Το ιστορικό της καθιέρωσης της υποχρεωτικής εκπαίδευσης στην Τουρκία και η παρούσα κατάσταση

Ευάγγελος ΤΣΙΑΝΑΚΑΣ

Υποψήφιος διδάκτορας

Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής

Φιλοσοφική Σχολή Α.Π.Θ.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Η υποχρεωτική εκπαίδευση στην Τουρκία μέχρι το σχολικό έτος 1996-97 ήταν πενταετής και παρεχόταν στο Δημοτικό Σχολείο (İlkokul). Πολύ πριν την εγκαθίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας από τον Κεμάλ Ατατούρκ, το εκπαιδευτικό σύστημα των Οθωμανών λειτουργούσε σύμφωνα με τις αρχές του Ισλάμ. Σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης υπήρχαν θρησκευτικά σχολεία. Οι πρώτες προσπάθειες για τη δημιουργία ενός κοσμικού εκπαιδευτικού συστήματος, το οποίο θα λειτουργούσε σύμφωνα με τα  δυτικά πρότυπα, επιχειρήθηκαν κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα  με τις μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ. Με την ανακήρυξη της Τουρκικής Δημοκρατίας έγιναν προσπάθειες για ριζική αναδιάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήματος και για την περαιτέρω εκκοσμίκευσή του. Η φοίτηση στο Δημοτικό Σχολείο, που σύμφωνα με το νόμο του 1913 ήταν εξαετής, μειώθηκε σε πέντε χρόνια. Στο διάστημα που ακολούθησε μέχρι την εφαρμογή της οκτάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, συχνά γινόταν αναφορά σ’ αυτό το θέμα. Τελικά, με το νόμο 4306/16.8.1997 άρχισε η τμηματική εφαρμογή της οκτάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης.

 

ABSTRACT

Compulsory education in Turkey until school year 1996-97 was a five-year one and was provided in Primary School  (İlkokul). Long before the establishment of the Turkish Democracy by Kemal Atatürk, in the Ottoman Empire the existing educational system functioned according to the principles of Islam. Religious schools existed in all the rungs of education. The first efforts for the creation of a secular educational system which would function according to the western models, were attempted  during  19th century with the  reforms of  Tanzimat.  With the declaration of the Turkish Democracy  efforts were made for radical reformation of  the educational system and mainly for its secularization. The attendance at Primary School, that according to the law of 1913 lasted for six years, was decreased to five years. In the times that followed up to the establishment of the eight-year compulsory education, report was often made on this subject. Finally, on 16. 8. 1997 with law 4306 a partial application of eight-year  compulsory education began.

Η υποχρεωτική εκπαίδευση στην Τουρκία μέχρι και το σχολικό έτος 1996-97 ήταν  πενταετής και παρεχόταν στο Δημοτικό Σχολείο (ilkokul). Πριν από την εγκαθίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας από τον Κεμάλ Ατατούρκ, στην εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στην οποία βρίσκονται ουσιαστικά και οι ρίζες του σημερινού τουρκικού εκπαιδευτικού συστήματος, το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα  λειτουργούσε σύμφωνα με τις αρχές του Ισλάμ. Υπήρχαν θρησκευτικά σχολεία[1] σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Τα σχολεία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης βρίσκονταν συνήθως  στον ευρύτερο χώρο των τζαμιών και η φοίτηση σ’ αυτά  ήταν προαιρετική.  Επιπλέον, δεν απαιτούνταν δίδακτρα (Kazamias, 1966).

Οι πρώτες προσπάθειες για τη δημιουργία  ενός ενιαίου κοσμικού εκπαιδευτικού συστήματος, το οποίο καθιερώθηκε, προκειμένου να λειτουργήσει σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα, επιχειρήθηκαν στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν συνειδητοποιήθηκε από τους Οθωμανούς ότι η εκπαίδευση  έπρεπε να αποτελεί ένα από τα κύρια καθήκοντα του κράτους. Κατά την περίοδο του Τανζιμάτ[2], που αρχίζει το 1839 και διαρκεί μέχρι το 1876,  δημιουργήθηκαν νέοι τύποι σχολείων, οι οποίοι, τελικά, δεν κατάφεραν να ξεφύγουν από την επιρροή της θρησκείας, όπως συνέβαινε με τα παραδοσιακά mekteb και τους μεντρεσέδες (Χρηστίδου-Λιοναράκη, 2000). 

Για υποχρεωτική φοίτηση των μαθητών στα πρωτοβάθμια σχολεία γίνεται λόγος για πρώτη φορά πριν από τις μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ. Μια τέτοια αναφορά περιλαμβανόταν στο φιρμάνι που εκδόθηκε το 1824  από το Σουλτάνο Μαχμούτ Β΄. Σύμφωνα με αυτό το φιρμάνι, τα παιδιά πριν από την ενηλικίωσή τους, έπρεπε να φοιτούν στα πρωτοβάθμια θρησκευτικά σχολεία. Επιπλέον, προβλεπόταν και τιμωρία για τους γονείς, που δε θα φρόντιζαν για τη θρησκευτική μόρφωση των παιδιών τους. Για το σκοπό αυτό καθιερώθηκε ένα πιστοποιητικό φοίτησης, το οποίο βεβαίωνε ότι ο κάτοχός του έχει παρακολουθήσει τη βασική θρησκευτική εκπαίδευση και ότι μπορεί στη συνέχεια να εργαστεί ή να μαθητεύσει δίπλα σε κάποιον τεχνίτη. Οι αποφάσεις αυτές  ίσχυαν μέσα στα διοικητικά όρια της περιοχής της Κωνσταντινούπολης. Για την επαρχία εκδόθηκε   το 1826 ξεχωριστό φιρμάνι. Τελικά, οι αποφάσεις των δύο φιρμανιών παρέμειναν κενό γράμμα καθώς δεν εφαρμόστηκαν ποτέ (Tertemiz, 1999,  Akyüz, 1999).

Πολύ αργότερα, το 1869 εκδίδεται ο «Νόμος περί Γενικής Παιδείας»  (Maarif-i Umumiye Nizamnamesi =). Συγκεκριμένα, στο νόμο αυτό αναφέρεται ότι υποχρέωση του κράτους είναι να παρέχει εκπαίδευση σε όλους τους Οθωμανούς πολίτες και γίνεται εκ νέου λόγος για υποχρεωτική εκπαίδευση. Και στο συγκεκριμένο νόμο προβλέπονταν κυρώσεις για τους γονείς, οι οποίοι δεν έστελναν τα παιδιά τους στο σχολείο, και αφορούσαν κυρίως στην επιβολή χρηματικών προστίμων. Προβλέπονταν ωστόσο και εξαιρέσεις, όπως π.χ. για τα παιδιά, τα οποία έπρεπε να εργαστούν, για να βοηθήσουν την οικογένειά τους, τα παιδιά με διανοητικά και ψυχολογικά προβλήματα, τα παιδιά, τα οποία διδάσκονταν «κατ’ οίκον», καθώς και για τα παιδιά, των οποίων η κατοικία απείχε περισσότερο από μισή ώρα δρόμο από το κοντινότερο σχολείο. Η υποχρεωτική φοίτηση των μαθητών στα πρωτοβάθμια σχολεία ορίστηκε σε τέσσερα χρόνια και ξεκινούσε από τα επτά (7) μέχρι τα ένδεκα (11) για τα αγόρια και από τα έξι (6) μέχρι τα δέκα (10) για τα κορίτσια, καθώς εξάλλου τα δύο φύλα δεν επιτρεπόταν να συνδιδάσκονται, όπως δεν επιτρεπόταν να συνδιδάσκονται πολίτες διαφορετικών δογμάτων, π.χ. μουσουλμάνοι με χριστιανούς, χριστιανοί με ιουδαίους κλπ., αλλά έπρεπε να λειτουργούν ξεχωριστά σχολεία για τον πληθυσμό κάθε δόγματος (Akyüz , 1999).

Πολύ αργότερα, στις αρχές του 20ου αιώνα έγινε μια ακόμη προσπάθεια για μεταρρύθμιση της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Γι’ αυτό το σκοπό εκδόθηκε ο «Προσωρινός Νόμος για την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση» (Tedrisat-ı  İptidaiye Kanun-u Muvakkatı=) το 1913. Ο νόμος αυτός προέβλεπε:  

  •  την ίδρυση 6χρονων  δημόσιων πρωτοβάθμιων σχολείων, στα  οποία η φοίτηση παρεχόταν δωρεάν και ήταν υποχρεωτική.
  •  τον περιορισμό του αριθμού των μαθητών σε κάθε τάξη  σε πενήντα άτομα (Kazamias, 1966, Ergün, 1996).

Αυτά τα εξάχρονα πρωτοβάθμια σχολεία πήραν την ονομασία «γενικά Δημοτικά Σχολεία» (mekatibi iptidaiye-i umumi=ι προήλθαν από την ένωση του παλαιότερου iptidaiye (Δημοτικό Σχολείο) και  του rüştiye (κατώτερο δευτεροβάθμιο σχολείο). Έτσι, για πρώτη φορά τμήμα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης περιλαμβανόταν στην υποχρεωτική εκπαίδευση, η οποία χωρίστηκε σε τρεις κύκλους σπουδών διάρκειας δύο ετών [ο πρώτος κύκλος, ο μέσος κύκλος και ο ανώτερος κύκλος σπουδών] (Başaran , 1999).

Παρά τις προσπάθειες των υπευθύνων για γενικευμένη εφαρμογή της υποχρεωτικής εκπαίδευσης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, η πραγματικότητα ήταν εντελώς διαφορετική. Η πλειοψηφία του πληθυσμού (και κυρίως του μουσουλμανικού πληθυσμού) δεν φοιτούσε στο σχολείο και εξακολουθούσε να είναι αναλφάβητη. Έτσι στις αρχές του 20ου αιώνα το ποσοστό του αναλφαβητισμού όσον αφορά το μουσουλμανικό πληθυσμό έφτανε στο 90%, καθώς στην ύπαιθρο και ιδιαίτερα στα χωριά δεν υπήρχαν σχολεία, ούτε καν ικανοί άνθρωποι, οι οποίοι θα μπορούσαν να διδάξουν τα βασικά, όπως γραφή και ανάγνωση. Επιπλέον, τα θρησκευτικά σχολεία δεν ανταποκρίνονταν στις ανάγκες της εποχής, ακριβώς επειδή στόχευαν στη δημιουργία απλώς «καλών μουσουλμάνων», οι οποίοι έπρεπε να ζουν  σύμφωνα με τις αρχές της ισλαμικής ηθικής και δεν έδιναν ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγνωση και στη γραφή και κατ’ αυτόν τον τρόπο, μολονότι πολλοί μαθητές αποφοιτούσαν από αυτά, κατά βάση κατέληγαν να είναι λειτουργικώς αναλφάβητοι με  αποτέλεσμα την απροθυμία πολλών γονέων να στείλουν τα παιδιά τους στα σχολεία αυτά, αλλά και γενικότερα στο (λαϊκιστικό)  Δημοτικό Σχολείο.

Με την ανακήρυξη της Τουρκικής Δημοκρατίας από τον Κεμάλ Ατατούρκ γίνονται προσπάθειες για ριζική αναδιάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήματος και κυρίως για την περαιτέρω εκκοσμίκευσή του. Η φοίτηση στο Δημοτικό Σχολείο, που σύμφωνα με το νόμο του 1913 ήταν εξαετής, μειώθηκε σε πέντε χρόνια. Επιπλέον, στο άρθρο 87 του Συντάγματος  (1924) οριζόταν ως υποχρεωτική η φοίτηση στο πεντάχρονο πλέον  Δημοτικό Σχολείο  για όλους τους Τούρκους (Kaplan , 1999).

  Παρά τις σημαντικές αλλαγές, οι οποίες σημειώθηκαν, το πρόβλημα του αναλφαβητισμού παρέμενε, και ιδιαίτερα στην ύπαιθρο. Για να αντιμετωπιστεί το συγκεκριμένο πρόβλημα, το κεμαλικό καθεστώς  αποφάσισε τη δημιουργία των «οίκων του λαού» (Halkevleri) στα μεγάλα αστικά κέντρα  το 1932 και των «ινστιτούτων του χωριού» (Κöy Enstitüleri) στην επαρχία  το 1940. Η δημιουργία των  «οίκων του λαού» στόχευε στην ανύψωση του μορφωτικού επιπέδου του λαού και στη διάδοση των κεμαλικών αρχών, γι’ αυτό το λόγο οι επικεφαλής αυτών των οίκων επιλέγονταν από τα μέλη των τοπικών επιτροπών του κόμματος. Αντίθετα, στα «ινστιτούτα του χωριού» μπορούσαν να εκπαιδευθούν οι νέοι της υπαίθρου, οι οποίοι στελέχωναν στη συνέχεια ως δάσκαλοι τα δημοτικά σχολεία των χωριών (Κιτσίκης, 1990).

Το ζήτημα της υποχρεωτικής εκπαίδευσης και της επέκτασής της επανέρχεται στη δεκαετία του  ’70. Για πρώτη φορά το 1971 συγκροτήθηκαν από το  Υπουργείο Εθνικής Παιδείας (Milli Eğitim Bakanlığı) επιτροπές με σκοπό να προετοιμάσουν τη δοκιμαστική εφαρμογή της οκτάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Οι εργασίες των επιτροπών σταμάτησαν τον Μάρτιο του 1975. Κατά την περίοδο 1971-75 που εργάστηκαν οι επιτροπές, έγινε ένα σημαντικό βήμα. Συγκεκριμένα, με το νόμο 1739/1973 προβλεπόταν η οκτάχρονη «στοιχειώδης» εκπαίδευση για τα αγόρια και τα κορίτσια από 6 ως 14 ετών. Επιπλέον, σύμφωνα με το νόμο αυτό στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση ενσωματώθηκε και το κατώτερο τμήμα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ το λύκειο (lise) αποτελούσε πλέον τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Με την  εφαρμογή της οκτάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης επιδιωκόταν ο βασικός σκοπός κάθε Τουρκόπουλο να γίνεται καλός πατριώτης, να αποκτά συγκεκριμένες στάσεις, αξίες και γνώσεις που θα το προετοίμαζαν για τη ζωή, αλλά και για τη συνέχιση των σπουδών του στην ανώτερη βαθμίδα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η «στοιχειώδης» εκπαίδευση, έτσι όπως την εννοούσε ο συγκεκριμένος νόμος, αποτελούνταν από δύο βαθμίδες: (α) το Δημοτικό Σχολείο (İlkokul) και (β) το Μέσο Σχολείο (Οrtaokul). Με την ολοκλήρωση της κάθε βαθμίδας χορηγείτο  στο μαθητή «ενδεικτικό» ξεχωριστά για την κάθε βαθμίδα (Tertemiz, 1999).

Τον Ιούνιο του 1981 συνεδρίασε το Δέκατο Εθνικό Εκπαιδευτικό Συμβούλιο[3], το οποίο έκρινε πως ήρθε η ώρα να γενικευθεί τελικά η οκτάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση, ενώ ταυτόχρονα συμφώνησαν τα μέλη του για την ανάγκη βελτίωσης των Αναλυτικών Προγραμμάτων. Ωστόσο, η  εφαρμογή της  οκτάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης περιορίστηκε σε 158 σχολεία, επειδή δεν υπήρχε η ανάλογη υποδομή. Πέρα από όλα αυτά, με το νόμο 2842/16. 6. 1983  αλλάζει επίσης η ονομασία των σχολείων από «Ιδρύματα Στοιχειώδους Εκπαίδευσης» (Temel Eğitim Kurumlarι) σε «Ιδρύματα Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης» (İlkoğretim Kurumlarι). Τελικά, παρά το γεγονός ότι ετοιμάστηκε η υποδομή για την εφαρμογή της οκτάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, μόνο το πεντάχρονο Δημοτικό Σχολείο κατοχυρώθηκε νομικά ως υποχρεωτικό και για μία ακόμη φορά απομακρύνθηκε η ιδέα της οκτάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης (Tertemiz, 1999).

Το ζήτημα της  επέκτασης  της υποχρεωτικής εκπαίδευσης θα έρθει και πάλι στην ημερήσια διάταξη του Δέκατου-πέμπτου Εθνικού Εκπαιδευτικού Συμβουλίου τον Μάιο του 1996. Σ’ αυτό συνέβαλαν αποφασιστικά και οι πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, καθώς το ισλαμικό κόμμα της «Ευημερίας» (Refah) ήρθε πρώτο στις εθνικές εκλογές του 1995 με ποσοστό 21%. Κύριος στόχος της κυβέρνησης, η οποία προέκυψε, ήταν η εγκαθίδρυση φονταμενταλιστικού καθεστώτος, γεγονός το οποίο ερχόταν σε αντίθεση με τις αρχές του κεμαλισμού. Όσον αφορά την εκπαίδευση στη συγκεκριμένη περίοδο, σημειώθηκε αύξηση του αριθμού των θρησκευτικών σχολείων (των İmam Hatib),στα οποία μπορούσαν να φοιτήσουν οι μαθητές αμέσως μετά το πεντάχρονο δημοτικό σχολείο. Η όλη κατάσταση ανησύχησε τη στρατιωτική ηγεσία της χώρας, η οποία  αναζητούσε τρόπους, για να περιορίσει την επιρροή των ισλαμιστών στην εκπαίδευση. Γι’ αυτό το λόγο το «Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας» έδωσε αμέσως το πράσινο φως για την εφαρμογή του ενιαίου οκτάχρονου Δημοτικού Σχολείου, ακριβώς, για να αναχαιτιστεί η εξάπλωση των θρησκευτικών σχολείων και να αποφευχθεί ο σχηματισμός δύο κατευθύνσεων μετά το δημοτικό σχολείο, μιας κοσμικής και μιας θρησκευτικής (Bozkurt, 2000).

Τελικά, με το νόμο 4306/16. 8. 1997  άρχισε η τμηματική εφαρμογή της οκτάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Οι αλλαγές αυτές συνοδεύτηκαν από αλλαγές στα Αναλυτικά Προγράμματα. Για πρώτη φορά στο Αναλυτικό Πρόγραμμα  της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης εισάγονται μαθήματα, όπως: Κυκλοφοριακή Αγωγή & Αγωγή Πρώτων Βοηθειών, Ξένες Γλώσσες, κλπ. Παράλληλα με τα «υποχρεωτικά» μαθήματα, έτσι όπως παρουσιάζονται στο νέο εβδομαδιαίο  πρόγραμμα μαθημάτων του οκτάχρονου Δημοτικού Σχολείου (İlköğretim okulu haftalικ ders çizelgesi)[4], το Υπουργείο παρέχει τη δυνατότητα στα σχολεία να μπορούν να προσφέρουν κάποια «δευτερεύοντα», αλλά πολύ χρήσιμα  μαθήματα για τους μαθητές ως αυριανούς πολίτες. Τα μαθήματα αυτά περιέχονται σε έναν ξεχωριστό κατάλογο (İlköğretim okulu seçmeli ders listesi) και δεν θεωρούνται υποχρεωτικά[5].

Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται τα μαθήματα του οκτάχρονου Δημοτικού Σχολείου ανά τάξη, καθώς και ο αριθμός των εβδομαδιαίων ωρών  διδασκαλίας  τους.

 

ΠΙΝΑΚΑΣ 1

 

ΜΑΘΗΜΑΤΑ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΩΡΩΝ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΝ ΕΒΔΟΜΑΔΑ*

  -Τουρκικά

-Μαθηματικά

-Κοινωνικές Γνώσεις

-Επιστήμη

-Κοινωνικές  Επιστήμες

-Αγωγή του Πολίτη & Ανθρώπινα Δικαιώματα

-Ιστορία της Τουρκικής Δημοκρατίας

-Ξένες Γλώσσες

-Θρησκευτική Μόρφωση & Ηθική

-Ζωγραφική & Χειροτεχνία

-Μουσική

-Φυσική Αγωγή

-Εργασιακή Εξάσκηση

-Κυκλοφοριακή Αγωγή & Αγωγή Πρώτων Βοηθειών

-Ατομικές & Ομαδικές Δραστηριότητες

-Προαιρετικά Μαθήματα  

 

12

4

5

-

-

-

 

-

 

-

-

 

2

2

2

-

-

 

3

 

-

  12

4

5

-

-

-

 

-

 

-

-

 

2

2

2

-

-

 

3

 

-

  12

4

5

-

-

-

 

-

 

-

-

 

2

2

2

-

-

 

3

 

-

  6

4

-

3

3

-

 

-

 

2

2

 

1

1

2

3

-

 

-

 

3

  6

4

-

3

3

-

 

-

 

2

2

 

1

1

2

3

-

 

-

 

3

  5

4

-

3

3

-

 

-

 

4

2

 

1

1

1

3

1

 

-

 

2

  5

4

-

3

3

1

 

-

 

4

2

 

1

1

1

3

-

 

-

 

2

  5

4

-

3

-

1

 

2

 

4

2

 

1

1

1

3

1

 

-

 

2

ΣΥΝΟΛΟ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΩΡΩΝ

30

30

30

30

30

30

30

30

*Μια διδακτική ώρα διαρκεί σαράντα λεπτά σε όλους τους τύπους των σχολείων συμπεριλαμβανομένης και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Republic of Turkey-Ministry of National Education , 2000).

  Κατά το σχολικό έτος 1996-1997 το ποσοστό φοίτησης στο πεντάχρονο Δημοτικό Σχολείο έφτανε στο 99,8% και στο τρίχρονο μέσο σχολείο έφτανε στο 69,6% (Republic of Turkey-Ministry of National Education , 2000).  Σημαντικός είναι και ο αριθμός των ιδιωτικών σχολείων. Ο νόμος, ο οποίος αφορά στην ιδιωτική εκπαίδευση, είναι ο 625. Ιδιωτικά σχολεία θεωρούνται επίσης και τα σχολεία των μη μουσουλμανικών μειονοτήτων, όπως π.χ. της ελληνικής μειονότητας, της αρμενικής και της εβραϊκής. Ο αριθμός των σχολείων, των μαθητών και των δασκάλων της ενιαίας οκτάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης  κατά το σχολικό έτος 1997-1998 προκύπτει από τον παρακάτω πίνακα (Demirel & Erdoğan, 2000):

 

ΠΙΝΑΚΑΣ 2  

Τύπος Σχολείου

Αριθμός Σχολείων

Αριθμός Μαθητών

Αριθμός Δασκάλων

Δημόσια Σχολεία

44.872

8.944.426

296.930

Ιδιωτικά Σχολεία

777

157.098

6.052

Σύνολο

45.649

9.101.524

302.982

 

  Η ενιαία οκτάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση στην Τουρκία υπήρξε αίτημα πολλών δεκαετιών και μόλις στα τέλη του 20ου αιώνα μπόρεσε να γίνει πράξη. Ένας από τους επόμενους μεγάλους στόχους της εκπαιδευτικής πολιτικής της Τουρκίας είναι η εξάλειψη του αναλφαβητισμού, ο οποίος υφίσταται κυρίως στις ανατολικές επαρχίες, όπου διαβιούν Κούρδοι. Επιπλέον, καταβάλλονται προσπάθειες ανόδου του επιπέδου της εκπαίδευσης σε μια χώρα, που εκτός από τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, έχει να αντιμετωπίσει και το πρόβλημα της ραγδαίας αύξησης του πληθυσμού.

 

 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Akyüz Yahya (1999) Türk eğitim tarihi, başlangιçtan 1999’a [Ιστορία της   τουρκικής    εκπαίδευσης, από τις αρχές ως το 1999]. (Κωνσταντινούπολη, Αlfa).

Bozkurt  Güvenç    (2000)   History   of    Turkish   Education.     (Άγκυρα,     Turkish   Education  Association).

Demirel   Özcan   &   Erdoğan   Irfan   (2000)   ‘Educatıonal   system   in  Turkey’,  in     Educational Systems of Balkan Countries: issues and trends.   (Thessaloniki,         

   Editor: Nikos P. Terzis,  Education and   Pedagogy  in  Balkan  Countries  1,   Kyriakidis Brothers s.a.).

Ergün  Mustafa  (1996)  II. Meşrutiyet  devrinde  eğitim  hareketleri, 1908-1914   [Οι  κπαιδευτικές  ενέργειες  στην  εποχή  του  Δεύτερου  Συντάγματος,    1908-   1914]. (Άγκυρα, Ocak yayınları).

Ethem Başaran İbrahim  (1999) Türkiyede eğitim  sisteminin evrimi’ [Η εξέλιξη του   εκπαιδευτικού     συστήματος       στην     Τουρκία]     in     75yιlda     eğitim.   (Κωνσταντινούπολη, Tarih Vakfι Yayιnlarι).

İnalcik Halil (2000)  The  Ottoman  Empire:  the  classical  age  1300-1600. (London,   Phoenix Press).

Kaplan İsmail (1999)   Türkiye’de  milli  eğitim  ideolojisi  [Η    εθνική   εκπαιδευτική ιδεολογία στην Τουρκία]. (Κωνσταντινούπολη, İletişim Yayınları).

Kazamias  Andreas  (1966).   Education  and  the  quest    for  modernity  in    Turkey.  (Chicago, The University of Chicago Press).

Κιτσίκης Δημήτρης (1990) Συγκριτική ιστορία Ελλάδος και Τουρκίας στον 20ο αιώνα.    (Αθήνα, «Εστία»).

McCarthy Justin The Ottoman Turks: an   introductory history to 1923.   (London and   New York, Longman).

Republic of Turkey-Ministry of National Education (2000)  The  Turkish  Educational      System. (Ankara, Ministry of National Education).

Tertemiz Isιk Nese (1999) ‘Sekiz  yιllιk  zorunlu ilköğretim: hedefler ve uygulamalar’ [Η   οκτάχρονη   υποχρεωτική   πρωτοβάθμια   εκπαίδευση:    σκοποί        και   εφαρμογές] in 75yιlda eğitim. (Κωνσταντινούπολη, Tarih Vakfι Yayιnlarι).

Χρηστίδου-Λιοναράκη Σεβαστή (2000) ‘Το οθωμανικό εκπαιδευτικό σύστημα και τα ελληνικά   μειονοτικά  σχολεία   την   εποχή   του    Τανζιμάτ      1839-1876’,     Σύγχρονα Θέματα, τεύχος 74-75, σσ. 148-156.


[1] Η κλασική ισλαμική παιδεία στο μουσουλμανικό κόσμο παρεχόταν ως τον 19ο αιώνα αποκλειστικά στους μεντρεσέδες  (medrese).  Αυτοί  βρίσκονταν συνήθως στον ευρύτερο χώρο κάποιου τζαμιού.  Εκτός από τα θεολογικά μαθήματα στο επίσημο πρόγραμμα των σχολών αυτών περιλαμβάνονταν και άλλα μαθήματα, όπως: γραμματική, σύνταξη, λογική, μεταφυσική, ρητορική, γεωμετρία, αριθμητική, ιατρική κλπ. Η στοιχειώδης εκπαίδευση αντίστοιχα παρεχόταν στα mekteb, στα οποία η διδασκαλία περιοριζόταν ουσιαστικά στην εκμάθηση του κορανίου. Για περισσότερες πληροφορίες βλέπε:Justin McCarthy, The Ottoman Turks: an introductory history to 1923, London and New York: Longman, 1999, Halil İnalcik,  The Ottoman Empire: the classical age 1300-1600, London: Phoenix Press, 2000, Andreas Kazamias, Education and the quest for modernity in Turkey, Chicago: The University of Chicago Press, (1966).     

[2] Tanzimat: κατά λέξη  σημαίνει “αναδιοργάνωση”. Ο όρος αναφέρεται στις κοινωνικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις της περιόδου 1839-76, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία από τον Abdül-Medjid.

[3] Εθνικό Εκπαιδευτικό Συμβούλιο: αποτελείται από ανώτερους υπαλλήλους του υπουργείου, πρυτάνεις πανεπιστημίων, κοσμήτορες σχολών, διευθυντές σχολείων, επιθεωρητές, εκπαιδευτικούς και άλλους ειδικούς. Το Συμβούλιο συζητά  για  θέματα  εκπαιδευτικής πολιτικής της χώρας και υποβάλλει τις προτάσεις του στο υπουργείο. Ειδικότερα ασχολείται  με τα αναλυτικά προγράμματα και με θέματα που αφορούν στο σχολείο. Ο συνολικός αριθμός των μελών του ποικίλει, αλλά συνήθως ανέρχεται σε τριακόσια άτομα. Οι συνεδριάσεις του προβλέπεται να γίνονται τουλάχιστον μία φορά κάθε τρία χρόνια.

[4] Βλέπε παρακάτω στον πίνακα 1.

[5] Κάποια από τα μαθήματα που προτείνονται, είναι τα εξής: κηπουρική, θέατρο, δεύτερη ξένη γλώσσα, χορός, υγιεινή, ορθοφωνία και καλλιγραφία κ.λ.π.

 

 

 

Copyright 2003 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ  ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ