Η Γαλλόφωνη Συγκριτική Παιδαγωγική:
μια γενική θεώρηση
Πέλλα KAΛΟΓΙΑΝΝΑΚΗ
Αναπληρώτρια
Καθηγήτρια
Πανεπιστήμιο Κρήτης
Ρέθυμνο, Ελλάδα
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η
παρούσα εργασία επικεντρώνεται σε βασικά ζητήματα που έχουν
απασχολήσει τη Συγκριτική Παιδαγωγική, κυρίως στη Γαλλία, μέσα
από τις μελέτες των κύριων εκπροσώπων της και των φορέων της,
ζήτημα που θεωρούμε πως παρουσιάζει επιστημολογικό και
μεθοδολογικό ενδιαφέρον για την βιβλιογραφία που αφορά τη ΣΠ, την
ιστορία της, την εξέλιξη των βασικών αρχών της και τις σύγχρονες
αναζητήσεις της καθώς και τη διασύνδεσή της με το χώρο της ΣΠ στο
διεθνή χώρο γενικότερα. Συγκεκριμένα, παρουσιάζεται ο γαλλόφωνος
συγκριτικός λόγος -μέσα από την προεπιστημονική παράδοση της ΣΠ
και τα παραδείγματα από τον 19ο αιώνα (με έμφαση στο
έργο του
Jullien)
και τον 20ό αιώνα (προσέγγιση του
Lê
Thành
Khôi),
αλλά και οι θέσεις της σύγχρονης γαλλόφωνης ΣΠ γενικότερα με μια
συνολική επισκόπησή της στον ευρύτερο γαλλόφωνο χώρο σήμερα (διδασκαλία
και έρευνα, δραστηριότητες της Γαλλόφωνης Εταιρείας Συγκριτικής
Παιδαγωγικής,
AFEC
ABSTRACT
The present study deals with some of the fundemantal concerns
relating to the francophone Comparative Education (CE). It examines
the pre-scientific tradition of CE, the contribution of Marc-Antoine
Jullien de Paris in the 19th century, the work of a contemporary
comparatist, Le Thanh Khoi (20th century), as well as the activities
of the French Comparative Association (AFEC).
Franchophone comparative discourse on education has a long traditon
and can be associated with the development of Comparative Education
in general. This aspect gives an “example”of the evolution of
the comparative discourse in education and can contribute to the
understanding of main methodological and epistemological concerns
related to the field.
Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Η παρούσα μελέτη εστιάζεται σε βασικά ζητήματα που έχουν απασχολήσει
τη Συγκριτική Παιδαγωγική κυρίως στη Γαλλία μέσα από τις μελέτες
των κύριων εκπροσώπων της και των φορέων της, ζήτημα που θεωρούμε
πως παρουσιάζει επιστημολογικό και μεθοδολογικό ενδιαφέρον για
την ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ που αφορά τη ΣΠ, την ιστορία της, την εξέλιξη
των βασικών αρχών της και τις σύγχρονες αναζητήσεις της καθώς
και τη διασύνδεσή της με το χώρο της ΣΠ στο διεθνή χώρο γενικότερα.
Η προσέγγιση του γαλλόφωνου συγκριτικού στοχασμού -μέσα από την
προεπιστημονική παράδοση της ΣΠ και τα παραδείγματα από τον 19ο
(με έμφαση στο έργο του Jullien) και τον 20ό αιώνα (κυρίως την
προσέγγιση Le Thanh Khoi), αλλά και τις θέσεις της σύγχρονης ΣΠ
γενικότερα- μελετάται / παρουσιάζεται ως μία σημαντική ανάγνωση/
παράδειγμα συγκριτικού λόγου, που μπορεί να συμβάλλει στην κατανόηση
της θεμελίωσης και της εξέλιξης της ΣΠ ως επιστήμης αλλά και στην
προσέγγιση σημαντικών παιδαγωγικών και άλλων ιδεών όπως αυτές
αρθρώθηκαν στο γαλλόφωνο χώρο και συνέβαλαν στη συγκρότηση της
συγκριτικής σπουδής στην εκπαίδευση.
Το ενδιαφέρον της παρούσας μελέτης εντοπίζεται στη μακρά παράδοση
της ΣΠ στη Γαλλία και σε γαλλόφωνες χώρες, η οποία συνδέεται τόσο
με το πρώτο συστηματικό σύγγραμμα για τη ΣΠ του λεγόμενου «πατέρα»
της ΣΠ Marc Antoine Jullien ήδη από το 1817, (αλλά και τις προγενέστερες/
προεπιστημονικές μελέτες) όσο και με τις μετέπειτα μελέτες για
τη ΣΠ (και κυρίως τις μεθοδολογικές ιστορικο-πολιτισμικές προσεγγίσεις
του Le Thanh Khoi), καθώς και με μια γενική επισκόπηση της σύγχρονης
ΣΠ στον ευρύτερο γαλλόφωνο χώρο σήμερα (διδασκαλία και έρευνα,
δραστηριότητες της Γαλλόφωνης Εταιρείας Συγκριτικής Παιδαγωγικής,
AFEC).
2. Η ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 19Ο ΑΙΩΝΑ
2.1. ΠΡΟΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ/ ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΤΗ ΣΠ
Οι πρώτες προσπάθειες συγκρότησης ενός πρώιμου συγκριτικού λόγου
εντοπίζονται κατά τον 19ο αιώνα, περίοδος που χαρακτηρίστηκε από
δυναμικές κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές, ιδεολογικές μεταβολές
(βιομηχανικός ανταγωνισμός, ανάπτυξη του εργατικού κινήματος,
ιδεολογία του έθνους- κράτους, νέες εκπαιδευτικές προσεγγίσεις).
Η προσπάθεια αναζήτησης νέων παραδειγμάτων στην εκπαίδευση οδήγησε
πολλούς να στραφούν στην προσέγγιση και γνωριμία ξένων εκπαιδευτικών
συστημάτων και μάλιστα στον «επιλεκτικό δανεισμό» εκπαιδευτικών
στοιχείων, «ωφέλιμων» για την ανάπτυξη του κάθε εκπαιδευτικού
συστήματος. Αυτή η αναζήτηση οδήγησε αναγκαστικά σε μία πρώιμη/
περιγραφική/ ωφελιμιστική σύγκριση που έδωσε τη σφραγίδα της και
στην αναδυόμενη τότε επιστήμη της ΣΠ διεθνώς (Kαζαμίας 2002, Μπουζάκης
2001, Ματθαίου 2000). ΄Ετσι, έχουμε μία σειρά από ενδιαφέρουσες
γαλλόφωνες μελέτες που δίνουν και το στίγμα της γαλλόφωνης προεπιστημονικής
φάσης της ΣΠ.
Ειδικότερα, η μελέτη του C.-A. Basset στα 1808 για την εκπαίδευση
και την οργάνωση της δημόσιας παιδείας, η συγκριτική εργασία του
G. Guvier για την δημόσια εκπαίδευση στη Γερμανία, την Ολλανδία
και την Ιταλία στα 1814, η μελέτη του V. Cousin στα 1831 για την
εκπαίδευση στη Γερμανία, η εργασία του E. Decpetiaux στα 1838
για την κατάσταση της πρωτοβάθμιας και λαϊκής εκπαίδευσης στο
Βέλγιο σε σύγκριση με την εκπαίδευση στη Γερμανία, Πρωσία, Ελβετία,
Γαλλία, Ολλανδία και Ηνωμένες Πολιτείες, η έκθεση του E. Rendu
στα 1841 για την λαϊκή εκπαίδευση στη Γερμανία, η έκθεση του J.-M.
Baudouin στα 1865 για την κατάσταση της ειδικής αγωγής και της
πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στο Βέλγιο, η εργασία του E. Dreyfus-Brissac
στα 1882 για την νέα αγωγή και τις συγκριτικές μελέτες, η μελέτη
του M.-C. Landreyt στα 1883 για την δημόσια εκπαίδευση στη Γαλλία
και στην Αμερική, η έρευνα των E. Jourdan-G. Dumont στα 1884 για
τις εμπορικές σχολές στη Γερμανία, Αυστρία-Ουγγαρία, Βέλγιο, Δανία,
Ιταλία, Ρουμανία, Ρωσία, Σουηδία, Ελβετία και Ηνωμένες Πολιτείες,
η εργασία του L. Derie στα 1895 για τη συγκριτική παρουσίαση της
εκπαιδευτικής νομοθεσίας σε διάφορες χώρες, η μελέτη του P.-E.
Levasseur στα 1897 για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση στις αναπτυγμένες
χώρες, οι εργασίες του V.-H. Friedel για την εκπαίδευση των εκπαιδευτικών
στο εξωτερικό στα 1903 και την παιδαγωγική στις ξένες χώρες στα
1910, αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα πρώιμων, προεπιστημονικών
/περιγραφικών μελετών που δίνουν και το στίγμα της γαλλόφωνης
ΣΠ κατά τον 19ο αιώνα και τις αρχές του 20ού (Καλογιαννάκη, 1998α).
Κέντρο πάντως του συγκριτικού στοχασμού κατά την περίοδο αυτή
φαίνεται πως είναι κατά κύριο λόγο η δημόσια και λαϊκή εκπαίδευση
και μάλιστα η πρωτοβάθμια, καθώς και η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών.
Αυτές οι προτεραιότητες συνδέονται με την εκπαίδευση κατά τον
19ο αιώνα η οποία χαρακτηρίζεται από τον δημόσιο χαρακτήρα της,
την προσπάθεια ίδρυσης κρατικών σχολείων, την θεσμοθέτηση της
γενικής υποχρεωτικής εκπαίδευσης και την έμφαση στην μόρφωση των
εκπαιδευτικών. Χώρες που παρουσιάζουν συγκριτικό ενδιαφέρον φαίνεται
να είναι-ανάμεσα σε άλλες- κυρίως η Γερμανία, αλλά και το Βέλγιο,
η Γαλλία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, κ.ά. Μάλιστα, οι «ερευνητές»
της ΣΠ, οι οποίοι συχνά είναι και κυβερνητικοί απεσταλμένοι προς
τις ξένες χώρες, συντάσσουν Εκθέσεις που αφορούσαν εκπαιδευτικές
μεταρρυθμίσεις σε άλλα κράτη. Η Γερμανία π.χ. βρίσκεται στο κέντρο
του ενδιαφέροντος στις Εκθέσεις αυτές, μια και στη χώρα αυτή κατά
τον 19ο αιώνα εντοπίζεται πλήθος εκπαιδευτικών δρώμενων: η θεσμοθετημένη
γενική υποχρεωτική εκπαίδευση συναντάται ήδη από 1617 στο Δίκαιο
της Βαϊμάρης, το Realschule γίνεται ο μόνιμος εναλλακτικός θεσμός
στη γερμανική δευτεροβάθμια εκπαίδευση παράλληλα με το Gymnasium,
διοργανώνονται πολλά και ενδιαφέροντα εκπαιδευτικά συνέδρια όπου
συζητώνται θέματα θεωρητικής και πρακτικής παιδαγωγικής και εντοπίζονται
εκπαιδευτικές καινοτομίες και νέες παιδαγωγικές ιδέες (Καλογιαννάκη,
2002α). Η Ελβετία επίσης αποτελούσε ένα άλλο εκπαιδευτικό κέντρο
παιδαγωγικών ιδεών, νεωτερισμών, παιδαγωγικών ινστιτούτων (αποτέλεσε
μάλιστα το κλασικό παράδειγμα συγκριτικής μελέτης στο έργο του
«πατέρα» της ΣΠ, του Marc-Antoine Jullien).
2.2. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ JULLIEN
Η θεμελίωση της ΣΠ ως επιστήμης ο εμφανίστηκε στα 1817 με την
κλασική μελέτη του γάλλου Marc Antoine Jullien, του λεγόμενου
και «πατέρα της ΣΠ», με τον τίτλο «Σχεδίασμα και Προκαταρκτικές
απόψεις ενός έργου για τη ΣΠ». Ο Jullien, θεωρείται ο πρώτος μελετητής
που χρησιμοποίησε τον όρο «ΣΠ» και ουσιαστικά άνοιξε το δρόμο
για τη δημιουργία της επιστήμης αυτής. Το έργο θεωρείται το πρώτο
σύγγραμμα ΣΠ και παρουσιάζει ενδιαφέρον επιστημολογικό και μεθοδολογικό
εφόσον σ’αυτό εκτίθενται οι πρώτοι βασικοί προβληματισμοί για
τη θεμελίωση της ΣΠ. Οι παιδαγωγικές ιδέες και οι αναζητήσεις
του Jullien εντοπίζονται σε μια εποχή με πολλές ανακατατάξεις
στον ευρύτερο κοινωνικο-πολιτικό χώρο του 19ου αιώνα και μπορούν
να ερμηνευθούν στο πλαίσιο της αναζήτησης των απαρχών της ΣΠ και
μάλιστα στο πλαίσιο της ιστορικο-ερμηνευτικής της προσέγγισης.
Ο Jullien υπήρξε μια δυναμική προσωπικότητα (διπλωμάτης, πολιτικός,
δημοσιογράφος, εκδότης επιστημονικών περιοδικών, μέλος πολλών
επιστημονικών ενώσεων του καιρού του). Δημοσίευσε πάνω από 30
βιβλία, έγραψε πάνω από 300 άρθρα που αφορούσαν την εκπαιδευτική,
πολιτική και κοινωνική κατάσταση του καιρού του στη Γαλλία και
σε άλλες χώρες. Μέσα από το έργο του αναδεικνύει το έργο και τη
δράση του παιδαγωγού Pestalozzi και άλλων παιδαγωγών της εποχής.
Θεωρώντας την εκπαίδευση εθνική υπόθεση προσπάθησε στο τελευταίο
έργο του, το «Σχεδίασμα για τη ΣΠ» να αναδείξει καίρια για την
εποχή του ζητήματα. Συγκεκριμένα, πρόβαλλε την ανάγκη για μια
νέα επιστήμη, τη ΣΠ, εισήγαγε τη χρήση της συγκριτικής μεθόδου
στην εκπαίδευση και καθόρισε δείκτες σύγκρισης εκπαιδευτικών συστημάτων,
πρότεινε τη σύνταξη συγκριτικών πινάκων παρατήρησης και διατύπωσε
μια μακρά σειρά ερωτημάτων που αφορούσαν την εκπαίδευση για χρήση
των συγκριτολόγων, διατύπωσε συγκεκριμένες προτάσεις για την υλοποίηση
συγκριτικών μελετών, και ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για το δημόσιο
σχολείο της εποχής του και την για την προώθηση μιας εκπαίδευσης
για όλη την Ευρώπη. Στο έργο του τόνισε τις σχέσεις παιδείας,
πολιτικής και κοινωνίας κριτικάροντας παράλληλα και τον πολιτικο-κοινωνικό
περίγυρο της εποχής του.
Μέσα στο παραπάνω πλαίσιο ο Jullien θεώρησε πως η μελέτη και η
σύγκριση ξένων εκπαιδευτικών συστημάτων οδηγεί στη βελτίωση, αλλαγή
ή και τελειοποίηση των εθνικών συστημάτων που μελετώνται. Ιδιαίτερα
συνέδεσε τη συγκριτική παιδαγωγική με τη βελτίωση της δημόσιας
παιδείας, την οποία θεωρούσε θεμέλιο για την κοινωνία και την
πολιτεία και μέσο για την πρόοδο και την ευημερία κάθε χώρας.
Μάλιστα χρησιμοποίησε τον όρο «επιστήμη» της εκπαίδευσης θέλοντας
να παρακινήσει τους συγχρόνους του να ανακαλύψουν νέους τρόπους
και μέσα για τη μελέτη της εκπαίδευσης και παρομοίωσε τους συγκριτολόγους
της εκπαίδευσης με τους συγκριτικούς ανατόμους της εποχής του
δίνοντας θετικιστικό χαρακτήρα στις εκπαιδευτικές μελέτες. Ονόμασε
ακόμα την εκπαίδευση «θετική επιστήμη» με την έννοια πως αυτή
θα πρέπει να έχει –όπως οι θετικές επιστήμες του καιρού του- άμεσο,
πρακτικό, αποτελεσματικό τρόπο ανάπτυξης, μακριά από προκαταλήψεις
και δεισιδαιμονίες. Θα πρέπει να τονιστεί πως οι θέσεις του διαμορφώθηκαν
σε μια εποχή με πολλές ανακατατάξεις στο χώρο της πολιτικής, της
ιδεολογίας, της κοινωνίας (Fraser 1964, Palmer 1993, Καλογιαννάκη
2002β) και συνέβαλαν σημαντικά στην ανάπτυξη της ΣΠ κατά τις επόμενες
δεκαετίες.
3. Η ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20Ο ΑΙΩΝΑ
3.1. ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΩΦΕΛΙΜΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ
Ο Alexandre Vexliard (1967) στο έργο για τη Συγκριτική Παιδαγωγική
γενικά, τις μεθόδους και τα προβλήματά της, διακρίνει τέσσερα
σημαντικά για τη ΣΠ εξελικτικά στάδια: το «δομικό» που εκφράζεται
με το «Σχεδίασμα» του Jullien που έχει ως σκοπό την μεθοδολογική
και επιστημολογική οριοθέτηση της ΣΠ στον επιστημονικό χώρο, το
«ερευνητικό» που εντοπίζεται στη συγγραφή Εκθέσεων για την εκπαίδευση
στις ξένες χώρες με σκοπό την προώθηση εκπαιδευτικών αλλαγών και
μεταρρυθμίσεων (1830-1914), το «θεωρητικό-συστηματικό» που αναδεικνύεται
με τη δημοσίευση σημαντικών για την προώθηση της ΣΠ συγγραμμάτων
(1920-1940) και το «μελλοντολογικό» (1950 και εξής) όπου το ενδιαφέρον
εντοπίζεται στο μέλλον των εκπαιδευτικών συστημάτων τα οποία αναλύονται
και μελετώνται διεπιστημονικά.
Για τα δύο πρώτα στάδια (την προεπιστημονική περίοδο της ΣΠ και
το παράδειγμα του Jullien) που αφορούν τον γαλλόφωνο χώρο έχομε
ήδη αναφερθεί στην παρούσα εργασία. Σε ό,τι αφορά τα δύο τελευταία
μπορούμε να τονίσομε πως αυτά σηματοδοτούνται από τη δραστηριότητα
διεθνών οργανισμών στο χώρο της εκπαίδευσης ανά τον κόσμο και
από την παράλληλη έκδοση βασικών μελετών για τη ΣΠ. Στο πλαίσιο
αυτό σημαντικό για το γαλλόφωνο χώρο της ΣΠ θεωρείται η ίδρυση
κατά το 1929 του Διεθνούς Γραφείου Εκπαίδευσης στη Γενεύη (Bureau
International d’Education, Β.Ι.Ε.) και η συνδιοργάνωση (μαζί με
την Unesco) ετήσιων εκπαιδευτικών συνεδρίων από το 1948 και εξής.
Την ίδια εποχή τη γαλλόφωνη ΣΠ προωθεί και το Διεθνές Ινστιτούτο
για την Πνευματική/ Διανοητική Συνεργασία που ιδρύθηκε στο Παρίσι
το 1925 από τη Γαλλική Κυβέρνηση με κύριο στόχο τη συνεργασία
με εθνικά κέντρα παιδαγωγικής τεκμηρίωσης και έρευνας στις διάφορες
χώρες του κόσμου. Στην πραγματικότητα η συνεργασία περιορίστηκε
ανάμεσα σε πέντε μόνον χώρες: τη Γερμανία, την Αγγλία, την Ιταλία,
το Βέλγιο και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ανάμεσα στους διεθνούς οργανισμούς
που προώθησαν την ανάπτυξη της ΣΠ γενικά και στο γαλλόφωνο χώρο
ειδικότερα, θα πρέπει να αναφέρουμε τον Ο.Ο.Σ.Α. και το Συμβούλιο
της Ευρώπης (Halls 1990, Daele 1993).
Τη γαλλόφωνη ΣΠ προώθησε σημαντικά η έκδοση περιοδικών που αφορούσαν
κατά καιρούς την εκπαίδευση στις διάφορες χώρες. Ενδεικτικά για
τη Γαλλία μπορούμε να αναφέρουμε τη συλλογή Memoires et documents
scolaires, καθώς και άρθρα που εμφανίστηκαν στο Bulletin de psychologie,
στο Currier de la recherche pedagogique, στο περιοδικό Les Amis
de Sevres, στο Bulletin d’informations universitaires et professionnelles
internationales, στο περιοδικό Tiers Monde. Στο προηγούμενο πλαίσιο
εντάσσονται και κεφάλαια/ μελέτες που εμφανίζονται σε συλλογικά
έργα ή περιοδικά, όπως στα παρακάτω: Encylopedie pratique de l’Education
en France, Technique-Art-Science, Education Nationale, Les Cahiers
Pedagogiques, Enfance dans le monde, La documentation francaise,
Dossiers documentaires, Reperes, Psychologie des peuples, Revue
International de Pedagogie, κ.ά. Για την Ελβετία αναφέρουμε τις
εργασίες του B.I.E., στο οποίο έχομε ήδη αναφερθεί, το Ινστιτούτο
του Pestalozzi (το οποίο έχει χαρακτηριστεί και ως κέντρο ΣΠ στην
εποχή του), καθώς και τις μελέτες (1962 και 1963) του Pierre Jaccard,
καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Λωζάνης. Για το Βέλγιο μπορούμε
να μνημονεύσομε τέσσερα σημαντικά περιοδικά που δημοσιεύουν και
θέματα ΣΠ: Actualite Pedagogique a l’etranger (περιοδικό που εκδιδόταν
από το Υπουργείο Δημόσιας Εκπαίδευσης), Scientia Paedagogica,
Paedagogica Historica και Paedagogica Belgica (υπό τη διεύθυνση
του καθηγητή R.L.Plancke), καθώς και μέρος της διδακτικής και
συγγραφικής δραστηριότητας των S. De Coster (Universite Libre
de Bruxelles) και G. de Landesheere (Universite de Liege).
3. 2. Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ LE THANH KHOI
Η γαλλόφωνη ΣΠ ξεκινώντας κυρίως από την δυτικοκεντρική προσέγγιση
του Jullien έχει να αναδείξει ένα ακόμη σημαντικό παράδειγμα –μη
δυτικοκεντρικής αυτή τη φορά- προσέγγιση. Αναφερόμαστε στη θεώρηση
του Le Thanh Khoi για τη ΣΠ. Ο Khoi, καθηγητής ΣΠ επί 40 χρόνια
στη Σορβόννη, πρόβαλλε μια ΣΠ προσεγγίζοντας και ερμηνεύοντας
την εκπαίδευση μέσα στο ευρύτερο πολιτιστικό, κοινωνικό-οικονομικό
και ιδεολογικό-πολιτικό της πλαίσιο (έθνος, γλώσσα, κουλτούρα,
ιστορία, φυσικό περιβάλλον, οικονομία, ιδέες και αξίες, κοινωνικές
και πολιτικές δομές διεθνείς σχέσεις, ρόλος προσωπικοτήτων), θέμα
που έθιξε και ο Jullien χωρίς να το αναλύσει, αλλά και άλλοι συγκριτολόγοι,
όπως ο Ν. Hans.
Η προσέγγιση του –και ιδιαίτερα κατά τη δεύτερη φάση της, όπως
θα δούμε παρακάτω- μπορεί να χαρακτηριστεί περισσότερο ως ιστορικο-πολιτισμική,
καθόσον ο ρόλος της ιστορίας και της κουλτούρας είναι σημαντικός
στην προσέγγισή του. Τοποθετεί δηλαδή τη σύγκριση και την ερμηνεία
στην κοινωνική, ιστορική και πολιτιστική της καθολικότητα και
πολυπλοκότητα. Αρκετοί μελετητές κατατάσσουν το έργο του στις
κριτικές λεγόμενες θεωρήσεις επειδή δίδει έμφαση στη διαδικασία
του νεωτερισμού και της αλλαγής στην εκπαίδευση. Η βασική ιδέα
που τον απασχολεί είναι «τι τύπο ανθρώπου θέλουμε να κατασκευάσομε
με μια συγκεκριμένη εκπαίδευση και για ποιο τύπο κοινωνίας τον
προορίζομε…». Τη ΣΠ την ορίζει ως την επιστήμη που ξεχωρίζει,
αναλύει και ερμηνεύει της ομοιότητες και τις διαφορές ανάμεσα
στα εκπαιδευτικά γεγονότα ή φαινόμενα και τα συσχετίζει με το
ευρύτερο συγκείμενο. Την δε εκπαίδευση την εκλαμβάνει με την ευρεία
της σημασία, τυπική και άτυπη.
Θα λέγαμε πως δύο κύριες φάσεις αναγνωρίζονται στο έργο του γάλλου
μελετητή. Κατά την πρώτη, εντοπίζεται μια περισσότερο θετικιστική
(στατιστικοποιημένη- μαθηματικοποιημένη, οικονομίστικη) μεθοδολογική-στρουκτουραλιστική
προσέγγιση της ΣΠ μέσω της μελέτης εκπαιδευτικών συστημάτων (σκοπών
και στόχων, διοίκησης, δομών, περιεχομένων, μεθόδων και τεχνικών)
και μια προσπάθεια ανάδειξης του ρόλου τα οικονομίας στην εκπαίδευση
αλλά και της εκπαίδευση στην αναπαραγωγή. Στη φάση αυτή κυρίαρχη
πηγή αποτελούν κυρίως τα επίσημα έγγραφα/ ντοκουμέντα (Le Thanh
Khoi 1981). Αντίθετα, κατά τη δεύτερη φάση, η ΣΠ είναι κυρίως
ιστορικο-πολιτισμική και διαλεκτική και γίνεται μέσω της προσέγγισης
εκπαιδευτικών γεγονότων ή φαινομένων, ενώ κυριαρχούν οι ιστορικο-πολιτισμικές
αναλύσεις (ποιοτικές αναλύσεις) και ο συσχετισμός της παιδείας
με την κουλτούρα και την ιστορία (Le Thanh Khoi 1991 και 2001).
Η προσπάθεια του μελετητή επικεντρώνεται στη φάση αυτή στην ανάδειξη
των σχέσεων εκπαίδευσης και κουλτούρας αλλά και προσέγγιση της
εκπαίδευσης στο πλαίσιο ενός καθολικού και πολύπλοκου εκπαιδευτικού
γίγνεσθαι. ΄Ετσι σημαντική πηγή για τη ΣΠ αποτελούν τόσο οι γραπτές
πηγές αλλά και η προφορική παράδοση (Ηλιού 1991, Καλογιαννάκη
1998β).
Η θεώρηση της ΣΠ στο παραπάνω πλαίσιο οριοθετεί και ένα νέο παράδειγμα
για το σύγχρονο συγκριτικό στοχασμό ο οποίος φαίνεται να προσανατολίζεται
σε μία περισσότερο ακτιβιστική, ανθρωπιστική ερμηνεία διαμόρφωσης
της ιστορίας και της κουλτούρας και στη συγκριτική προσέγγιση
της παιδείας που ενδιαφέρεται κυρίως για τον νεωτερισμό και την
αλλαγή της.
3. 3. ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΓΑΛΛΟΦΩΝΟΥ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΟΥ
ΛΟΓΟΥ
O σύγχρονος συγκριτικός λόγος για την εκπαίδευση στη Γαλλία και
σε άλλες γαλλόφωνες χώρες εντοπίζεται τόσο σε επίπεδο διδασκαλίας
και έρευνας στο χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης, όσο και στην έκδοση
σημαντικών για τη ΣΠ συγγραμμάτων.
Η διδασκαλία της ΣΠ, σύμφωνα με τον Vexliard και άλλους, ξεκινά
το 1960 και εξής στη Σορβόννη από τον Maurice Debesse, ο οποίος
μάλιστα είχε δώσει και σειρά σεμιναρίων ΣΠ στο πλαίσιο του τότε
Εθνικού Παιδαγωγικού Ινστιτούτου της Γαλλίας (Institut Pedagogiaue
National). Στο ίδιο πλαίσιο αναφέρονται επίσης τα Πανεπιστήμια
του Bordeaux, της Caen, της Lyon, Grenoble, Rennes, Lille, Clermont-Ferrand,
κ.λπ., καθώς και τα ονόματα των J. Chateau, G. Mialaret, M. Husson,
L. Millet, κ.ά.
Μετά το 1970, η διδασκαλία της ΣΠ εντοπίζεται επίσης και σε άλλα
Πανεπιστήμια, όπως το Paris-V (Le Thanh Khoi), Paris VIII (M.
Debeauvais), Paris X (Laderriere), Caen (Louis Marmoz), Grenoble
II, κ.λπ.
Σε πρόσφατη έρευνα (Leclercq, 1999) για τη διδασκαλία της ΣΠ κατά
τη δεκαετία του 1990 και συγκεκριμένα στα τμήματα των Επιστημών
Αγωγής (ακαδημαϊκό έτος 1997-1998), μαθήματα ΣΠ σε προπτυχιακό
και μεταπτυχιακό επίπεδο εντοπίζονται στα Πανεπιστήμια Amiens,
Caen, Dijon, Mendes-France-Grenoble ΙΙ, Lille-Flanders-Artois,
Lille-Charles-de-Gaulle, Limoges, Lyon II, Paris VIII-Saint-Denis,
Paris X-Nanterre, Rouen, Saint-Etienne, Strasbourg, Paris-V-Rene
Descartes, κ.λπ.. Επίσης, ανάμεσα στα Ινστιτούτα Μόρφωσης Εκπαιδευτικών
(I.U.F.M.), αναφέρεται η διδασκαλία της ΣΠ στο Bordeux, Caen,
Limoges, Lyon, Poitiers, Rennes, κ.ά. Μάλιστα, η νεότερη γενιά
των γάλλων συγκριτολόγων φαίνεται, σε σχέση με τις προηγούμενες,
να είναι πολυπληθέστερη.
Ανάμεσα στους συγκριτολόγους που διδάσκουν ΣΠ στη Γαλλία σήμερα
στα Τμήματα Επιστημών Αγωγής των Γαλλικών Πανεπιστημίων, αναφέρονται
τα ονόματα των Claude Carpentier (με έμφαση στη διδασκαλία της
ιστορίας και της κοινωνιολογίας των ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών συστημάτων),
Louis Marmoz (με θέματα που αφορούν τις εκπαιδευτικές πολιτικές
σε διάφορες χώρες), Anne-Marie Goguel, Alain Mingat και Marlaine
Cacouault (με γενικά θέματα γύρω από τη ΣΠ), Jean-Jacques Paul
(με έμφαση στη διδασκαλία της ιστορίας, της μεθοδολογίας και επιστημολογίας
της ΣΠ, καθώς και στη παρουσίαση των συγκριτικών ερευνών του Ο.Ο.Σ.Α.
και της Unesco), Emilie Barrier, Daniel Robin (με θέματα που αφορούν
τη χρησιμότητα και τα όρια της ΣΠ, καθώς και την αξιολόγηση ξένων
εκπαιδευτικών συστημάτων), Gerard Figari (με έμφαση στην επιστημολογία
και μεθοδολογία της ΣΠ), Andre Tarby (με θέματα που αφορούν την
μόρφωση ενηλίκων στις χώρες της Ευρώπης), Αlain Dubois (με έμφαση
στις εκπαιδευτικές πολιτικές σε διάφορες χώρες), Jacqueline Gautherin
(με έμφαση στις μεθόδους και τα προβλήματα της ΣΠ, τη σχολική
οργάνωση στις χώρες της Ευρώπης και του Τρίτου Κόσμου σε σύγκριση
με τη Γαλλία), Ridha Ennafaa, Saed Paivandi (με θέματα που αφορούν
την αξιολόγηση των ξένων εκπαιδευτικών συστημάτων και τη συγκριτική
ανάλυση του γαλλικού εκπαιδευτικού συστήματος), Anne Duchemin
(με τη διδασκαλία του μαθήματος «Εκπαίδευση και Μόρφωση»), Jean-Michel
Leclerq, Daniel Robin (με θέματα ΣΠ γενικά), Dominique Groux (με
θέματα που αφορούν τη ΣΠ γενικά και τη διδασκαλία των ξένων γλωσσών
στη Γαλλία και στον κόσμο ειδικότερα), Dominique Glasman (με έμφαση
στη σύγκριση ξένων εκπαιδευτικών συστημάτων -της Γερμανίας, της
Ιαπωνίας, της Μεγάλης Βρετανίας, των Η.Π.Α. και ορισμένων χωρών
του Τρίτου Κόσμου- και μάλιστα των σχολικών προγραμμάτων, της
μόρφωσης των εκπαιδευτικών και των σχέσεων σχολείου και αγοράς
εργασίας), Elisabeth Regnault (με έμφαση στα ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά
συστήματα και στη μεθοδολογία της ΣΠ), Christian Nique (με θέματα
που αφορούν τις σχολικές πολιτικές στην Ευρώπη και τον κόσμο)
, κ.ά. (Leclercq, 1999).
Η Γαλλόφωνη Εταιρεία Συγκριτικής Παιδαγωγικής (L'Association Francophone
d'Education Comparee, AFEC), η οποία ιδρύθηκε το 1973, είναι μία
επιστημονική διεθνής ένωση που απευθύνεται σε όλους όσους ενδιαφέρονται
για διεθνείς συγκρίσεις στο χώρο της εκπαίδευσης και συγκεντρώνει
το ενδιαφέρον ερευνητών, εκπαιδευτικών και διοικητικών των γαλλόφωνων
αλλά και των μη γαλλόφωνων χωρών. Η AFEC ενθαρρύνει συγκριτικές
έρευνες που αφορούν την εκπαίδευση, τη γνωριμία εκπαιδευτικών
συστημάτων, εκπαιδευτικών πολιτικών και πρακτικών, ζητήματα μόρφωσης
και επιμόρφωσης εκπαιδευτικών, θέματα αξιολόγησης, κ.λπ. Βασικό
ενδιαφέρον της γαλλόφωνης εταιρείας ΣΠ είναι η ανάπτυξη της ΣΠ
στο πλαίσιο της θεωρητικής και ερευνητικής της προσέγγισης, αλλά
και στο πλαίσιο της διδασκαλίας και της μόρφωσης των εκπαιδευτικών.
Η AFEC από το 2001 εκδίδει το Περιοδικό «Εκπαιδευτικές Πολιτικές
και Μόρφωση. Διεθνείς Αναλύσεις και Συγκρίσεις». Προγραμματίζεται
μάλιστα η δημιουργία ενός παραρτήματός της στην Αφρική στο άμεσο
μέλλον.
Στο παραπάνω πλαίσιο, η Γαλλόφωνη Εταιρεία Συγκριτικής Παιδαγωγικής
οργανώνει διεθνή συνέδρια κάθε χρόνο σε συνεργασία με πανεπιστημιακά
ιδρύματα και διεθνείς οργανισμούς καθώς και με κέντρα μόρφωσης
εκπαιδευτικών. Η σημερινή πρόεδρός της (2002) είναι η Βελγίδα
καθηγήτρια Frenay (Universite Catholique de Louvain). Θεματικές
που την έχουν απασχολήσει κατά τα τελευταία χρόνια είναι: «οι
εκπαιδευτικές πολιτικές» (Lyon, 1996), «οι αλλαγές και οι διαφοροποιήσεις
των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων», (Louvain-la-Neuve,1997), « η ιστορία
και το μέλλον της ΣΠ στο γαλλόφωνο χώρο» ( Paris, 1998), «οι γλωσσικές
πολιτικές στην εκπαίδευση», (Strasbourg, 1999), «η εκπαίδευση
και εργασία: διαζύγιο ή εγκάρδιος εναγκαλισμός;», (Geneve, 2000),
«η εκπαίδευση στις διάφορες μορφές της. Ευρωπαϊκές και διεθνείς
επιδράσεις στις εθνικές εκπαιδευτικές πολιτικές και στις πολιτικές
μόρφωσης εκπαιδευτικών», (Bruxelles, 2001), « η μόρφωση των εκπαιδευτικών»,
(Paris, 2002), « η μόρφωση των εκπαιδευτικών, σύγχρονες τάσεις,
αλλαγές και συγκρίσεις», (I.U.F.M et Universite de Basse-Normandie,
2002).
Σε ό,τι αφορά τη συγγραφική δραστηριότητα της ΣΠ σήμερα, μπορεί
κανείς να αναφέρει ενδεικτικά τα τρία ειδικά αφιερώματα στη ΣΠ
ευρείας κυκλοφορίας γαλλικών περιοδικών: στο Revue international
de education το 1994, στο Revue des sciences de l’education pour
l’ere nouvelle το 1995, και στο Revue francaise de pedagogie το
1997. Ανάμεσα στα έργα ΣΠ μνημονεύονται τα έργα των Le Thanh Khoi
(1981), W.D.Halls (1991), Henk Van Daele (1993), G. Meuris, G.
Cock (1996), D. Groux- L. Porcher (1997), κ.λ.π. Η ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
για τη ΣΠ ενισχύεται σημαντικά σύμφωνα με τους μελετητές και από
τις μελέτες διεθνών οργανισμών (του Ο.Ο.Σ.Α., του Συμβουλίου της
Ευρώπης, της Unesco, του Διεθνούς Γραφείου Εκπαίδευσης).
Στον ευρύτερο γαλλόφωνο χώρο μπορεί κανείς να αναφέρει τη διδασκαλία
της ΣΠ σε γνωστά πανεπιστήμια όπως, στο Πανεπιστήμιο της Liege,
στο Universite Catholique de Louvain (στο Βέλγιο), στο Πανεπιστήμιο
της Laval, Universite d’Ottawa και Universite de Montreal (στον
Καναδά), στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης, στο Πανεπιστήμιο Fribourg
(στην Ελβετία).
4. ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ
Στις μέρες μας γίνεται προσπάθεια να προσδιοριστούν οι κυριότερες
τάσεις στο χώρο της ΣΠ όπως αυτές εκφράζονται μέσα από τις διάφορες
μεθοδολογικές και επιστημολογικές προσεγγίσεις της. Η προσπάθεια
εντοπίζεται στο να διασαφηνιστεί, να προσδιοριστεί, να οριοθετηθεί
ένα νέο, σύγχρονο παράδειγμα που θα περιλαμβάνει τις νέες τάσεις
στο χώρο της εκπαίδευσης, της κοινωνίας, της οικονομίας. Οι επαναπροσδιορισμοί
όρων και εννοιών και η πολυνοηματική πρόσληψη του κόσμου καθώς
και οι πολλαπλές ερμηνείες αναθεωρούν πολλά πράγματα και στη ΣΠ,
η οποία δεν παύει αντλεί παραδείγματα και εμπειρίες από την ίδια
την ιστορία και τη εξέλιξή της. Η γαλλόφωνη προσέγγισή της, ως
πρώτη φάση με τις θετικιστικές ερμηνείες της και τις ερμηνευτικές
της ατέλειες και η σύγχρονη φάση της, με την ολιστική ιστορικο-πολιτισμική
της προσέγγιση, την εθνο-μεθοδολογική της θεώρηση και τις πολιτικο-κοινωνικές
της αναλύσεις, συγκλίνουν σε έναν κοινό σκοπό και στόχο: τη μελέτη
του ανθρώπου και της εκπαίδευσής του που άλλοτε έχει ως στόχο
τη βελτίωση/ καλυτέρευση/ ωφέλεια ή αλλαγή της εκπαίδευσης και
άλλοτε την ερμηνεία και την κριτική προσέγγισή της.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Daele Henk van (1993), L’Education comparee, Paris : Presses Universitaires
de France.
Groux D., Porcher L. (1997), L’Education comparee, Paris : Nathan.
Fraser St., (1964), Jullien’s Plan for Comparative Education 1816-1817,
Columbia University:Bureuau of Publidcations, Teachers College.
Halls W.D. ( ed. 1990), L’Education comparee: questions et tendances
contemporaines, Paris: Unesco.
Ηλιού Μ. (1991), Η πρόταση του Le Thanh Khoi για μια γενική θεωρία
της εκπαίδευσης, Σύγχρονη Εκπαίδευση, 61(20-23).
Καζαμίας, Α. (2002), Για μια νέα ανάγνωση της ιστορικο-συγκριτικής
μεθόδου: προβληματισμοί και σχεδίασμα, Θέματα Ιστορίας της Εκπαίδευσης,
Περιοδική ΄Εκδοση της ΕΛ.Ε.Ι.Ε. (Ελληνικής Εταιρείας Ιστορικών
της Εκπαίδευσης), 1/1.
Καλογιαννάκη Π. (1998α), Sadler M., Kandel I., Hans N. και η Συγκριτική
Παιδαγωγική, αναζητήσεις και προβληματισμοί μέσα από το έργο τους,
Αθήνα: Μ.Π.Γρηγόρης.
Καλογιαννάκη Π. (1998β), Προσεγγίσεις στη Συγκριτική Παιδαγωγική,
τόποι και τρόποι, τομές και παραδείγματα, Αθήνα: Μ.Π.Γρηγόρης.
Καλογιαννάκη Π. (2002α), Συγκριτικές παιδαγωγικές προσεγγίσεις
στις αρχές του 20ού αιώνα. Η περίπτωση των εκπαιδευτικών περιοδικών
στην Κρήτη, στο: Μπουζάκης Σ. (επιμ.), Επίκαιρα Θέματα Ιστορίας
Εκπαίδευσης, Πρακτικά 1ου Επιστημονικού Συνεδρίου Ιστορίας Εκπαίδευσης,
Πάτρα 28-30 Σεπτεμβρίου 2000, Αθήνα: Gutenberg.
Καλογιαννάκη Π. (2002β), Συγκριτική Παιδαγωγική: μια γαλλόφωνη
προσέγγιση, Αθήνα: Ατραπός.
Le Thanh Khoi (1981), L’Education Comparee, Paris: Armand Colin.
Le Thanh Khoi (1991), L’Education: Cultures et Societes, Paris:
Publications de la Sorbonne.
Le Thanh Khoi (2001), Education et Civilisations, Genese du Monde
Contemporain, Paris : Uneso, Horizons du Monde/ Bruno Leprince.
Leclercq Jean-Michel (sou la direction de, 1999), L’Education
comparee: mondialisaton et specificites francophones, Paris: AFEC/
Centre National de Documentation Pedagogique.
Ματθαίου Δ., (επανέκδ. 2000), Συγκριτική Σπουδή της Εκπαίδευσης,
θεωρήσεις και ζητήματα, Αθήνα.
Meuris G., G. de Cock (ed. 1996), Education comparee : essai de
bilan et projets d’avenir, Bruxelles : De Boeck Universite :
Μπουζάκης Σ. (επιμ. 2001), Συγκριτική Παιδαγωγική ΙΙΙ, Θεωρητικά,
Μεθοδολογικά Προβλήματα και Σύγχρονες Τάσεις στη Διεθνή Εκπαίδευση,
Αθήνα: Gutenberg.
Palmer R.R. (ed. And transl., 1993), From Jacobin to Liberal,
Marc-Antoine Jullien, 1775-1848, Princeton: Princeton University
Press.
Vexliard A., La Pedagogie Comparee, Methodes et Problemes, Paris:
Presses Universitaires de France.
|