Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΟ ΑΙΓΙΟ ΣΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ

ΤΟΥ Δ΄ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟ 1896 ΕΩΣ ΤΟ 1911

 

 

Γεώργιος Μοyρτζης

Δάσκαλος

 

 

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Η έρευνά μας δεν περιορίστηκε στην απλή γεγονοτογραφική προσέγγιση του πλούσιου αρχειακού υλικού που διαθέτει το σχολείο. Η μελέτη του μαθητολογίου του Δ΄ Δημοτικού Σχολείου Αιγίου (τότε Β΄ Δημοτικού Σχολείου Αρρένων Αιγίου), κατά την περίοδο 1896-97 έως 1910-11, μας βοήθησε να απαντήσουμε στα εξής ερωτήματα

*       Ποια η διαγωγή των μαθητών τα σχολικά έτη 1896-97 έως 1910-11;

*       Ποια η κοινωνική προέλευση των μαθητών;

*       Ποιες οι μαθητικές διαρροές;

*       Υπάρχει σχέση μεταξύ σχολικής επίδοσης, σχολικής διαρροής και «κοινωνικού στρώματος» ή τόπου κατοικίας του μαθητή;

Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά δίνονται μέσα από την ανάλυση περιγραφικών στατιστικών των δεδομένων.

SUMMARY:

Our research did not confine to a simple fact-describing approach of the rich archive material which is in the school. The study of the school-register of the 4th Primary School of Aigio (then 2nd Boys’ Primary School of Aigio), from the school years 1896-97 up to 1910-11, helped us answer the following questions

*       What was the pupils’ behavior from the school years 1896-97 up to 1910-11?

*       What was the pupils’ social background?

*       What was the pupils’ dispersal?

*        Is there a connection among pupils’ progress, pupils’ dispersal and «social background» and the pupils’ residence?

The answers to these questions are given through the analysis of descriptive statistics of the data provided.

 

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Το Δ΄ Δημοτικό Σχολείο Αιγίου που ιδρύθηκε το 1892 και λειτουργεί μέχρι σήμερα συνδέεται άμεσα με την Ιστορία της πόλης. Είναι ένα από τα παλαιότερα Δημοτικά Σχολεία του Αιγίου και αποτελεί σπουδαίο ιστορικό μνημείο για όλη την περιοχή.

Οι μέχρι τώρα έρευνες έχουν αποδείξει ότι το Σχολείο, δεν είναι απλώς ένας επίσημος φορέας παροχής γνώσεων, αλλά έχει πολύπλοκο ρόλο που συνδέεται άμεσα με τις ευρύτερες κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές αλλαγές. Επιχειρούμε να κατανοήσουμε και να ερμηνεύσουμε τα εκπαιδευτικά γεγονότα, σε σχέση με το κοινωνικοοικονομικό και πολιτισμικό περιβάλλον της υπό εξέταση εποχής. Το πραγματολογικό μας υλικό προέρχεται από το αρχείο του σχολείου (μαθητολόγια –έγγραφα) με έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο Ιστορικό Αρχείο Αιγίου απ’ όπου συγκεντρώσαμε το πρωτογενές πολύτιμο υλικό για την πραγματοποίηση του εγχειρήματός μας, ενώ άλλα στοιχεία πήραμε  από έγγραφα και εφημερίδες της κυβερνήσεως. Παράλληλα όμως πολύτιμη βοήθεια μας πρόσφεραν ιστορικές πηγές από τη Δημοτική Βιβλιοθήκη της πόλης μας, αλλά και δευτερογενείς.

Από τη μελέτη του μαθητολογίου του Δ΄ Δημοτικού Σχολείου Αιγίου κατά την περίοδο 1896-97 έως 1910-11 δώσαμε απαντήσεις στα παρακάτω ερωτήματα μέσα από την ανάλυση των περιγραφικών στατιστικών  των δεδομένων.

*       Ποια η διαγωγή των μαθητών τα σχολικά έτη 1896-97 έως 1910-11;

*       Ποια η κοινωνική προέλευση των μαθητών;

*       Ποιες οι μαθητικές διαρροές;

*       πάρχει σχέση μεταξύ σχολικής επίδοσης, μαθητικής διαρροής και «κοινωνικού στρώματος» ή τόπου κατοικίας του μαθητή;

 

ΙΔΡΥΣΗ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

 

Το Δ΄ Δημοτικό Σχολείο Αιγίου ιδρύθηκε το 1892 ως Β΄3/τάξιο αρρένων[1] που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 451/21-12-1892. Αξίζει να σημειωθεί ότι τρία χρόνια αργότερα (1895) λειτουργούσαν στην Ελλάδα 2.684 δημοτικά σχολεία και γραμματεία. (Παπαδημητρίου : 1950, σελ.80).

            Με τη μικτοποίηση (Ν.4397/16-8-1929 άρθρο 1, εδ. 3) των σχολείων, ονομάστηκε Δ΄ 3/τάξιο μικτό σύμφωνα με την ιστορική έκθεση του Δ/ντή του σχολείου, Αλ. Σακελλαρίου προς τον  επιθεωρητή των σχολείων με αριθ. πρωτ. 15 και αριθ. διεκπ. 58  της 31/3/1953.  Μέχρι τότε ονομαζόταν Β΄ αρρένων Αιγίου.

            Με το διάταγμα της 22ας Ιουνίου του 1934 που δημοσιεύτηκε στο Φ.Ε.Κ 202/ τ. Α΄ / 28-6-34 (αριθμός εγγράφου του υπουργείου Παιδείας κοινοποιήσεως του διατάγματος 39.260/28-6-34, το οποίο έλαβε αριθμό πρωτοκόλλου 853/1934 στο γραφείο του επιθεωρητή), το 4ο 3/τάξιο μικτό έγινε 4/τάξιο.   

Με Β.Δ της 19ης Νοεμβρίου του 1945 το οποίο δημοσιεύτηκε στις 22-12-1945 στο Φ.Ε.Κ 312 (αριθμός εγγράφου υπουργείου Παιδείας κοινοποιήσεως του διατάγματος 1871/11-1-1946) έγινε 5/τάξιο, αργότερα 6/θέσιο και το 1977,  7/θέσιο.

Μέχρι το 1892 που ιδρύθηκε το Δ΄ Δημοτικό Σχολείο Αιγίου (Β΄3/τάξιο αρρένων) λειτουργούσε το 1ο Δημοτικό Σχολείο το οποίο αναγνωρίστηκε ως πλήρες Δημοτικό Σχολείο αρρένων στις 19 Αυγούστου του 1896 με το υπ’ αριθμ. 3042 Β.Δ που δημοσιεύτηκε στην Ε.τ.Κ Φ.94, την  21η  Αυγούστου 1896. (Χριστόπουλος: 2002, σελ. 20) 

 

ΤΟ ΔΙΔΑΚΤΗΡΙΟ

 

Το διδακτήριο χτίστηκε στα μισά του περασμένου αιώνα από τον προύχοντα Αγγελή Α. Μιχαλόπουλο και χρησιμοποιήθηκε στην αρχή ως Δημαρχείο αλλά και σαν κατοικία του πρώτου Δημάρχου Αιγίου Αναστασίου Λόντου. Ο Αγγελής Μιχαλόπουλος στις 10 Ιουλίου 1868 με ιδιόγραφη διαθήκη του, το κληροδότησε στο Δήμο Αιγίου με το 229 τ.μ οικόπεδό του, με σκοπό να χρησιμοποιηθεί σαν νοσοκομείο. Μέχρι το 1902 λειτούργησε σαν νοσοκομείο με γιατρούς τους τρεις Γιάννηδες, Ρόζο, Μπιτσάκο, Ζωγράφο. (Παναγόπουλος – Κρητικός: 2002, σελ.373).

Το έτος 1903 διαμορφώθηκε από το νοσοκομείο σε διδακτήριο. ( κάτοψη διδακτηρίου έτους 1955). Είναι το πιο γνωστό στους σημερινούς κατοίκους του Αιγίου ως  Δ΄ Δημοτικό Σχολείο ή ως σχολείο «Γαρδενιώτου» αφού για πολλά χρόνια χρησίμευσε ως διδακτήριο του 1ου Δημοτικού Σχολείου αρρένων στο οποίο διευθυντής ήταν ο δάσκαλος Γεώργιος Γαρδενιώτης. Το 1934 και το μήνα Ιούλιο μισθώθηκε για μια τριετία με μηνιαίο ενοίκιο 3.500 δραχμών  για διδακτήριο του Δ΄ Δημοτικού Σχολείου Αιγίου. Μετά τη λήξη της παραπάνω μίσθωσης έγινε αναμίσθωση για μια πενταετία. (αριθμός μισθωτηρίου συμβολαίου 32191/23-12-1937).

Στο κτίριο βρέθηκε το 1959, όταν ανακαινίσθηκε, η πλάκα ταφής του Ανδρέα  Λόντου. Η σωρός του –αφού ταριχεύτηκε – μεταφέρθηκε στο Αίγιο από την Αθήνα  για ταφή. Απαγορεύτηκε όμως η νεκρώσιμη ακολουθία και η ταφή του στο νεκροταφείο από την Κυβέρνηση.( Σταυρόπουλος  : 1954)

Μετά λοιπόν από λαϊκή κηδεία, τάφηκε στο σπίτι του αδελφού του Αναστασίου Λόντου (δηλαδή στο κτίριο του Δ΄ Δημοτικού Σχολείου) στις 15 Οκτωβρίου 1846. Ένα χρόνο αργότερα δόθηκε η άδεια εκκλησιαστικής ταφής στον περίβολο του Μητροπολιτικού ναού της Φανερωμένης Αιγίου. Η πλάκα φέρει εγχάρακτα δυο στεφάνια δάφνης, και στο εσωτερικό γράφονται τα εξής :

ΚΑ΄                                                               Γ΄

ΜΑΡΤΙΟΥ                  ΚΑΙ                           ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

ΑΩΚΑ                                                          ΑΩΜΓ[2]

Ανάμεσα στα στεφάνια το κείμενο :

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑΣ ΙΣΟΝΟΜΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

ΤΟΥΣ ΔΥΟ ΚΑΛΛΙΣΤΟΥΣ ΑΓΩΝΑΣ

ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣΑΝΤΑ

ΑΝΔΡΕΑΝ ΛΟΝΤΟΝ

ΟΔΕ ΚΑΛΥΠΤΕΙ ΠΑΥΣΙΛΥΠΟΣ ΛΙΘΟΣ

Στο επάνω μέρος η πλάκα έχει επίσης εγχάρακτο σταυρό.

Σημειώνεται ότι ο Ανδρέας Λόντος κατασκεύασε «προχείρως την ΠΡΩΤΗΝ Ελληνικήν σημαίαν», ( Σταυρόπουλος : ό.π. σελ. 359 - 360 ) κόκκινου χρώματος, με μαύρο σταυρό στη μέση της μιας πλευράς, με την οποία μπήκε στην Πάτρα μετά τον Παπαδιαμαντόπουλο, την 22α Μαρτίου του 1821. (Τρικούπης : 1978 ) 

           

ΔΙΑΓΩΓΗ

Το πρώτο βιβλίο μαθητολογίου έχει τίτλο :

«ΜΑΘΗΤΟΛΟΓΙΟΝ ΤΟΥ Β΄ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ» και ημερομηνία 1ης Σεπτεμβρίου 1896, τυπώθηκε στην Αθήνα στο τυπογραφείο των καταστημάτων Ανέστη Κωνσταντινίδου το έτος 1896[3].

Στη στήλη του μαθητολογίου «Διαγωγή» παρατηρούνται οι παρακάτω χαρακτηρισμοί ανά σχολικά έτη :

 

ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΔΙΑΓΩΓΗΣ

1896-97

Αξία επαίνου, καλή, κακή, κακίστη

1897-98

Αξία επαίνου, Επαινετή, Αρίστη,  Καλή

1898-99

Άμεμπτος, Κοσμιωτάτη, Επαινετή, Αρίστη, Λίαν Καλή, Καλή, Μετρία

1899-1900

Αξιέπαινος, Επαινετή, Αρίστη, Καλλίστη, Λίαν Καλή, Καλή, Κοσμία

1900-01

Αξιέπαινος, Επαινετή, Αρίστη, Καλλίστη, Καλή

1901-02

Αξιέπαινη, Αρίστη, Καλή

1902-03

Αξιέπαινη, Αρίστη, Καλή, Κοσμία

1903-04

Αξιέπαινη, Αρίστη, Καλή

1904-05

Καλή, Κοσμία

1905-06

Άμεμπτος, Αξιέπαινη, Καλλίστη, Καλή, Κοσμία

1906-07

Άμεμπτος, Αξιέπαινη, Καλή

1907-08

Άμεμπτος, Αξιέπαινη, Αρίστη, Καλή

1908-09

Αξιέπαινη, Κοσμιωτάτη, Καλή, Κοσμία

1909-1910

Αξιέπαινη, Αρίστη, Καλή

1910-11

Αξιέπαινη, Αρίστη, Καλή

 

Αξιοσημείωτο είναι ότι ο χαρακτηρισμός της διαγωγής ως «Κακίστη» εμφανίζεται μόνο μία φορά και σε ένα μαθητή κατά το σχολικό έτος 1896-1897. Ενώ το σχολικό έτος 1904-05 παρατηρούνται μόνο δύο χαρακτηρισμοί.

 

 

ΤΟ ΜΑΘΗΤΙΚΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΤΟΥ  Δ΄ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ  ΑΡΡΕΝΩΝ ΑΙΓΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟ 1896 ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1911

 

 

ΣΧΟΛΙΚΑ

ΕΤΗ

Α

Β

Γ

Δ

ΣΥΝΟΛΟ

1896-97

58

28

24

12

122

1897-98

41

34

13

15

103

1898-99

52

18

28

17

115

1899-1900

58

30

21

20

129

1900-01

71

34

23

24

152

1901-02

44

32

26

26

128

1902-03

44

27

24

24

119

1903-04

56

48

32

29

165

1904-05

56

34

36

28

154

1905-06

49

44

38

35

166

1906-07

52

38

41

33

164

1907-08

63

53

40

28

184

1908-09

59

43

46

27

175

1909-10

63

39

42

31

175

1910-11

48

40

35

26

149

 

Τη μικρότερη δύναμη εμφανίζει το σχολείο με 103 μαθητές το έτος 1897-98 και τη μεγαλύτερη το σχολικό έτος 1907-08 με 184 μαθητές.

 

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΓΟΝΕΩΝ

 

Από το σχολικό έτος 1896-97 μέχρι και το σχολικό έτος 1910-11 έχουν καταγραφεί τα παρακάτω επαγγέλματα γονέων των μαθητών.

Το 40% των γονέων είναι κτηματίες (αυτοί που έχουν αξιόλογη ακίνητη περιουσία),το 18% εργατικοί, το 9% κτηματικοί (αυτοί που έχουν κτήματα) και ακολουθούν ξυλουργοί, υποδηματοποιοί, καραγωγείς, έμποροι, δημοδιδάσκαλοι, ξενοδόχοι, τέκτονες, σανδαλοποιοί. Σε  ποσοστό 15% δεν δηλώνεται το επάγγελμα του πατέρα, αλλά γράφεται στην αντίστοιχη στήλη η λέξη «ορφανός».Οι δημόσιοι υπάλληλοι δηλώνονται με την ακριβή θέση που έχουν όπως : υπάλληλος σιδηροδρόμων, αστυφύλαξ, τελωνοφύλαξ, δικαστικός κλητήρ, χωροφύλαξ κ.τ.λ. Στα ελεύθερα επαγγέλματα συναντάμε δηλωτικά την ενασχόλησή τους όπως : κουρεύς, επιπλοποιός, παντοπώλης, κιβωτοποιός, καραγωγεύς, καθεκλοποιός, σαγματοποιός, καλαθοποιός, ασβεστοποιός, οινοπνευματοποιός, σανδαλοποιός, κιβωτοποιός κ.τ.λ. Από την καταγραφή των επαγγελμάτων των γονέων των μαθητών διαπιστώνουμε ότι πιο συχνά εμφανίζεται το επάγγελμα του κτηματία[4]. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ευρύτερη περιοχή της Αιγιάλειας ήταν κατεξοχήν αγροτική περιοχή με κύριο προϊόν παραγωγής τη σταφίδα. Το προϊόν πήρε την προσωνυμία του με τη λέξη «ΒοστίτσαVostizza» από την ονομασία του τόπου της παραγωγής του.

 

 

ΣΧΕΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΣΤΡΩΜΑΤΩΝ  -  ΤΟΠΟΥ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ   ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ  ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΡΡΟΗΣ

 

Τα επαγγέλματα που καταγράψαμε από τη στήλη του μαθητολογίου «επάγγελμα πατρός» τα κατατάξαμε σε τρία «στρώματα» που προσδιορίζουν την κοινωνική θέση[5] του πατέρα και επομένως και της οικογένειας.

Αυτή η ταξινόμηση σε «κοινωνικά στρώματα» είναι πολύ χρήσιμη γιατί μας βοηθάει να βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα, για το αν υπάρχει και ποια είναι η σχέση μεταξύ της σχολικής επίδοσης των μαθητών και της κοινωνικής τους προέλευσης. Ως κριτήρια για την ταξινόμηση ενός επαγγέλματος στο αντίστοιχο «κοινωνικό στρώμα» λάβαμε υπόψη μας:

-         αν η εργασία του πατέρα ήταν χειρωνακτική,

-         αν είχε κατάστημα ή ήταν επαγγελματίας,

-         αν το επάγγελμα είχε σχέση με μεγαλοεπιχειρηματικές δραστηριότητες ή ήταν αποτέλεσμα σπουδών[6] και

-         τέλος στην ταξινόμηση λάβαμε υπόψη μας και την κλίμακα Treiman, λαμβάνοντας υπόψη ότι κάποια επαγγέλματα δεν είχαν το ίδιο status στην υπό εξέταση περίοδο (Treiman, DJ: 1977).

 

ΚΑΤΩΤΕΡΟ

ΣΤΡΩΜΑ

ΜΕΣΑΙΟ ΣΤΡΩΜΑ

ΑΝΩΤΕΡΟ ΣΤΡΩΜΑ

Αγωγεύς

Αρτοποιός

Δήμαρχος

Αλιεύς

Αρτοπώλης

Δημοδιδάσκαλος

Αμαξηλάτης

Αστυφύλακας

Δικηγόρος

Αμμωκονιαστής

Βιβλιοπώλης

Ελληνοδιδάσκαλος[7]

Βαρελοποιός

Βυρσοδέψης

Ιατρός

Βαφεύς

Δερματέμπορος

Ιερεύς

Βυτιοποιός

Δερματοποιός

Κτηματίας

Γαλακτοπώλης

Δερματοπώλης

Κτηματικός

Γεωργός

Διευθυντής

καπνοκοπτείου

Οικονομ. Επιθεωρητής

Ελαιοχρωματιστής

Δικαστικός κλητήρ

Οινοπνευματοποιός

Εμποροϋπάλληλος

Ελαιογράφος

Σταφιδέμπορος

Εργάτης

Εμποροράπτης

Συμβολαιογράφος

Εργάτης θαλάσσης

Έμπορος

 

Εργατικός

Ενδυματοπώλης

 

Ιχθυοπώλης

Επιπλοποιός

 

Καθεκλοποιός

Ζαχαροπλάστης

 

Καλαθοποιός

Καφεπώλης

 

Κανοποιός

Κρεοπώλης

 

Καπνοπώλης

Λεμβούχος

 

Καραγωγεύς

Μουσικός

 

Καροποιός

Ξενοδόχος

 

Κασσιτεροποιός

Παντοπώλης

 

Κηπουρός

Ράπτης

 

Κιβωτοποιός

Σανδαλοποιός

 

Κουρεύς

Σιδηρ. Υπάλληλος

 

Κτίστης

Στρατιωτικός

 

Λαχανοπώλης

Τέκτων

 

Λιθοξόος

Τελονοφύλαξ

 

Μάγειρας

Τροφοδότης πλοίων

 

Μανάβης

Υπάλληλος

 

Μυλωθρός

Υποδηματοποιός

 

Ναυτικός

Χαρτοπώλης

 

Ξυλοκόπος

Χωροφύλαξ

 

Ξυλουργός

Ψάλτης

 

Οικοδόμος

 

 

Οινοπώλης

 

 

Οπωροπώλης

 

 

Οργανοπαίκτης

 

 

Ορφανός

 

 

Πεταλωτής

 

 

Πηλοποιός

 

 

Πλανώδιος έμπορος

 

 

Σαγματοποιός

 

 

Σαράτσης

 

 

Σιδηρουργός

 

 

Σοφαντζής

 

 

Τσαρουχάς

 

 

Υλοτόμος

 

 

Υπηρέτης

 

 

Φανοποιός

 

 

Χαλκεύς

 

 

 

Στη συνέχεια χρησιμοποιώντας μια δεύτερη μεταβλητή, τον τόπο κατοικίας του μαθητή, επιχειρούμε να βγάλουμε συμπεράσματα για το βαθμό των μαθητών σε σχέση με το αν κατοικούσαν στην πόλη ή στο χωριό και σε συνδυασμό με το « κοινωνικό στρώμα» «ταξινόμησης» που κάναμε προηγούμενα.

Δεν χρησιμοποιούμε τη μεταβλητή του φύλου για εξαγωγή συμπερασμάτων αφού τα σχολεία την περίοδο που εξετάζουμε ήταν μόνο αρρένων ή θηλέων. Επιχειρούμε επίσης να μετρήσουμε τη σχολική διαρροή κατά «κοινωνικό στρώμα» αφού στη στήλη «παρατηρήσεις» του μαθητολογίου υπάρχει σε μεγάλο αριθμό μαθητών η παρατήρηση «διέκοψε» ή «δεν φοίτησε καθόλου» για εξαγωγή χρησίμων συμπερασμάτων.

Η επιλογή των εξωγενών μεταβλητών που λάβαμε υπόψη μας, με δεδομένη την ελληνική πραγματικότητα την περίοδο 1896-1911 που εξετάζουμε, έχει χρησιμοποιηθεί σε πολλές έρευνες σε συνδυασμό όμως και με άλλες μεταβλητές όπως το «φύλλο», την «Αστική τάξη» κλπ.

«Το οικογενειακό υπόβαθρο χρησιμοποιείται και από τη δομολειτουργική θεωρία (βλέπε Blau και Duncan 1967, Sewell, Haller και Portes 1969, Sewell, Haller και Ohlendorf 1970) αλλά και από όλες τις εκφάνσεις των συγκρουσιακών θεωριών (βλέπε, Collins 1979, Bowles και Gintis, 1976, Bourdieu 1977, και Passeron, 1977) …… μια ανασκόπηση παρόμοιων ερευνών στις ΗΠΑ (Bridge κ.ά. … 1979) έδειξε ότι …… είχε σημαντική θετική επίδραση …… το επάγγελμα του πατέρα σε τέσσερις από τέσσερις» (Κατσίλης : 1997, πανεπ. σημ., σελ. 56).

Στη στενή σχέση που υπάρχει μεταξύ της οικογένειας και της σχολικής επιτυχίας αναφέρεται επίσης ο Μυλωνάς.

Μετά την ταξινόμηση των μαθητών σε «κοινωνικά στρώματα» σε σχέση με το επάγγελμα του πατέρα, στο «Ανώτερο στρώμα» είχαμε 888 εγγραφέντες μαθητές, στο «μεσαίο» 348 και στο «κατώτερο» 964, αφού συνολικά στα σχολικά έτη από 1896-97 έως και 1910-11 είχαν γραφτεί στο σχολείο 2.200 μαθητές.

Στους υπολογισμούς μας για το μέσο όρο της βαθμολογίας δεν συμπεριλάβαμε τους μαθητές που διέκοψαν ή δεν φοίτησαν καθόλου κατά «κοινωνικό στρώμα» (δηλαδή 102 μαθητές στο «ανώτερο», 23 στο «μεσαίο» και 112 στο «κατώτερο»), καθώς και τους μαθητές που δεν είχαν βαθμολογία στο γενικό έλεγχο για διάφορους λόγους (μετεγγραφέντες, αποφοιτήσαντες, αποβιώσαντες) δηλαδή 77 μαθητές στο «ανώτερο στρώμα» 22 στο «μεσαίο» και 73 στο «κατώτερο».

 

 

 

 

 Ο Μ.Ο. βαθμολογίας υπολογίστηκε επί των φοιτησάντων μαθητών μέχρι του τέλους όλων των σχολικών ετών. Πιο συγκεκριμένα σε 709 φοιτήσαντες στο «ανώτερο στρώμα» 303 στο «μεσαίο» και 779 στο «κατώτερο».Διαπιστώνεται λοιπόν ότι οι μαθητές του «ανωτέρου στρώματος», είχαν τον υψηλότερο μέσο όρο βαθμολογίας (1,89) και το μικρότερο οι μαθητές του «κατωτέρου στρώματος» (1,77), ενώ οι μαθητές του «μεσαίου στρώματος» είχαν (1,83). Επιβεβαιώνονται έτσι διάφορες έρευνες όπως, του Παπακωνσταντίνου (Μυλωνάς : χ.χ.) ότι η επίδοση είναι συνάρτηση της κοινωνικής προέλευσης όταν λαμβάνεται σαν δείκτης, είτε το επάγγελμα του πατέρα, είτε το μορφωτικό επίπεδο (Μυλωνάς  : ό.π.). Η έρευνα που έκανε η Τζάνη (1983) δείχνει το μεγάλο βαθμό σχέσης που έχει η κοινωνική προέλευση του μαθητή με την επιτυχία του στο σχολείο.«Οι Schiefelbein και Simmons (1981) αναφέρουν ότι 10 από 13 μελέτες που έγιναν στην Αφρική, τη Λατινική Αμερική και την Ασία δείχνουν σημαντικές επιδράσεις από το οικογενειακό υπόβαθρο στην επίδοση» (Κατσίλλης : ό.π. σελ. 56).

Όπως φαίνεται από το γράφημα 2 οι μαθητές του «ανωτέρου στρώματος» έχουν κατά μέσο όρο 0,06 μονάδες περισσότερο από τους μαθητές του «μεσαίου στρώματος» και 0,12 μονάδες κατά μέσο όρο περισσότερο από τους μαθητές του «κατωτέρου στρώματος». Μεταξύ του «μεσαίου» και του «κατωτέρου» στρώματος η διαφορά είναι πάλι 0,06 μονάδες.

 

 

 

Η διαφορά επομένως του μέσου όρου βαθμολογίας μεταξύ των διαδοχικών κοινωνικών στρωμάτων είναι 0,06 μονάδες.

 

 

           

Θέλοντας να δούμε τον μέσο όρο βαθμολογίας των μαθητών σε σχέση με τον τόπο κατοικίας τους, ανεξάρτητα από ποιο «κοινωνικό στρώμα» προέρχονται χωρίσαμε τους μαθητές σε δύο ομάδες. Σε αυτούς που έμεναν σε χωριά και σε αυτούς που έμεναν στην πόλη του Αιγίου.

Διαπιστώθηκε ότι οι μαθητές που κατοικούσαν σε χωριά είχαν μέσο όρο βαθμολογίας 1,89 μονάδες και οι μαθητές που κατοικούσαν στην πόλη 1,81 μονάδες, δηλαδή 0,08 μονάδες λιγότερο.

Σε ότι έχει σχέση με τον μέσο όρο βαθμολογίας των μαθητών σε συνδυασμό με το «κοινωνικό στρώμα» της οικογένειας διαπιστώνεται από το γράφημα 4 ότι οι μαθητές του «ανωτέρου στρώματος» που κατοικούσαν στα χωριά είχαν τον ίδιο μέσο όρο βαθμολογίας (1,87) με αυτούς που διέμεναν στην πόλη του Αιγίου.

 

 

 

Σύμφωνα με το γράφημα 5 ο μέσος όρος βαθμολογίας των μαθητών του «μεσαίου στρώματος» που κατοικούσαν σε χωριά (2,5) ήταν υψηλότερος κατά 0,67 μονάδες, του μέσου όρου βαθμολογίας των μαθητών που κατοικούσαν στην πόλη (1,83).

 

 

Ο μέσος όρος βαθμολογίας των μαθητών του «κατωτέρου στρώματος» που κατοικούσαν σε χωριά ήταν 1,89 μονάδες έναντι 1,75 μονάδων των μαθητών του ίδιου στρώματος που κατοικούσαν στην πόλη. Οι μαθητές που κατοικούσαν στην πόλη είχαν 0,14 μονάδες κατά μέσο όρο, λιγότερο από τους μαθητές που κατοικούσαν στο χωριό, όπως φαίνεται στο παρακάτω γράφημα 6.

 

 

 

Διαπιστώνεται ότι, οι μαθητές του μεσαίου και κατωτέρου «κοινωνικού στρώματος» που κατοικούσαν σε χωριά είχαν υψηλότερο μέσο όρο βαθμολογίας απ’ αυτούς που κατοικούσαν στην πόλη του Αιγίου, ενώ οι μαθητές του «ανωτέρου κοινωνικού στρώματος» είχαν τον ίδιο μέσο όρο βαθμολογίας ανεξάρτητα με το αν κατοικούσαν σε χωριό ή στην πόλη.

Σε όλες τις περιπτώσεις δεν λάβαμε υπόψη μας στους υπολογισμούς τους μαθητές που διέκοψαν ή δε φοίτησαν καθόλου και εκείνους που για διάφορους λόγους δεν είχαν καθόλου βαθμολογία στο γενικό έλεγχο. Βέβαια το αποτέλεσμα της έρευνάς μας που έχει σχέση με την επίδοση των μαθητών σε σχέση με τον τόπο κατοικίας τους δεν συμφωνεί με αποτελέσματα άλλων ερευνών.

«Οι Psecharopoulos και Soumelis (1979) χρησιμοποιώντας δυο κατηγορίες γεωγραφικής θέσης (Αστική – μη Αστική), βρήκαν ότι το να είναι ένας μαθητής από αστική περιοχή δεν επηρεάζει τους βαθμούς αλλά επηρεάζει τις εκπαιδευτικές προσδοκίες των μαθητών…… Οι Schiefelbein και Simmons (1981) αναφέρουν ότι η απόσταση του σπιτιού από το σχολείο έχει σημαντική επίδραση σε δύο από τρεις μελέτες που είχαν γίνει στην Ασία» (Κατσίλλης : ό.π. σελ. 57).

Ο Μυλωνάς (ό.π. σελ. 163) σε μια δική του έρευνα « που αφορούσε τις γεωγραφικές ( που ως ένα βαθμό συμπίπτουν με τις κοινωνικές ) ανισότητες πιθανοτήτων πρόσβασης και επιτυχίας των μαθητών στο Σχολείο, έδειξε ότι η «πορεία» του παιδιού στο Σχολείο είναι συνάρτηση της «απόστασης» του τόπου κατοικίας από το σχολείο».

Η διαφοροποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνάς μας μπορεί να οφείλεται σε διάφορους λόγους όπως:

α. Η απόσταση του τόπου κατοικίας, όσων μαθητών κατοικούσαν σε χωριά γύρω από το Αίγιο την περίοδο που εξετάζουμε, σε σχέση με την πόλη του Αιγίου και το σχολείο τους, ( Β΄ Αρρένων Αιγίου ) ήταν μικρή.

β. Ο πληθυσμός της πόλης του Αιγίου (7001 κάτοικοι) ένα χρόνο μετά την ίδρυση του σχολείου δεν είχε μεγάλη διαφορά με τον πληθυσμό των χωριών γύρω από την πόλη, αν δει κανείς ότι την ίδια χρονιά η Τέμενη είχε 1114 κατοίκους (ΦΕΚ 36/19-2-1893).

γ. Πιθανόν οι μαθητές που κατοικούσαν στα χωριά και φοιτούσαν στο Β΄ Αρρένων Αιγίου ήθελαν να πετύχουν περισσότερο ή δέχονταν μεγαλύτερη πίεση από το οικογενειακό τους περιβάλλον για επιτυχία.

Η μαθητική διαρροή είναι ένα φαινόμενο κατά το οποίο ορισμένοι μαθητές εγκαταλείπουν το σχολείο, είτε στο τέλος της σχολικής χρονιάς, είτε κατά τη διάρκειά της, είτε γράφονται και δεν παρουσιάζονται στο σχολείο για φοίτηση.

Είναι άξιο απορίας πραγματικά το γεγονός ότι, ενώ ο άνθρωπος έχει εκ φύσεως την τάση για πνευματική καλλιέργεια, έχει τη «δίψα» για γνώση, πράγμα που το επιβεβαιώνει ο πνευματικός και τεχνολογικός πολιτισμός που έχει δημιουργήσει, τα παιδιά (για κάποιους λόγους) δε συνεχίζουν τη φοίτησή τους στο σχολείο παρά το γεγονός ότι αυτό είναι ο βασικός, επίσημος φορέας παροχής γνώσης.

Αυτό που θα μας απασχολήσει παρακάτω είναι οι λόγοι εκείνοι που οδήγησαν τους μαθητές που πέρασαν το κατώφλι του Δ΄ Δημοτικού Σχολείου Αρρένων να διακόψουν τη φοίτησή τους.

Σχετικά με τη διαρροή των μαθητών σε σχέση με το «στρώμα» που έχουν «τοποθετηθεί» από την ανάλυση που έγινε, διαπιστώνεται ότι: επί συνόλου 888 εγγραφέντων στο «ανώτερο στρώμα» διέκοψαν ή δε φοίτησαν καθόλου 102 μαθητές (ποσοστό 11,49%), ενώ συνέχισαν τη φοίτησή τους μέχρι τέλους όλων των υπό εξέταση σχολικών ετών 786 μαθητές δηλαδή ποσοστό 88,51% (γράφημα 7).

 

 

 

 Όπως φαίνεται από το παρακάτω γράφημα 8 στο «μεσαίο στρώμα» επί συνόλου 348 εγγραφέντων διέκοψαν ή δεν φοίτησαν καθόλου 23 μαθητές (ποσοστό 6,61%), ενώ συνέχισαν κανονικά τη φοίτησή τους σε όλα τα σχολικά έτη 325 μαθητές (ποσοστό 93,39%).

 

 

 

Τέλος όπως φαίνεται από το γράφημα 9 στο «κατώτερο στρώμα» υπήρξε διαρροή 11,62% (112 μαθητές), ενώ συνέχισε τη φοίτηση του ποσοστό 88,38% (852 μαθητές), σε σύνολο 964 εγγραφέντων μαθητών για όλα τα σχολικά έτη.

  

 

 

 

 

 Διαπιστώνεται λοιπόν ότι η μεγαλύτερη διαρροή την περίοδο 1896-97 έως και 1910-11 προέρχεται από τους μαθητές που ο πατέρας τους ανήκει στο «κατώτερο στρώμα» (11,62%). Ακολουθεί η διαρροή από το «ανώτερο στρώμα» (11,49%), ενώ αντίθετα η μικρότερη διαρροή παρουσιάζεται στους μαθητές που προέρχονται από το «μεσαίο στρώμα» (6,61%). Εντύπωση προκαλεί το ποσοστό διαρροής από το «ανώτερο στρώμα» που παρουσιάζεται αρκετά υψηλό και ακολουθεί με μικρή διαφορά το ποσοστό της διαρροής από το «κατώτερο στρώμα» (διαφορά 0,13%). Η συνολική διαρροή την παραπάνω περίοδο φτάνει στο 10,77% όπως φαίνεται από το γράφημα 11.

 

 

 Στην προσπάθειά μας να προσεγγίσουμε τους λόγους που οδήγησαν το 10,77% των μαθητών του Δ΄ Δημοτικού Σχολείου Αρρένων να το εγκαταλείψουν, θα ήταν επιφανειακό ίσως και ριψοκίνδυνο να αναζητήσουμε τις ευθύνες σε ένα μόνο παράγοντα. Μάλλον, το φαινόμενο της σχολικής διαρροής σχετίζεται άμεσα με ποικίλους παράγοντες κυρίως σχολικούς και κοινωνικούς.

Το υψηλό ποσοστό σχολικής διαρροής που παρουσιάζουν τα παιδιά του «κατωτέρου κοινωνικού στρώματος» (11,62%), ασφαλώς οφείλεται στο γεγονός ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των μαθητών αυτής της κατηγορίας είναι παιδιά εργατικών οικογενειών, τα οποία αναγκάζονται λόγω των δύσκολων κοινωνικοοικονομικών συνθηκών να μπουν στην αγορά εργασίας από μικρή ηλικία είτε ακολουθώντας το επάγγελμα του πατέρα ή κάποια άλλη χειρωνακτική εργασία. Είναι αναμενόμενο ότι για τα παιδιά του «κατωτέρου κοινωνικού στρώματος» η φοίτηση στο σχολείο και κατά συνέπεια η απόκτηση σχολικών γνώσεων δεν είναι απαραίτητη αφού δεν σχετίζεται άμεσα με την ικανοποίηση βασικών αναγκών.

Αξίζει  όμως να επισημάνουμε ιδιαίτερα ότι και τα παιδιά του «ανωτέρου κοινωνικού στρώματος» παρουσιάζουν υψηλό βαθμό σχολικής διαρροής (11,49%) μόλις 0,13% λιγότερο από τα παιδιά του «κατωτέρου κοινωνικού στρώματος». Εδώ πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας το γεγονός ότι τα περισσότερα παιδιά του «ανωτέρου κοινωνικού στρώματος» έχουν πατέρα κτηματικό ή κτηματία. Αυτό σημαίνει ότι τα παιδιά «επιλέγουν» να εργαστούν στην μεγάλη κτηματική περιουσία της οικογένειάς τους με την προοπτική να συνεχίσουν την οικογενειακή παράδοση. Ας μην ξεχνάμε ότι, στην υπό εξέταση περίοδο το Αίγιο αποτελούσε το σημαντικότερο κέντρο συγκομιδής και διακίνησης της μαύρης σταφίδας, της περίφημης «σταφίδας της Βοστίτσας».

Η σχολική διαρροή των παιδιών που ανήκαν στο «μεσαίο κοινωνικό στρώμα» σε σχέση με εκείνη των παιδιών του «κατωτέρου και ανωτέρου κοινωνικού στρώματος», είναι πολύ χαμηλή (6,61%).

Αυτό θα μπορούσε να το δικαιολογήσουμε από το γεγονός ότι στα τέλη του 19ου αιώνα η ανερχόμενη και πολλά υποσχόμενη «μεσαία κοινωνική τάξη» προκειμένου να ανέλθει κοινωνικά είχε ανάγκη τη μόρφωση των παιδιών της. Στη νέα αυτή κοινωνική τάξη, υπάγονται κυρίως οι έμποροι οι οποίοι στην πόλη του Αιγίου αυτή την περίοδο γνωρίζουν μεγάλη οικονομική ευημερία χάρη της εξαγωγής της σταφίδας. Αυτό που ενδιαφέρει το «μεσαίο κοινωνικό στρώμα» είναι η βελτίωση του κοινωνικού τους status. Η οικονομική τους άνοδος δεν τους απασχολεί αφού τα οικονομικά τους είναι καλά, όμως η κοινωνική τους ανέλιξη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την μόρφωση και τις γνώσεις που παρέχει ο μόνος επίσημος φορέας, το σχολείο. Αυτός είναι κατά πάσα πιθανότητα και ο κύριος λόγος που τα παιδιά του «μεσαίου στρώματος» παρουσιάζουν χαμηλό ποσοστό σχολικής διαρροής.

Πέρα όμως από τον κοινωνικό παράγοντα που είναι πρωταρχικής σημασίας, για τη σχολική διαρροή των παιδιών ευθύνεται και ο σχολικός παράγοντας. Ίσως  η αυστηρή βαθμολόγηση, σε συνδυασμό με τις εξετάσεις στις οποίες υποβάλλονταν οι μαθητές προκειμένου να προαχθούν στην επόμενη τάξη, πιθανόν  να οδηγούσαν τους μαθητές σε απόγνωση και εγκατάλειψη του σχολείου.

Συνοψίζοντας θα λέγαμε ότι το υψηλό ποσοστό σχολικής διαρροής την περίοδο 1896-1911 οφείλεται τόσο στην κοινωνικοοικονομική προέλευση των μαθητών του Δ΄ Δημοτικού Σχολείου Αρρένων Αιγίου, όσο και στη σχολική τους επίδοση.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ , Α. (1995). Νέα Ελληνική Ιστορία, Θεσσαλονίκη : εκδόσεις ΒΑΝΙΑΣ          

ΚΑΤΣΙΛΛΗΣ, Ι. (1997). Κοινωνική Διαστρωμάτωση, Πανεπιστημιακές Σημειώσεις, Π.Τ.Δ.Ε , Πάτρα.

ΜΠΟΥΖΑΚΗΣ, Σ. (1999). Νεοελληνική Εκπαίδευση (1821-1985), γ΄ έκδοση, Αθήνα: εκδόσεις Gutenberg

ΜΥΛΩΝΑΣ, Θ. ( Χ Χ ). Κοινωνική αναπαράσταση στο σχολείο, Αθήνα : εκδόσεις Αρμός 

ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ Γ.ΔΚΡΗΤΙΚΟΣ ΣΠ. (2002). Αίγιο – Μνημεία και τέχνη, Δημοτική Βιβλιοθήκη Αιγίου

ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Σ. Ν (1950). Ιστορία του Δημοτικού μας Σχολείου, Μέρος Α΄(1834-1895), Αθήνα.

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ «ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ», (2001). Εν Αιγίω … Φωτογραφικό Χρονικό 1900-1970, Αίγιο

ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ, Α. (1954). Ιστορία της πόλεως Αιγίου, Πάτρα : ΕΚΔΟΣΙΣ – ΤΥΠΟΣ : ΑΓΓ. ΚΟΥΛΟΥΜΠΗ

ΤΖΑΝΗ, Μ. (1983). Σχολική Επιτυχία : Ζήτημα Ταξικής Προέλευσης και Κουλτούρας, Αθήνα

TREIMAN. D. J. (1977) Occupational Prestige in Comparative Perspective. New York : Academic Press

ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ, Σ. (1978). Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, (έκδοση β΄), Τόμος  Α΄, Αθήνα : εκδοτικός οίκος Χρήστου Γιοβάνη

ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, Ι. Π (2002). Το αρχείο του 1ου Δημοτικού Σχολείου Αγρινίου–Μαθητολόγιο 1884-1910, Αγρίνιο: (Ι.Χριστόπουλος, Κολοκο-τρώνη 72, Αγρίνιο)

Έγγραφα – Εφημερίδες

*       Βιβλίο Πρακτικών Δημοτικού Συμβουλίου Αιγίου 28-1-1893 έως 21-12-1897, Ιστορικό αρχείο Αιγίου.

*       Δελτίο στατιστικής της στοιχειώδους κοινής εκπαιδεύσεως κατά το σχολικό έτος 1929-1930, Ιστορικό αρχείο Αιγίου.

*       Μισθωτήριο συμβόλαιο με αριθμό 32191 του συμβολαιογράφου Αιγίου Χρίστου Κεφαλόπουλου, Ιστορικό αρχείο Αιγίου.

*       Τοπογραφικό διάγραμμα του 4ου Δημοτικού Σχολείου υπό κλίμακα 1:200 του μηχανικού κ. Αλεξανδρόπουλου Γεωργίου, Ιστορικό αρχείο Αιγίου.

*        Έγγραφη Έκθεση Δ΄ μικτού Δημοτικού Σχολείου Αιγίου με αριθ. Πρωτ. 15 της 31ης Μαρτίου 1953, Ιστορικό αρχείο Αιγίου.

*       Κάτοψη του 4ου Δημοτικού Σχολείου υπό κλίμακα 1:100 της 13ης Μαΐου 1955, Ιστορικό αρχείο Αιγίου.

*       Ε.Φ.τ.Κ 451/ τ. Α΄/ 21-12-1892 «Περί συστάσεως και Β΄Δημ. Σχολείου αρρένων εν Αιγίω»

*       Ε.Φ.τ.Κ  36/ τ. Α΄/ 10-2-1893 «Περί των εκασταχού του Κράτους προσηκόντων κοι επαρκών διδασκάλων της στοιχειώδους εκπαι-δεύσεως»

*       Ε.Φ.τ.Κ 202/ τ.Α΄/ 28-6-1934 «Περί προαγωγής δημοτικών σχολείων»

*       Ε.Φ.τ.Κ  312/ τ.Α΄/ 22-12-1945 «Περί ιδρύσεως και προαγωγής σχολείων»

 

 

 


 

[1] Με το νόμο του 1895 τα προκαταρκτικά σχολεία, δηλαδή τα δημοτικά σχολεία, χωρίστηκαν σε δύο κατηγορίες: Στα κοινά και τα πλήρη. Της δεύτερης κατηγορίας τα σχολεία ήσαν εξατάξια και ιδρύονταν κυρίως στις πόλεις και στην επαρχία, ενώ τα σχολεία της πρώτης κατηγορίας (κοινά) είχαν τέσσερις τάξεις. Τα κορίτσια φοιτούσαν σε ξεχωριστά σχολεία τα οποία ιδρύονταν όπου συγκεντρώνονταν 25 κορίτσια. Βέβαια σ’ αυτά μπορούσαν να φοιτήσουν και αγόρια μέχρι 10 ετών, αν στην περιοχή διαμονής τους δεν υπήρχαν σχολεία αρρένων. (Μπουζάκης : 1999)

[2]  21 Μαρτίου (ΚΑ΄) 1821 (ΑΩΚΑ)

   3η Σεπτεμβρίου (Γ) 1843 (ΑΩΜΓ)

[3] «Με τις εγκυκλίους

α) 3656/23 Φεβρουαρίου 1900 και

β) 5306/31 Μαρτίου 1900 του Υπουργείου των Εκκλησιαστικών και Δημόσιας Εκπαιδεύσεως με Υπουργό τον Αθ. Ευταξία, καθιερώνεται (μεταξύ των άλλων) προς χρήση των, Γενικοί – μηνιαίοι και τριμηνιαίοι έλεγχοι, Μαθητολόγια κ.α.» (Χριστόπουλος: 2002, σελ. 63 )

 

[4]  Στα μέσα του 19ου αιώνα η Ελλάδα κατείχε μια θέση ανάμεσα στα κράτη με το γεωργικότερο πληθυσμό.( Βακαλόπουλος: 1995).

[5] «Ο όρος ‘κοινωνική θέση’ αποδίδει το αγγλικό social status και τον γαλλικό statut social. Μπορεί η ‘κοινωνική θέση’ να είναι ‘δοτή’ δηλαδή να την έχει κανείς από τη στιγμή της γέννησής του (γυναίκα, διάδοχος του θρόνου, γιος κλπ.) ή ‘κατακτημένη’ δηλαδή να την αποκτήσει με τα προσόντα του και τις προσπάθειές του (επάγγελμα)» (Μυλωνάς Θ. : χ.χ., σελ. 125)

[6] Σύμφωνα με το Γάλλο Destutt de Tracy «υπάρχουν δύο τάξεις ανθρώπων, η μία είναι αυτή που κερδίζει τη ζωή με την εργασία των χεριών, η άλλη είναι εκείνη που ζει από τα έσοδα της περιουσίας ή από τα έσοδα προσφερομένων υπηρεσιών στις οποίες μετέχει το πνεύμα παρά το σώμα» (Μυλωνάς θ. : χ.χ., σελ. 141)

[7] Ο τίτλος του ελληνοδιδασκάλου αντικαθίσταται από εκείνον του καθηγητή το 1919, με Β.Δ της 24ης Ιουνίου «Περί κωδικοποιήσεως των εις την Μ.Ε αναγομένων διατάξεων» (Χριστόπουλος : ό.π. σελ.79).