Η ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ

ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΑΠΟ ΤΟ 1920 ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ

 

 

Μαρία ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ

Εκπαιδευτικός Π.Ε.- Υπ. Δρ. Παντείου Παν/μίου

 

Βασιλική ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Εκπαιδευτικός Π.Ε.

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Αντικείμενο της εισήγησης μας είναι η παρουσίαση  της ιστορικής εξέλιξης του θεσμού της επιμόρφωσης στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση από το 1920 μέχρι σήμερα. Παράλληλα γίνεται αναφορά και σε ανάλογες άτυπες προσπάθειες επιμόρφωσης που έγιναν από τους Διδασκαλικούς συλλόγους πριν από το παραπάνω διάστημα. Εξετάζονται επίσης οι μορφές και οι τύποι επιμόρφωσης που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα καθώς και οι φορείς υλοποίησής τους.

         Η εργασία μας επιχειρεί μια ιστορική επισκόπηση και στηρίζεται στη μελέτη των σχετικών νόμων και των συναφών διαταγμάτων υπουργικών αποφάσεων και εγκυκλίων με αντικείμενο την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών.

         Βασικό συμπέρασμα της εισήγησής μας είναι ότι η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών δεν είναι ουδέτερη από τον εκπαιδευτικό θεσμό στον οποίο λειτουργεί. Οι κοινωνικές και ιστορικές συνθήκες συναρτώνται άμεσα με τη μορφή και το ιδεολογικό υπόβαθρο της πολιτικής εξουσίας και αυτή με τη σειρά της με το θεσμικό πλαίσιο μέσω του οποίου καθορίζει  τη λειτουργία του επιμορφωτικού εκπαιδευτικού θεσμού. 

 

ABSTRACT

 

The objective of our talk is to present the historical development that concerns the institution of further education of primary school teachers from 1920 up to today.At the same time there is reference of analogous unofficial  attempts of further education that have been made by teaching associations before this point in time. Examining the forms and types of further education  that have been implemented in Greece as well as those who put it into effect.

Our assignment attempts a historical review and is based on the study of relevant laws and relative enactment, ministry decisions and circular with the objective of further education of primary school teachers.

The main conclusion of our talk is that further education of primary school teachers is not neutral towards the institution in which it works. Social and historical circumstances are connected directly with form and ideological base of the political power and it in its turn with the institutional means which defines the  function of further education of primary school teachers

     

 

Η επιμόρφωση ορίζεται ως η επαφή με την καινούργια γνώση, η οποία  σχετίζεται άμεσα με το επάγγελμα εκείνου που τη δέχεται και δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επισώρευση, αλλά ως πρόσθετη μόρφωση (επι+μόρφωση). Ειδικότερα για τους εκπαιδευτικούς, η επιμόρφωση γίνεται για χάρη αυτών που φοιτούν στο σχολείο και μπορεί να αποβλέπει όχι μόνο στην ακαδημαϊκή πρόοδο, αλλά και στην ανάπτυξη και βελτίωση της διανοητικής και ηθικής συμπεριφοράς του εκπαιδευτικού στη ζωή, στις σχέσεις του με τα άλλα άτομα και πιο συγκεκριμένα με τους μαθητές στην τάξη.(Ζαβλάνος Μ.,1983, Χρονοπούλου Α.,1983).

Ο θεσμός της επιμόρφωσης είναι επιβοηθητικός στο έργο του εκπαιδευτικού και έχει σα στόχο, την σύνδεση της επιστημονικής έρευνας με την εκπαιδευτική πράξη (ΠαπακωνσταντίνουΠ.,1982), καθώς επίσης τη συμπλήρωση, βελτίωση και ανανέωση της αρχικής κατάρτισης των εκπαιδευτικών.(Κασσωτάκης Μ.,1983).

 Σύμφωνα με τους Portet J.,(1975), Henderson E.,(1978), η επιμόρφωση ορίζεται, ως το σύνολο των μέτρων και των δραστηριοτήτων που επιλέγονται και εφαρμόζονται με σκοπό την ανάπτυξη των ακαδημαϊκών ή επαγγελματικών γνώσεων, ικανοτήτων και ενδιαφερόντων των εκπαιδευτικών κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής τους σταδιοδρομίας (Μαυρογιώργος Γ.,1986,1983, Χρονοπούλου Α.,1983).

 

ΣΚΟΠΟΙ - ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ

         Η επιμόρφωση, ως διαδικασία δεν μπορεί να έχει μόνο ένα σκοπό, αλλά περισσότερους, που θα ανταποκρίνονται στους λόγους και στα αιτήματα για επιμόρφωση.

        Εστιάζοντας τους σημαντικούς σκοπούς για τους οποίους εφαρμόστηκε η           επιμόρφωση, αναφέρουμε τους ακόλουθους:

α) την ενημέρωση των εκπαιδευτικών στις συνεχείς εξελίξεις στην παιδαγωγική- ψυχολογική και κοινωνιολογική έρευνα, ώστε να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του επαγγέλματός τους, β)την κατάρτιση των εκπαιδευτικών στις καινούργιες επιστημονικές, εκπαιδευτικές, κοινωνικές και πολιτιστικές ανάγκες τις εποχής, γ)τη δυνατότητα σύνδεσης θεωρίας και πράξης με σκοπό την ενεργητική συμμετοχή των ίδιων των επιμορφούμενων δ) τη συμπλήρωση της τυχόν ανεπαρκούς αρχικής εκπαίδευσης, ε)την αλλαγή ή την τροποποίηση στάσης, νοοτροπίας του εκπαιδευτικού και στ) τον επαναπροσδιορισμό του ρόλου του εκπαιδευτικού.( Πολυχρονόπουλος Π.,1983, Ζαβλάνος, Μ.,1983, Μαυρογιώργος Γ., 1983, Κίτσου Κ., 1983, Αβδάλη, Α.,Γκόγκου Α.,1983,Παπακωνσταντίνου Π.,1982, Χρονοπούλου Α.,1982).

    Οι  παραπάνω σκοποί της επιμόρφωσης κάνουν απόλυτα σαφείς τους στόχους που πρέπει να έχουν όλα τα προγράμματα επιμόρφωσης  των εκπαιδευτικών ανεξαρτήτως του φορέα που προέρχονται.

    Οι  κυριότεροι στόχοι είναι: α) η εμβάθυνση ή η εξειδίκευση σε ένα ή σε σειρά εκπαιδευτικών αντικειμένων, β) η προαγωγή νέων επιθυμητών ικανοτήτων, γ) η προσαρμογή των εκπαιδευτικών στα νέα αναλυτικά προγράμματα, καθώς και στη διοίκηση και την οργάνωση του σχολείου, δ) η ενίσχυση της αυτοεικόνας του εκπαιδευτικού, ε) η επαφή και ανταλλαγή απόψεων και εμπειριών μεταξύ των εκπαιδευτικών.

 

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ

 

Η επιμόρφωση με την έννοια ειδικών προγραμμάτων αποτελεί την πιο παλιά οργανωμένη μορφή επιμόρφωσης. Τα ειδικά προγράμματα επιμόρφωσης πραγματοποιούνται σε περιοδική βάση ή και σε έκτακτες περιπτώσεις και βασικός στόχος ήταν από τον 19ο αι. ως σήμερα η συμπλήρωση της βασικής εκπαίδευσης των δασκάλων. (Μαυρογιώργος,Γ.,1983).

Πριν την επανάσταση του 1821,στην Ελλάδα, το πρώτο επιμορφωτικό σεμινάριο για την επαγγελματική κατάρτιση των δασκάλων, είχε σα θέμα τη γνώση και τη διάδοση της αλληλοδιδακτικής μεθόδου(Μπουζάκης Σ.- Τζήκας Χ.,1996).

Ο Ελληνικός Διδασκαλικός Σύλλογος διοργάνωσε το πρώτο επιμορφωτικό σεμινάριο το 1874, με κύριο θέμα το δημοτικό σχολείο και τη θέση του δασκάλου σε αυτό. Το 1877, η Ένωση Δασκάλων του Ν. Αττικής διοργάνωσε πολλά σεμινάρια-συνέδρια.

Στο διάταγμα της 3ης. 9.1880 (αρ.εγκυκλίου 3580,4/5/1881) αναφέρεται για πρώτη φορά ο όρος επιμόρφωση ή μετεκπαίδευση, εποχή που άρχισε να εφαρμόζεται στα σχολεία η συνδιδακτική μέθοδος (η οποία διδάχτηκε μόνο στο διδασκαλείο της Αθήνας), στη θέση της αλληλοδιδακτικής.

Με το διάταγμα της 16ης 3.1881,υποχρεώθηκαν όλοι οι δάσκαλοι να επιμορφωθούν και να ασκηθούν πρακτικά τουλάχιστον 6 εβδομάδες, με κέντρα επιμόρφωσης τα Πρότυπα σχολεία των Διδασκαλείων ή τα κεντρικά Δημοτικά σχολεία των Πρωτευουσών των Νομών.(Δεν συμμετείχαν στην επιμόρφωση οι δάσκαλοι που αποφοίτησαν από το 1878 και μετά, καθώς και οι δημοδιδάσκαλοι πριν το 1862).

Επιμορφωτές ήταν οι καθηγητές της Παιδαγωγικής των Διδασκαλείων, δάσκαλοι που σπούδασαν στο εξωτερικό(Γερμανία, Ελβετία), και δάσκαλοι των Προτύπων Σχολείων των Διδασκαλίων.

Με το Νόμο ΓΠΜΘ΄του 1895, άρθρο 40, οι επιθεωρητές πραγματοποιούσαν 7ήμερες παιδαγωγικές συναντήσεις (τύπου επιμόρφωσης, εγκεκριμένες από το Υπουργείο Παιδείας), στους δασκάλους της περιφέρειάς τους.

Το Α΄ Ελληνικό Εκπαιδευτικό Συνέδριο έγινε το 1904, οργανώθηκε από τους: «Σύλλογο προς διάθεση ωφελίμων βιβλίων», «Σύλλογο προς διάδοση των Ελληνικών γραμμάτων», «Φιλολογικό Σύλλογο-Παρνασσός» και το παρακολούθησαν: 366 δάσκαλοι,104 καθηγητές, 78 σχολάρχες, 15 Διευθυντές Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, 139 διανοούμενοι.(Ανδρέου Α., 1982, Λέφας Χ.,1942).

Εισηγητική έκθεση νομοσχεδίων, όπου αναφέρεται για πρώτη φορά ο όρος επιμόρφωση, κατατέθηκε στη Βουλή από τον Υπ. Παιδείας Τσιριμώκο Ι., το Νοέμβριο του 1913 (Δημαράς Αλ.1973).

 

Νόμοι για τα Παιδαγωγικά Σεμινάρια-Συνέδρια

 

      Με το Ν. 240/1914,καθιερώθηκαν Παιδαγωγικά Συνέδρια για την συμπληρωματική μόρφωση των δασκάλων, με επιμορφωτή τον Προϊστάμενο της Α/θμιας εκπαίδευσης.          

     Με βάση  το Ν. 214/1920, θεσπίστηκε τρίμηνη ετήσια ταχύρυθμη επιμόρφωση, την οποία παρακολούθησαν «υποδεικνυόμενοι» δάσκαλοι, που επιλέγονταν από τα τοπικά Εποπτικά Συμβούλια Στοιχειώδους Εκπαίδευσης.

    Παράλληλα  οι επιθεωρητές, σύλλογοι, σύνδεσμοι και η Διδασκαλική Ομοσπονδία της Ελλάδας (ΔΟΕ) - που ιδρύθηκε το 1922- διοργάνωσαν Παιδαγωγικά Συνέδρια.     Ο Ν.4397/1929, όριζε την πραγματοποίηση πενθήμερων συνεδρίων στην έδρα κάθε Επιθεώρησης μετά τη λήξη του διδακτικού έτους.(Ευαγγελόπουλος Σ., 1998,Ανδρέου Α.1992, Λέφας Χ.,1942).

 

Μετεκπαίδευση Υποδιδασκάλων (Ετήσιας Διάρκειας)

 

     Η ανάγκη εκπαίδευσης των υποδιδασκάλων, οδήγησε στην ίδρυση Υποδιδασκαλίων από το 1892.

     Ο Ν.381/1914, όριζε τη μονοετή μετεκπαίδευση των υποδιδασκάλων στα ειδικά τμήματα των Διδασκαλείων και την εξομοίωσή τους με τους πτυχιούχους του Διδασκαλείου(Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόστηκε).

    Με το Ν.4374/1929, επαναφέρεται η μετεκπαίδευση των υποδιδασκάλων και των μη πτυχιούχων δασκάλων, με φοίτησή τους στα μονοτάξια τμήματα των Διδασκαλείων.( Ευαγγελόπουλος Σ.,1998, Ανδρέου Α.,1982).  

     Με το Ν. 572/1915 ιδρύθηκε το Διδασκαλείο Τεχνικής Εκπαίδευσης Αθήνας και με το Ν.Δ. της 2ας.7.1923, λειτούργησε το ειδικό μονοτάξιο  για την Τεχνική Μετεκπαίδευση, το οποίο έπαυσε να λειτουργεί το 1926

      Οι Ν. 3600/1929 και 4397/1929 θέσπιζαν τη Γεωργική Μετεκπαίδευση, η οποία διαρκούσε 1 ή 2 έτη με έδρα  τη Γεωπονική Σχολή, τους  γεωργικούς σταθμούς και τις γεωργικές σχολές (ίδρυση 5 γεωργικών φροντιστηρίων). Η επιλογή των δασκάλων-με όριο ηλικίας το 40ο έτος- γίνονταν από τα οικεία Εποπτικά Συμβούλια Στοιχειώδους Εκπαίδευσης και οι επιμορφούμενοι δάσκαλοι όφειλαν να εκπαιδεύσουν τους απόφοιτους Δημοτικού που δε θα συνέχιζαν στο Γυμνάσιο. Το πτυχίο της γεωργικής μετεκπαίδευσης ήταν ισότιμο με το πτυχίο της μετεκπαίδευσης του Πανεπιστημίου. Αυτή η μορφή μετεκπαίδευσης λειτούργησε ως το 1940 (Ευαγγελόπουλος  Σπ. 1998, Ανδρέου Α. 1982)

  

Μετεκπαίδευση Διετούς Διάρκειας

 

Το 1920, το υπουργείο Παιδείας  με γενικό γραμματέα το Δ.Γληνό, κατάρτισε σχέδιο νόμου για την ίδρυση αυτοτελούς ιδρύματος (Παιδαγωγικό Σχολείο ) με σκοπό τη μετεκπαίδευση δασκάλων , οι οποίοι θα διορίζονταν ως διοικητικά στελέχη της εκπαίδευσης. Το σχέδιο αυτό δεν υποβλήθηκε στη βουλή λόγω αλλαγής κυβέρνησης.

Το 1922, το Πανεπιστήμιο Αθηνών αναλαμβάνει τη διετή μετεκπαίδευση των δασκάλων με τη διάταξη του Ν. 2857 με σκοπό τη δημιουργία στελεχών εκπαίδευσης, η οποία άρχισε να λειτουργεί από το ακαδημαϊκό έτος 1922 –1923 στη Φιλοσοφική Σχολή.

Οι όροι για τη συμμετοχή στο  διαγωνισμό ήταν οι εξής: όριο ηλικίας ως τα 30 (την πρώτη τριετία λειτουργίας της μετεκπαίδευσης το όριο ήταν ως τα 35 ), τριετή υπηρεσία και μόνο το 1/3 των επιτυχόντων ήταν δασκάλες .Οι εισαγόμενοι ορίζονταν σε 70 με αποδοχές και σε 30 άνευ αποδοχών. 

Οι υποψήφιοι εξετάζονταν:α)στην έκθεση ιδεών ή μετάφραση αρχαίου κειμένου, β) Παιδαγωγική Ψυχολογία και Γενική ή Ειδική Φυσιογνωστικού μαθήματος.

Το πρόγραμμα της μετεκπαίδευσης περιελάμβανε 18 μαθήματα και παρά την πληθώρα των μαθημάτων και το συντηρητισμό στα προγράμματα σπουδών, η μετεκπαίδευση κατά τη χρονική περίοδο 1922-1964, πρόσφερε στους δασκάλους τη δυνατότητα για επαγγελματική και επιστημονική εξέλιξη.

Υπήρξαν και αντιρρήσεις για αυτό τον τύπο επιμόρφωσης. Ο Δ. Γληνός συγκεκριμένα πρότεινε την ίδρυση ειδικού τμήματος επιμόρφωσης στην Παιδαγωγική Ακαδημία, (η οποία για πρώτη φορά λειτούργησε το 1924-1925, αλλά είχε νομοθετηθεί με τη μεταρρύθμιση του 1917-1920),το οποίο δεν λειτούργησε, αν και ορισμένα από τα μέτρα που πρότεινε για τη βελτίωση της μετεκπαίδευσης των δασκάλων στη Φιλοσοφική Σχολή συμπεριλήφθηκαν στο διάταγμα της 11/2/1927 «Περί μετεκπαιδεύσεως των δημοδιδασκάλων εν τω Πανεπιστημίω».  (Ευαγγελόπουλος Σ.,1998, Τζάνη Μ.-Παμουκτσόγλου Τ.,1998,Ανδρέου Α.,1982).

Παράλληλα, ο Ν. 2145/1929, και το Δ.30/9/1930 έδινε τη δυνατότητα για μετεκπαίδευση των δασκάλων στο εξωτερικό, αλλά ποτέ δεν εφαρμόστηκε.

Με την ίδρυση του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών(Ι.Κ.Υ.),  (Α.Ν.1825/1951 και Α.Ν. 1859/1951), άρχισαν να μετεκπαιδεύονται στο εξωτερικό οι εκπαιδευτικοί, με παράλληλη παροχή οικονομικού επιδόματος και υποτροφιών στους μετεκπαιδευόμενους.

Ο Ν.1811/1951 «Περί Κώδικος καταστάσεως των δημοσίων υπαλλήλων»,(Υπαλληλικός Κώδικας) άρθρο 88, έδινε τη δυνατότητα για μετεκπαίδευση εκπαιδευτικών στο εξωτερικό, και το Π.Δ.611/1977, άρθρα 117-125, προβλέπει τη χορήγηση εκπαιδευτικών αδειών από τον αρμόδιο Υπουργό για μετεκπαίδευση στο εξωτερικό. 

Με το Ν.Δ. 4379/1964, «Περί οργανώσεως της Στοιχειώδους και Μέσης Εκπαίδευσης», το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο ορίζεται ως υπεύθυνος φορέας για τη διετή μετεκπαίδευση και επιμόρφωση των δασκάλων.

Αυτή η μορφή μετεκπαίδευσης λειτούργησε από το 1966 ως το 1967 και αναβάθμισε τη μετεκπαίδευση των δασκάλων σε μεταπτυχιακό κύκλο σπουδών (Β.Δ.1847/1966)

                    

Σχολές Επιμόρφωσης Λειτουργών Δημοτικής Εκπαίδευσης (ΣΕΛΔΕ)

      

      Με τα Π.Δ.. 255/1979, και725/1980,ιδρύθηκαν ΣΕΛΔΕ σε μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, με σκοπό την καλύτερη επιμόρφωση των δασκάλων (λόγω  του περιορισμένου αριθμού εισακτέων στο Μαράσλειο Διδασκαλείο).

     Οι τύποι επιμόρφωσης στις  ΣΕΛΔΕ είχαν χρονική διάρκεια από ένα μήνα ως ένα διδακτικό έτος και η επιλογή εκπαιδευτικών γινόταν από το Υπουργείο Παιδείας ως το 1982,ύστερα από αίτησή τους. Από το 1983  η επιλογή γινόταν με κλήρωση ενώπιον επιτροπής με πρόεδρο τον εκάστοτε διευθυντή της ΣΕΛΔΕ. Κάθε ΣΕΛΔΕ κατάρτιζε το δικό της αναλυτικό πρόγραμμα και χορηγούσε ειδικό τίτλο σπουδών έπειτα από πτυχιακές εξετάσεις.

 

Ταχύρυθμες Επιμορφώσεις

 

     Με τα Π.Δ.177/1983 και 178/1983, θεσμοθετήθηκαν τρεις μορφές ταχύρυθμης       επιμόρφωσης:

α) η υποχρεωτική εισαγωγική επιμόρφωση νεοδιοριζόμενων δασκάλων, διάρκειας ως τριών μηνών

β) η επιμόρφωση εκπαιδευτικών στελεχών (Δ/ντές σχολείων, Προϊστάμενοι Δ/νσεων και Γραφείων και σχολικοί σύμβουλοι),διάρκειας ως δύο μηνών,

γ) η επιμόρφωση υπηρετούντων δασκάλων, διάρκειας ως ένα μήνα.

Οι παραπάνω τύποι επιμόρφωσης δεν λειτούργησαν.

    

Περιφερειακά Επιμορφωτικά Κέντρα (ΠΕΚ).

     Τα   Π.Ε.Κ., Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, έχουν οικονομική και διοικητική αυτοτέλεια. Διοικούνται από Διοικητικό Συμβούλιο και Πρόεδρός τους ορίζεται καθηγητής ή αναπληρωτής καθηγητής Α.Ε.Ι. 

     Σκοπός των Π.Ε.Κ. είναι η οργάνωση προγραμμάτων επιμόρφωσης, λαμβάνοντας υπόψιν τις πραγματικές ανάγκες και ελλείψεις των δασκάλων.

     Ο  Ν.1566/1985,(ΑΡΘΡΑ 28 και 29), ορίζει ότι η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών  θα γίνεται στα Π.Ε.Κ. Το άρθρο 28, παρ.2, αναφέρει τις ακόλουθες μορφές επιμόρφωσης:

α) την εισαγωγική επιμόρφωση των νεοδιόριστων δασκάλων και των υποψηφίων για διορισμό πριν την ανάληψη των διδακτικών τους καθηκόντων,

β) την ετήσια επιμόρφωση για εκπαιδευτικούς με πέντε χρόνια προϋπηρεσία

γ) την περιοδική επιμόρφωση σε περιφερειακή ή πανελλαδική κλίμακα,

δ) τις ειδικές μορφές επιμόρφωσης για την εξυπηρέτηση εκπαιδευτικών αναγκών.      Φορείς αυτών των μορφών επιμόρφωσης ορίζονται το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και τα Π.Ε.Κ..

 Οι διατάξεις του Ν.1566 δεν εφαρμόστηκαν.

     Ακολουθούν στη συνέχεια, ο Ν.1824/1988 και το Π.Δ.348/1989, τα οποία με τις διατάξεις τους καταργούν τις Σ.Ε.Λ.Δ.Ε., και καθορίζουν τις μορφές επιμόρφωσης ως εξής:

1) Εισαγωγική επιμόρφωση για τους νεοδιοριζόμενους σε τρία στάδια : α) επιμορφωτικό πρόγραμμα διάρκειας 70 ωρών στο οικείο Π.Ε.Κ., πριν την ανάληψη υπηρεσίας, β) σεμινάρια   από το σχολικό σύμβουλο ή από έμπειρο εκπαιδευτικό, γ) επιμορφωτικό σεμινάριο στα Π.Ε.Κ. με τη λήξη του διδακτικού έτους.   

2) Περιοδική επιμόρφωση για τους   εκπαιδευτικούς με τρία ως τριάντα χρόνια υπηρεσίας, διάρκειας 4-8 μήνες, παράλληλα με το διδακτικό τους έργο.

3) Ειδικά Προγράμματα διάρκειας ως εκατό ώρες.

Δεν εφαρμόστηκε ο Νόμος  για αυτές τις μορφές επιμόρφωσης.

Με την πολιτική αλλαγή του 1990, ψηφίστηκαν οι Ν.1894/1990 και 2009/1992, οι οποίοι καθόριζαν το πρόγραμμα σπουδών των Π.Ε.Κ.(για τους νεοδιοριζόμενους εισαγωγική επιμόρφωση διάρκειας τεσσάρων μηνών και για τους εν ενεργεία εκπαιδευτικούς την περιοδική επιμόρφωση, διάρκειας τριών μηνών).

Τα Π.Ε.Κ. λειτούργησαν ουσιαστικά για πρώτη φορά το 1992.(Chiappano N.,Vandevelde L.,1988, Ευαγγελόπουλος Σ.,1988).

Με το άρθρο 40 του Ν.2683/9.2.1999,στα Π.Ε.Κ. λειτουργεί μόνο η εισαγωγική επιμόρφωση για τους νεοδιοριζόμενους δασκάλους και αφορά και τους εκπαιδευτικούς με μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς τίτλους σπουδών.

Σήμερα ο Ν.2986/2002 ορίζει ως φορέα επιμόρφωσης τον Οργανισμό Επιμόρφωσης των Εκπαιδευτικών(Ο.ΕΠ.ΕΚ.),ο οποίος εποπτεύεται από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και έργο του έχει το σχεδιασμό της επιμορφωτικής πολιτικής για τους εκπαιδευτικούς, την κατάρτιση επιμορφωτικών προγραμμάτων, το συντονισμό όλων των μορφών και τύπων της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, την εφαρμογή επιμορφωτικών δράσεων, την ανάθεση επιμορφωτικού έργου σε αρμόδιους φορείς καθώς και τη σύσταση αυτοτελών επιμορφωτικών κέντρων  και μονάδων.

Επίσης το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων με την αρωγή του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και του Ερευνητικού Ακαδημαϊκού Ινστιτούτου Των Υπολογιστών (ΕΑΙΤΥ),υλοποιεί επιμορφωτικό πρόγραμμα με τίτλο: «Κοινωνία της Πληροφορίας»,με σκοπό την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στην αξιοποίηση των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνιών, προκειμένου αυτές να αξιοποιηθούν στη σχολική τάξη.

 

Διδασκαλεία Δημοτικής Εκπαίδευσης 

  

      Μαράσλειο Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης(Μ.Δ.Δ.Ε.) 

     Ο Αναγκαστικός Νόμος 129/25.9.1967,άρθρο 16, της δικτατορίας, όριζε τη διετή μετεκπαίδευση των δασκάλων σε ένα νέο φορέα, το  «Διδασκαλείον Δημοτικής Εκπαιδεύσεως»,που προσαρτήθηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

      Κατά το ακαδημαϊκό έτος 1969-70, λειτούργησε και τμήμα Ειδικής Αγωγής, εξάμηνης ως ετήσιας διάρκειας, που αργότερα με το Ν.227/4.12.1975 έγινε 2 χρόνια.     

     Με το Ν.Δ. 1222/1972, το Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαιδεύσεως, αναδιοργανώθηκε, μετονομάστηκε σε Μαράσλειο Διδασκαλείο, απέκτησε δικό του διδακτικό προσωπικό και λειτούργησε στο κτίριο της Μαρασλείου Παιδαγωγικής Ακαδημίας με τα εξής τμήματα: 

α. Τμήματα Γενικής Αγωγής δασκάλων και νηπιαγωγών (80-100 δάσκαλοι, 15-20 νηπιαγωγοί), διετούς διάρκειας  

β. Τμήματα μετεκπαίδευσης δασκάλων και νηπιαγωγών στην Ειδική Αγωγή 

γ. Τμήμα Ειδικών Προγραμμάτων με διάφορες μορφές βραχείας επιμόρφωσης ως 6 μήνες για το διδακτικό και εποπτικό προσωπικό της Δημοτικής Εκπαίδευσης. Σκοπός του Μ.Δ.Δ.Ε. ήταν η μετεκπαίδευση των δασκάλων και οι επισταμένες σπουδές σε θέματα Παιδαγωγικής, Ψυχολογίας, Διδακτικής, Οργάνωσης, Διοίκησης της εκπαίδευσης καθώς και η έρευνα όλων των παραπάνω πεδίων. Παρόλα αυτά, το πρόγραμμα του διδασκαλείου την περίοδο της δικτατορίας είχε εθνικιστικό χαρακτήρα αυξάνοντας τις ώρες διδασκαλίας για την ερμηνεία αρχαίων κειμένων και μειώνοντας τις ώρες διδασκαλίας ψυχοπαιδαγωγικών μαθημάτων.

    Το Μ.Δ.Δ.Ε. εποπτευόταν από τον Υπουργό Παιδείας και το Κ.Ε.Μ.Ε.

    Η εισαγωγή των εκπαιδευτικών γινόταν έπειτα από γραπτό διαγωνισμό (σε Αθήνα και Θεσ/νίκη, την ίδια μέρα και με τα ίδια θέματα) κάθε έτος, για εκπαιδευτικούς που είχαν συμπληρώσει πενταετή θητεία σε δημόσια σχολεία ή σε σχολεία της  Φιλεκπαιδευτικής εταιρείας, υπηρεσιακή επίδοση με προαγωγή στον ανώτερο βαθμό και ηλικία μέχρι 40 ετών). 

Οι μετεκπαιδευόμενοι της Γενικής Αγωγής (μείζονος διάρκειας), έδιναν πτυχιακές εξετάσεις και θεωρούνταν ισότιμοι με τους πτυχιούχους σχολών τετραετούς διάρκειας.

Ο Ν.1566/1985, άρθρα 28,29,30,81, ορίζει ότι το Μ.Δ.Δ.Ε., ανατίθεται στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ο κύκλος σπουδών του θα ήταν μεταπτυχιακού επιπέδου εφόσον θα λειτουργούσαν Παιδαγωγικά τμήματα στο Πανεπιστήμιο(αρ.30).Μέχρι σήμερα όμως δεν  έχει αποσαφηνιστεί ο χαρακτήρας του διπλώματος του Μ.Δ.Δ.Ε. Με το Ν.2327/1995,αρθρα 5,6,7,8,9,23, ρυθμίζονται θέματα της μετακπαίδευσης των εκπαιδευτικών της Α/θμιας εκπαίδευσης.

    Το Π.Τ.Δ.Ε. του Πανεπιστημίου Αθηνών, έχει την ευθύνη για την οργάνωση και λειτουργία του Μ.Δ.Δ.Ε. , το οποίο από το ακαδημαϊκό έτος 1995-96 εντάσσεται σε αυτό.

Σκοπός του Μ.Δ.Δ.Ε. είναι η μετεκπαίδευση και εξειδίκευση των εκπαιδευτικών της Α/θμιας εκπαίδευσης. Στα πλαίσια αυτά το Μ.Δ.Δ.Ε. επιδιώκει α) να διενεργεί έρευνες για την παραγωγή και τη μετάδοση γνώσεων και εμπειριών που θα συμβάλλουν στην εκπαιδευτική πραγματικότητα β) να έρχεται σε επαφή με τα καινούρια δεδομένα της παιδαγωγικής,της ψυχολογίας και της εκπαιδευτικής τεχνολογίας γ)να επιμορφώνει τους εκπαιδευτικούς στις εξειδικευμένες γνώσεις και δεξιότητες που θα τους εξασφαλίσουν επιστημονική και επαγγελματική εξέλιξη.

Η μετεκπαίδευση είναι διετής, η φοίτηση είναι υποχρεωτική και η επιλογή των δασκάλων γίνεται κατόπιν γραπτών εξετάσεων. Μετά την επιτυχή περάτωση των σπουδών απονέμεται δίπλωμα στις επιστήμες της Αγωγής, ισότιμο με τα πτυχία των Πανεπιστημιακών Σχολών.

Το άρθρο 8, ορίζει την ίδρυση και άλλων Διδασκαλείων στις έδρες αντίστοιχων Παιδαγωγικών Τμημάτων, τα οποία και λειτούργησαν σταδιακά.(Ευαγγελόπουλος Σ., 1998,Ανδρέου Α.,1982).

   

    Στη σύγχρονη πραγματικότητα οι εκπαιδευτικοί καλούνται να ανταποκριθούν σε ποικίλες προκλήσεις και απαιτήσεις, γι’αυτό και η ανάγκη επιμόρφωσης αναγνωρίζεται από τη συντριπτική πλειοψηφία των δασκάλων και αποδεικνύεται από την προσπάθεια επιμόρφωσης τους με διάφορους τρόπους και σε διάφορα θέματα, μιας και η θεσμοθετημένη επιμόρφωση (διετής μετεκπαίδευση, εισαγωγική επιμόρφωση στα Π.Ε.Κ. και επιμορφωτικά σεμινάρια από τους Σχολικούς Συμβούλους)δεν επαρκεί. 

    Τα παλαιότερα επιμορφωτικά προγράμματα που στηρίζονταν στα «ηθικοπλαστικά» μαθήματα, η καχυποψία απέναντι στα παιδαγωγικά και ψυχολογικά μαθήματα που προέβαλαν τις νέες θεωρίες (Φράγκος 1986) καθώς επίσης και οι παλινδρομήσεις των εκάστοτε κυβερνήσεων οδήγησαν σε ένα επιμορφωτικό σύστημα το οποίο είχε σαν στόχο τη διαμόρφωση ενός συντηρητικού μοντέλου επαγγελματικής κατάρτισης. Στα επιμορφωτικά προγράμματα του παρελθόντος αγνοήθηκε ο εκπαιδευτικός με διττό τρόπο:α)στο σχεδιασμό των επιμορφωτικών προγραμμάτων δε λαμβάνονται υπόψη οι στάσεις, τα κίνητρα, οι ικανότητες για μάθηση που διαφοροποιούνται με την χρονολογική ηλικία και την προϋπηρεσία των επιμορφούμενων δασκάλων στον εκπαιδευτικό χώρο β)στην έκφραση των ενδιαφερόντων και των προσδοκιών των εκπαιδευτικών για τα αναλυτικά προγράμματα των επιμορφωτικών μαθημάτων(τα οποία σε μεγάλο ποσοστό παραμένουν προδιαγεγραμμένα).

      Τα επιμορφωτικά προγράμματα, όπως επισημαίνεται και από την ιστορική εξέλιξη του θεσμού της επιμόρφωσης, δεν ήταν ουδέτερα αλλά εναρμονίζονταν με τις ιδεολογικές και πολιτικές κατευθύνσεις των εκάστοτε εποχών ενώ θα έπρεπε να είχαν σαν κύριο σκοπό την εντρίφηση στην επιστημονική σκέψη και στις εξελίξεις της εποχής.

   

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

Αβδάλη, Α.,Γκόγκου Α.,1983,      Επιμόρφωση:Ανάγκες και Προϋποθέσεις, περ. Σύγχρονη Εκπαίδευση,τεύχ.10

Ανδρέου Α.,1982,Επισκόπηση του θεσμού της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών στη χώρα μας, περ. Σύγχρονη Εκπαίδευση, τευχ.9

Δημαράς Αλ.,1973,Η Μεταρρύθμιση που δεν έγινε, τ.Β’, Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη, εκδοτική Ερμής ΕΠΕ, Αθήνα 

Chiappano N.,Vandevelde L.,1988,στο: Ανθόπουλος-Δαγκλής-Μπουζάκης- Τσολάκης, 1994,Μόρφωση και επιμόρφωση εκπαιδευτικών, Art of text, Θεσσαλονίκη

Ευαγγελόπουλος Σ.,1998, Ελληνική Εκπαίδευση-20ος αι., τ.β΄, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα

Ζαβλάνος, Μ.,1983,Επιμόρφωση εκπαιδευτικού προσωπικού στην υπηρεσία του, περ. Σύγχρονη Εκπαίδευση, τευχ. 10

http://4grpe-a.thess.sch.gr/nomothesia/N.2986.htm  

Κασσωτάκης Μ.,1983, Από την επιμόρφωση στην μετεκπαίδευση του διδακτικού προσωπικού Δημοτικής και Μέσης εκπαίδευσης, (εισήγηση στο 4ήμερο Παιδείας της Σύγχρονης Εκπαίδευσης),περ. Σύγχρονη Εκπαίδευση, τευχ 11

Κίτσου Κ., 1983,Η επιμόρφωση των δασκάλων στη χώρα μας, περ. Σύγχρονη Εκπαίδευση, τευχ.11

Λέφας Χ.,1942, Ιστορία της εκπαιδεύσεως, ΟΕΔΒ, Αθήνα

Μαυρογιώργος,Γ.,1996,Σχέδιο πρότασης για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, περ. Σύγχρονη Εκπαίδευση, τευχ.89

Μαυρογιώργος,Γ.,1983, Μορφές επιμόρφωσης. Εννοιολογικές διευκρινήσεις. Το πολιτικό-κοινωνικό τους πλαίσιο-προϋποθέσεις. περ. Σύγχρονη Εκπαίδευση, τευχ.10

Μπουζάκης Σ.- Τζήκας Χ.,1996,Κατάρτιση Διδασκαλισσών και Δασκάλων, Gutenberg, Αθήνα

Νασιάκου Μ.,1982, Πως μαθαίνει ο ενήλικας, περ. Σύγχρονη Εκπαίδευση, τευχ.9

Παπακωνσταντίνου Π.,1982, Η επιμόρφωση ως θεσμός σύνδεσης της επιστημονικής έρευνας με την εκπαιδευτική πράξη, περ. Σύγχρονη Εκπαίδευση, τευχ. 9

Πολυχρονόπουλος Π.,1983, Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Σκοποί, περιεχόμενα και μεθοδολογία, περ. Σύγχρονη Εκπαίδευση, τευχ.10

Τζάνη Μ.-Παμουκτσόγλου Τ.,1998,Το Ελληνικό Εκπαιδευτικό Σύστημα, «Ταυτόν και αλλοτριομορφοδίαιτον»,Αθήνα

Φράγκος Χ.,1986, Επίκαιρα Θέματα Παιδείας, Gutenberg, Αθήνα

Χρονοπούλου Α.,1983, Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών (προβληματισμοί-προοπτικές-προτάσεις),περ. Σύγχρονη Εκπαίδευση. τευχ.10 

Χρονοπούλου Α.,1982, Απόψεις για τη συνεχή και ουσιαστική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, περ. Σύγχρονη Εκπαίδευση, τευχ. 9