα σχολεία μας.

Η εναρμόνια γλώσσα των Ελλήνων δεν δέχεται παρά σπάνια συλλαβές που δεν είναι κολακευτικές για το αυτί· επίσης οι πίνακες του κ. Κλεόβουλου είναι πολύ λιγότερο φορτωμένοι από τους δικούς μας. Άλλωστε, απέφυγε επιμελώς να παρουσιάσει αυθαίρετους συνδυασμούς γραμμάτων που δεν χρησιμοποιούνται στις λέξεις της τρέχουσας γλώσσας (καθομιλουμένης).

Θα μπορούσαμε να επεκτείνουμε τις γενικές παρατηρήσεις μας· αλλά σκεφτήκαμε ότι θα συμπλήρωναν ελλιπώς το στόχο που είχαμε προδιαγράψει να σας δώσουμε μια γνώση, την δυνατόν πιο εκτεταμένη της εργασίας του κ. Κλεόβουλου. Για να φθάσουμε σε αυτό το στόχο, προσαρτούμε στην αναφορά μας μια ανάλυση αυτών των πινάκων, που θα επιθυμούσαμε να την κάνουμε τέτοια, που να μπορέσει να χρησιμεύσει σαν κατεύθυνση για να συντεθούν πίνακες σχεδόν όμοιοι. Σ’ αυτήν την ανάλυση, που είναι συνοπτικής μορφής, παρουσιάζουμε αντίκρυ, αφενός, τη διαδοχική ένδειξη της ύλης που περικλείεται σε κάθε πίνακα, αφετέρου, παραδείγματα παρμένα από τους ίδιους τους πίνακες.

Η εργασία μας σταμάτησε στους τριάντα έναν πίνακες του πρώτου μέρους. Το δεύτερο δεν μας φάνηκε άξιο ανάλογου αποσπάσματος. Δεν είναι ότι ο συγγραφέας δεν αποδεικνύει, όπως στο πρώτο, την καλή μέθοδο και τη σοφία του πνεύματος. Έτσι συνδέεται με τον βαθμιαίο  συνδυασμό των φράσεων του, να κάνει γνωστά τα διάφορα στοιχεία της γλώσσας ή μέρους του λόγου (discours). Οδηγεί επίσης τους μαθητές του από τις προθέσεις τις πιο απλές στις προθέσεις τις πιο σύνθετες.

Τίποτε το πιο συνετό ακόμα από την εκλογή των πραγμάτων και των ιδεών. Τα βασικά γεγονότα της Αγίας Γραφής, τα γνωμικά τα πιο σημαντικά της ηθικής, μερικές παρατηρήσεις μιας στοιχειώδους φυσικής ιστορίας, κανόνες προφύλαξης για συνήθεις συνθήκες της ζωής, αρχές υγιεινής, ένας οδηγός συμπεριφοράς για ένα «καλό» (σοφό) παιδί, αυτή είναι η ύλη του δεύτερου μέρους, που ο συγγραφέας τελειώνει με στίχους θρησκευτικούς, ηθικούς και πατριωτικούς. Παρ’ όλα αυτά, όσο άξια των δικών μας επαίνων και να είναι αυτό το μέρος της εργασίας του κ. Κλεόβουλου, μην αγνοούμε για ποια ηλικία και για ποια χώρα τη συνέθεσε· μην ξεχνάμε αυτό που υπήρξε η Ελλάδα όσον αφορά την πολιτική και τη θρησκεία, και αυτό που είναι σήμερα.

Γνωρίζετε, κύριοι, ότι το ταλέντο του κ. Κλεόβουλου δεν ήταν στο φιλανθρωπικό του έργο παρά η ευτυχής βοήθεια της ανθρωπότητας και των γενναιόδωρων όψεων του κ. Ν. Ροσέτο Ροζνοβάνο, αγά της Μολδαβίας, που μόνος του ανέλαβε όλη τη δαπάνη· ότι αυτή η δαπάνη συνίσταται όχι μόνο στην εκτύπωση αυτών των πινάκων, στο σχέδιο και στις μήτρες των χαρακτήρων που χρησίμευσαν για να τους συνθέσουν· αλλά σε μια προμήθεια χαρακτήρων αρκετά αξιοσημείωτη, για να συνεχισθεί ακόμα στην Ελλάδα η εκτύπωση καινούργιων πινάκων.

Η επιτροπή σας συμπεραίνει προτείνοντας το γραφείο να προσκληθεί να γράψει στον κ. Ροζνοβάνο και στον κ. Κλεόβουλο, για να τους ευχαριστήσει εν ονόματι της εταιρείας, εν ονόματι των φίλων της ανθρωπότητας από την πλευρά τους επίτιμη και αξιοσημείωτη για τη συνεργασία όλων των καλών ανθρώπων για την αναγέννηση του ανθρώπου μέσα από την εκπαίδευση.

Ζ. Λεμπέφ.(27)

Ερχόμαστε τώρα στο πολύ σημαντικό ζήτημα του διδασκαλείου της αλληλοδιδακτικής που οργάνωσε και λειτούργησε στο Ιάσιο ο Κλεόβουλος. Σύμφωνα με δίπλωμα που σώζεται στο αρχείο της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας, το διδασκαλείο του Ιασίου έφερε την ονομασία «Παραδειγματικό και Πρακτικό της αλληλοδιδακτικής μεθόδου σχολείον», εκείνοι δε που  φοιτούσαν σ’ αυτό ονομάζονταν «μαθητοδιδάσκαλοι». Η φοίτηση στο διδασκαλείο αυτό διαρκούσε τέσσερις περίπου μήνες, όπως προκύπτει από δύο επιστολές από 12 Αυγούστου και 8 Νοεμβρίου του 1820 προς το Λόγιο Ερμή (28) του γνωστού λογίου και Φιλικού Μανουήλ Βερνάρδου, ο οποίος ζούσε τότε στο Ιάσι και γνώριζε από πρώτο χέρι τις προσπάθειες του Κλεόβουλου για την εισαγωγή και καθιέρωση της αλληλοδιδακτικής στα ελληνικά σχολεία. Κατά τη διάρκεια των σπουδών τους οι «μαθητοδιδάσκαλοι», οι οποίοι ήταν είτε «μερικοδιδάσκαλοι», είτε μαθητές της ηγεμονικής Ακαδημίας του Ιασίου, μελετούσαν «θεωρητικώς και πρακτικώς την αλληλοδιδακτική μέθοδο». Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών τους, αφού τους εξέταζε πρώτα ο ίδιος ο Κλεόβουλος, στη συνέχεια, παρουσιάζονταν ενώπιον των εφόρων της σχολής, προκειμένου να υποστούν τις «γενικές εξετάσεις» για τη λήψη του διπλώματος. Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι τόσο το περιεχόμενο των σπουδών, όσο και ο τρόπος των εξετάσεων στο «Παραδειγματικό και Πρακτικό της αλληλοδιδακτικής μεθόδου σχολείον» του Ιασίου παρουσιάζουν μεγάλες ομοιότητες με όσα προέβλεπε ο κανονισμός λειτουργίας της  Εcole Normale.

Από τις δυο επιστολές του Μανουήλ Βερνάρδου που μνημονεύσαμε παραπάνω προκύπτει ότι στην πρώτη περίοδο της λειτουργίας του διδασκαλείου (από τις αρχές Μαρτίου ως τα μέσα Ιουλίου 1820) φοίτησαν έξι «μαθητοδιδάσκαλοι», ενώ στη δεύτερη περίοδο (από τα μέσα Ιουλίου ως τα τέλη Οκτωβρίου 1820) φοίτησαν έντεκα «μαθητοδιδάσκαλοι» (29).

Οι περισσότεροι από τους δεκαεπτά συνολικά «μαθητοδιδασκάλους» που αποφοίτησαν από το διδασκαλείο της αλληλοδιδακτικής του Ιασίου ήρθαν στην Ελλάδα και οργάνωσαν αλληλοδιδακτικά σχολεία. Το γεγονός αυτό δικαιολογεί την ως το 1830 χρήση των παιδαγωγικών πινάκων και της μεθόδου του Κλεόβουλου στα περισσότερα αλληλοδιδακτικά σχολεία του αρτισύστατου ελληνικού κράτους (30).

            Απ΄ όσα με αρκετή συντομία εκθέσαμε παραπάνω και από όσα γνωρίζουμε από την ως σήμερα γνωστή βιβλιογραφία προκύπτει το συμπέρασμα ότι ο Γεώργιος Κλεόβουλος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εισαγωγή και καθιέρωση της αλληλοδιδακτικής μεθόδου στα ελληνικά σχολεία της προεπαναστατικής περιόδου.

Σύμφωνα με τα νέα στοιχεία που παρουσιάσαμε, τον ρόλο αυτόν  ο Φιλιππουπολίτης λόγιος μπόρεσε να τον επιτελέσει χάρη κυρίως στις σχέσεις που ανέπτυξε και στην υποστήριξη που του παρέσχε η γαλλική Société pour lenseignement élémentaire, η οποία στην εποχή εκείνη ήταν η μοναδική που ασχολήθηκε με την ανάπτυξη και διάδοση της αλληλοδιδακτικής μεθόδου σε όλο τον κόσμο.

 

 

 

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 

1)      Ιστορικαί αναμνήσεις, Αθήναι: Στοχαστής, 1926, τόμ. Α΄, σ. 182.

2)      Γεώργιος Κλεόβουλος «ο Φιλιππουπολίτης» - Ο πρώτος Έλλην επιστήμων και αγνοημένος παιδαγωγός, Αθήναι 1956.

3)      Η ανάγνωση στα ελληνικά αλληλοδιδακτικά σχολεία: Οι πίνακες του Κλεόβουλου (1819) και οι πίνακες των Παρισίων (1830), Αθήνα: Gutenberg, 1999.

4)      Η πρώτη σύντομη βιογραφία του Κλεόβουλου δημοσιεύτηκε αμέσως μετά τον θάνατό του  στη Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος (αριθμ. φύλλου 62 της 25ης Αυγούστου 1828). Συντάκτης της ήταν ο Γ. Χρυσήγης, ο οποίος φαίνεται πως γνώριζε προσωπικά τον έλληνα παιδαγωγό.

5)      Γενική Εφημερίς …, σ. 259β.

6)      Στο ίδιο. Σύμφωνα με τον πρώτο βιογράφο του Κλεόβουλου, ο τελευταίος, μετά τη φοίτησή του στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, επισκέφτηκε το 1814 με υπόδειξη του Άνθιμου Γαζή τις Μηλιές του Πηλίου, προκειμένου να διδάξει στο εκεί αρτισύστατο «Γυμνάσιο» (στο ίδιο, σς. 259β-260α). Μολονότι η πληροφορία αυτή ελέγχεται ως ανακριβής σε ό,τι αφορά τη χρονολογία, επιβεβαιώνεται κατά τα λοιπά από τον Ρήγα Καμηλάρι στη μελέτη του για τον Γρηγόριο Κωνσταντά (Γρηγορίου Κωνσταντά. Βιογραφίαι – Λόγοι – Επιστολαί. Μετά περιγραφής των Μηλεών και της σχολής αυτών, Αθήναι 1897, σ. 22). Ωστόσο, η επίσκεψη του Κλεόβουλου στις Μηλιές παραμένει ένα από τα άλυτα προβλήματα της δράσης του.

7)      Λόγιος Ερμής, τόμ. Ι΄(1820)21.

8)      Στο ίδιο.

9)      Ελένης Κούκκου, Ο Καποδίστριας και η παιδεία (1803 – 1822), τεύχ. Α΄, Η Φιλόμουσος Εταιρεία της Βιέννης, Αθήναι 1858, σ. 52.

10)   Την πληροφορία επισημάναμε στην από 22 Αυγούστου 1815 επιστολή του Maurice Jullien προς την Societe pour l’  enseignement elementaire, με την οποία ο γάλλος λόγιος πρότεινε όπως ο Ι. Καποδίστριας γίνει μέλος της εταιρείας του Παρισιού. (βλ. Journal d  education, τεύχ. 3/Ιούνιος 1816, σ. 155. Πρβ. Ελ. Κούκκου, όπ.π., σσ. 26-28 και Λυδίας Παπαδάκη, Η αλληλοδιδακτική μέθοδος διδασκαλίας στην Ελλάδα του  19ου αιώνα, Αθήνα: Δωδώνη, 1992, σσ. 90-92).

11)   Λόγιος Ερμής, τόμ. Ι΄(1820)21 και Γενική Εφημερίς …, σ. 260α.

12)   Ελ. Κούκκου, όπ.π., σ. 29.

13)   Λόγιος Ερμής, τόμ. Ι΄(1820)22. Πρβ. Λ. Παπαδάκη, όπ.π., σ. 69.

14)   Γενική Εφημερίς της Ελλάδος  …, σ. 260α και Ν. Δραγούμη, όπ.π., σ. 182.

15)   Τις πληροφορίες αντλήσαμε από τον κανονισμό του διδασκαλείου, ο οποίος εγκρίθηκε στις 16 Απριλίου 1816. Λίγους μήνες αργότερα και πιο συγκεκριμένα στις 16 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους εγκρίθηκε και ο κανονισμός της εσωτερικής λειτουργίας της Ecole Normale (βλ. Journal deducation, τεύχ. 3/Δεκέμβριος 1816, σσ. 134-144).

16)   Στο ίδιο, σσ. 134-135.

17)   Στο ίδιο, σ. 136.

18)   Στο ίδιο, σσ. 137138.

19)   Στο ίδιο, σ. 138.

20)   Το ότι ο Κλεόβουλος φοίτησε πράγματι στην Ecole Normale του Παρισιού το γνωρίζουμε από ανώνυμο δημοσίευμα στο περιοδικό της εταιρείας, στο οποίο μνημονεύεται ρητά πως ο έλληνας παιδαγωγός υπήρξε «eleve de notre ecole normale» (βλ. Journal deducation, τεύχ. 8/Μάιος 1819, σ. 83).

21)   Λόγιος Ερμής, τόμ. Θ΄(1819)27-34

22)   Δύο είναι οι πιο αξιοσημείωτες επιστολές που δημοσίευσε ο Κλεόβουλος στο Λόγιο Ερμή, στις οποίες βέβαια αναφέρεται με λεπτομέρειες στην αλληλοδιδακτική μέθοδο. Η πρώτη δημοσιεύτηκε στο τεύχος 1 της 1ης Ιανουαρίου 1819 [βλ. τόμ. Θ΄(1819)27-34], ενώ η δεύτερη στο τεύχος 22 της 15ης Νοεμβρίου 1820 [βλ. τόμ. Ι΄(1820)675-687]. Στη δεύτερη επιστολή ο Κλεόβουλος, αναφερόμενος στη διάδοση της αλληλοδιδακτικής μεθόδου σ’  ολόκληρο τον κόσμο, αναπαράγει – στην ελληνική βέβαια – ολόκληρα αποσπάσματα από το γαλλικό περιοδικό.

23)   Journal deducation, τομ. 8, τεύχ. 8/ Μάιος 1819, σ. 83 και Λόγιος Ερμής, τόμ. Ι΄ (1820) 21.

24)   Journal deducation, τομ. 8, τεύχ. 8/ Μάιος 1819, σ. 74 και τομ. 9, τεύχ. 5/ Φεβρουάριος 1820, σσ. 258-259. Βλ. επίσης στο Λόγιο Ερμή, τόμ. Ι΄(1820)21.

25)   Λόγιος Ερμής, τόμ. Θ΄(1819)34 και τόμ. Ι΄(1820)21, 26-27 και 264.

26)   Journal deducation, τομ.  8, τεύχ. 8/Μάιος 1819, σ. 74.

27)   Στο ίδιο, τόμ. 8, τεύχ. 10/ Ιούλιος 1819 σελ.177-180.

28)   Τόμ. Ι΄(1820)688-689 και τόμ. ΙΑ΄(1821)125-127.

29)   Δεν αποκλείεται να υπήρξε και τρίτη «σειρά» αποφοίτων του διδασκαλείου του Ιασίου. Αυτό αφήνει να διαφανεί η Ariadna CamarianoCioran στο γνωστό έργο της για τις Ακαδημίες του Βουκουρεστίου και του Ιασίου (Les Academies princieres de Bucarest et de Jassy et leurs professeurs, Θεσσαλονίκη: Ίδρυμα Μελετών της Χερσονήσου του Αίμου, 1974, σ. 116 σημ 303).

30)   Ιωάννη Κοκκώνη, Περίληψις της γενομένης αναφοράς εις την επί της προπαιδείας επιτροπήν, Αίγινα: Εθνική Τυπογραφία, 1830, σ. 22. Ελ. Κούκκου, Ο Καποδίστριας και η παιδεία (1827-1832), τεύχΒ΄, Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Αίγινας, Αθήναι 1972, σς. 4-35 και 39. Λ. Παπαδάκη, όπ.π., σσ. 94-95, 100 και 102.