Εκπαιδευτικός Δημοτικισμός και Παιδικό Βιβλίο

  Χρήστος ΓΕΩΡΓΙΟΥ

Εκπαιδευτικός - Υποψήφιος Διδάκτορας Α.Π.Θ.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Στην παρούσα εργασία παρουσιάζονται οι θέσεις των συντελεστών του εκπαιδευτικού δημοτικισμού για το παιδικό βιβλίο, όπως αυτές διατυπώθηκαν στα δημοτικιστικά έντυπα της εποχής και στην αλληλογραφία τους. Στη συνέχεια επιχειρείται αξιολόγηση των θέσεων αυτών από τη σκοπιά της σύγχρονης λογοτεχνικής θεωρίας και διερευνώνται οι τρόποι πραγμάτωσής τους στα αναγνωστικά της περιόδου 1917-1920.

Αξιολογούνται ακόμη με γνώμονα τις θεωρητικές αρχές που διέπουν το παιδικό βιβλίο, τα λογοτεχνικά χαρακτηριστικά των αναγνωστικών, καθώς και η συμβολή τους στην εξέλιξη της ελληνικής παιδικής λογοτεχνίας.

Βασική διαπίστωση είναι ότι τα αναγνωστικά της μεταρρύθμισης του 1917 αποτελούν τον πρώτο σημαντικό σταθμό στην ιστορία του παιδικού βιβλίου και επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό τη διαμόρφωση της σύγχρονης ταυτότητάς του.

 

ABSTRACT

In this paper the ideas of the advocates of popular language about children’s books are presented, as well as the effect these ideas exerted on the reading-books after the educational reformation of 1917. An evaluation of these ideas within the frame of the contemporary literary theory is attempted and the way these ideas were realized in the reading-books of the period 1917-1920 is investigated. A critical approach of these reading-books is also attempted, in order to redefine their position within the history of  the greek children’s literature.

The main conclusion of the above work is that the reading-books of the educational reformation of 1917 constitute the first significant stage in the history of the greek children’s literature and they greatly affected the development of  its contemporary identity.

1 ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

Οι απαρχές και η πορεία του ελληνικού παιδικού βιβλίου συμπίπτουν χρονικά με την ίδρυση και εξέλιξη του νεοελληνικού κράτους και η ταυτότητά του διαμορφώνεται για μεγάλο χρονικό διάστημα σε συνάφεια με την εκάστοτε κρατούσα ιδεολογία. Στους αιώνες που προηγήθηκαν της δημιουργίας του ανεξάρτητου κράτους τα βιβλία που θεωρήθηκαν κατάλληλα ως παιδικά αναγνώσματα ήταν λίγα. Στο σχολικό χώρο επικράτησαν κείμενα θρησκευτικού περιεχομένου, όπως η Οκτώηχος και το Ψαλτήρι (Κουλούρη, 1999:8), στο δε εξωσχολικό οι κάθε λογής Χρηστομάθειες και μύθοι, βιβλία που αξιοποιήθηκαν συχνά και ως σχολικά εγχειρίδια (Αναγνωστόπουλος, 2001:190-191).

Η Αλληλοδιδακτική μέθοδος διδασκαλίας, που εφαρμόστηκε από το 1830 καθιέρωσε το διδακτισμό, τον αυταρχισμό, τη στείρα και βασανιστική ηθική, στοιχεία που κατεύθυναν τα σχολικά βιβλία και παράλληλα μ’ αυτά και τα εξωσχολικά, τα οποία υποχρεώθηκαν κατά κάποιον τρόπο να υπακούν για μεγάλο χρονικό διάστημα μόνο στην παιδαγωγική σκοπιμότητα και να εξυπηρετούν ηθικές προθέσεις. Εξάλλου οι κοινωνικές και άλλες συνθήκες στης εποχής δεν επέτρεπαν στο παιδικό βιβλίο φιλελεύθερα ανοίγματα ή ρήξη με τη σχολική πρακτική (Αναγνωστόπουλος, 2001:38-39).

Μέχρι το 1880 η παρουσία βιβλίων είναι μάλλον φτωχή σε ποιότητα και ποσότητα και ξεχωρίζουν όσα εκδόθηκαν από το Σύλλογο προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων γύρω στο 1870, καθώς και Ο Γεροστάθης του Λ. Μελά (Κουλούρη, 1999:8), που με τον αφηγηματικό του χαρακτήρα οριοθετεί την αφετηρία της παιδικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα (Κατσίκη - Γκίβαλου, 2000:39).

Από το 1880, οι μεταβολές στο πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο οδηγούν στην επικράτηση νέων αντιλήψεων αγωγής, βασισμένων κυρίως στις παιδαγωγικές αρχές του Έρβαρτου. Το νέο εκπαιδευτικό πρότυπο δίνει έμφαση στην ηθική διαπαιδαγώγηση στη βάση της κλασικής αρχαιότητας και της ορθόδοξης πίστης. Στο χώρο του σχολικού βιβλίου κυριαρχούν οι Ροβινσωνιάδες με σαφώς συντηρητικότερο προσανατολισμό από το πρότυπό τους και ακόμη αναγνώσματα με θέματα από την Οδύσσεια και τον Ηρόδοτο, γραμμένα όλα σε άκαμπτη καθαρεύουσα (Κοντονή, 1997 : 121-123, 144). Όσον αφορά δε το εξωσχολικό παιδικό βιβλίο, διαφαίνεται κάποιο ενδιαφέρον για το παιδί. Και δεν πρόκειται μόνο για το παιδί - θέμα αλλά και για το παιδί - αναγνώστη, προς το οποίο θα στραφούν με ιδιαίτερη φροντίδα άριστοι ποιητές και πεζογράφοι (Μουλλάς, 1993:89). Σε γενικές γραμμές όμως, σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα το εξωσχολικό παιδικό ανάγνωσμα εξακολουθεί να παραμένει εγκλωβισμένο στους στόχους και την ιδεολογία του σχολικού βιβλίου, με εξαίρεση τα παιδικά ποιήματα του Α. Πάλλη (1889), όπου ο ποιητής παρουσιάζεται πρωτοπόρος μιας καινούργιας παιδαγωγικής, στηριγμένης στη συνείδηση της ιδιοτυπίας του παιδιού και στο σεβασμό των αναγκών του (Δημαράς Κ., 1987:366).

Αξίζει να σημειωθεί ότι την ίδια εποχή εμφανίζονται και τα πρώτα κείμενα για παιδιά στη δημοτική γλώσσα (Βιζυηνός, Κουρτίδης, Ξενόπουλος), ενταγμένα στο νέο πνεύμα του δημοτικιστικού κινήματος.

 

2.    ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΙΔΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΙΣΜΟΥ

Με την αυγή του 20ού αιώνα το δημοτικιστικό κίνημα απλώνει τις ρίζες του στο χώρο της εκπαίδευσης με την ανάπτυξη ενός έντονου προβληματισμού, ο οποίος ξεκινώντας από τη γλώσσα αγγίζει όλες τις πλευρές του εκπαιδευτικού συστήματος. Η εμφάνιση του εκπαιδευτικού δημοτικισμού ορίζεται με την έκδοση του βιβλίου του Φ. Φωτιάδη Το γλωσσικό ζήτημα και η εκπαιδευτική μας αναγέννησις, το 1902 στην Αθήνα (Τερζής, 1986: 8) και είχε ως αποτέλεσμα τη στροφή προς το παιδί και τη μόρφωσή του, στροφή που πρώτη φορά γινόταν επίσημα στη χώρα μας (Παπακώστας, 1989:35). Με το έργο αυτό τονίστηκε η αρχή, ότι κάθε εκπαιδευτική διαδικασία πρέπει να έχει αφετηρία το παιδί και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του, τα ενδιαφέροντα και τις δυνατότητές του (Παπακώστας, 1989: 56).

Έκτοτε από τους κύκλους του δημοτικισμού προβαλλόταν συχνά το αίτημα να γραφούν βιβλία που να ανταποκρίνονται στον ψυχικό κόσμο των παιδιών. Η έγνοια μαρτυρείται εκτός από τις προκηρύξεις στα δημοτικιστικά έντυπα και στις επιστολές που ανταλλάσσουν οι δημοτικιστές, στις οποίες εγγράφεται όλος ο προβληματισμός για το παιδικό βιβλίο (Δημαράς Α, 1999:11).

 Η πρώτη συλλογική κίνηση προς την κατεύθυνση αυτή προέρχεται από το Νουμά, το επίσημο όργανο των δημοτικιστών, που τον Ιανουάριο του 1905 προκηρύσσει διαγωνισμό για συγγραφή αναγνωσματαρίου. Οι υπογραμμισμένες φράσεις στο πρωτότυπο της προκήρυξης «ανθρωπινό και ρωμαίικο» δηλώνουν το νέο πνεύμα που πρέπει να διατρέχει το παιδικό βιβλίο. Στο βραβευμένο κείμενο διακρίνουμε το προσγειωμένο και ανάλαφρο ύφος καθώς και τα ενσωματωμένα στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού (Δημαράς Α., 1987). Παρόλο που δε λείπουν οι ηθικολογίες, αν συγκριθεί με τα αναγνωσματάρια της εποχής, διαφαίνεται αμέσως η στροφή που έχει συντελεστεί.

  Δυο χρόνια αργότερα, το 1907, και πάλι από τις στήλες του Νουμά ο Φ. Φωτιάδης δείχνοντας το ενδιαφέρον του για τη συγγραφή βιβλίων για παιδιά προκήρυξε διαγωνισμό για αναγνωστικά καλώντας τους ειδικούς να καταθέσουν τις απόψεις τους για τα είδη των βιβλίων και τον τρόπο με τον οποίο έπρεπε να συνταχθούν (Παπακώστας, 1989:78). Η ενέργεια αυτή δε βρήκε έμπρακτη ανταπόκριση και γι’ αυτό το Νοέμβριο του ίδιου έτους ο Φωτιάδης έστειλε ένα είδος εγκυκλίου σε αρκετούς από τους υποστηρικτές της Ιδέας, ζητώντας τη συνδρομή τους στη σύνταξη αναγνωστικών. Στην εγκύκλιο αποτυπώνονται οι νέες αρχές για τη συγγραφή των παιδικών βιβλίων συντεταγμένες με το πνεύμα του δημοτικισμού και αναφέρονται κυρίως στη διασύνδεση των κειμένων με τη σύγχρονη ζωή, με τα ενδιαφέροντα της παιδικής ηλικίας, με θέματα του άμεσου περιβάλλοντος του παιδιού και ακόμη δίνεται νέα διάσταση στο ζήτημα της ελληνικότητας, καθώς συνδέεται με την νέα ελληνική πραγματικότητα (Παπακώστας, 1989:80).

 Το περιεχόμενο της εγκυκλίου προκάλεσε το ενδιαφέρον και πυροδότησε ένα διάλογο ανάμεσα στους υποστηρικτές του εκπαιδευτικού δημοτικισμού, όπως προκύπτει από τις δημοσιευμένες σκέψεις τους στο Νουμά αλλά και από την αλληλογραφία τους.  Ιδιαίτερη σημασία παρουσιάζει το κείμενο του Κ. Παλαμά (Παλαμάς, 1908), στο οποίο δηλώνει πως η ενασχόληση με τη συγγραφή παιδικού βιβλίου θέλει «περισσά χαρίσματα» για να μιλήσεις του παιδιού σαν δάσκαλος μαζί και σαν ποιητής, για να περικλείει την αλήθεια και το όνειρο σ’ ένα επιδέξιο ταίριασμα, χωρίς άμεσους διδακτισμούς. Η ηθική θα βγαίνει μέσα από μια τέχνη πλαστική, και όπου εκτός από την αγάπη για την πατρίδα θα καλλιεργείται η αγάπη προς τις πατρίδες και η ιδέα του πολίτη θα διευρύνεται με την ενσωμάτωση της ιδέας του κοσμοπολίτη. Παρεμφερής είναι και η άποψη του Γληνού, ο οποίος δε συμφωνεί με την καλλιέργεια του σοβινισμού μέσα από τα παιδικά βιβλία και προτείνει αλλαγή στάσης προς τους γείτονες αλλά και νέα διαχείριση της ιστορικής μνήμης (Λευκοπατρίδης, 1956).

 Από την αλληλογραφία της Π. Δέλτα με τους εκπροσώπους του εκπαιδευτικού δημοτικισμού συνάγονται αρκετά στοιχεία για τη μορφή και το περιεχόμενο των παιδικών βιβλίων, τα οποία συγκροτούν μια ιδιαίτερη ποιητική για το είδος αυτό της Νεοελληνικής Γραμματείας. Για λόγους οικονομίας χρόνου, που προκύπτουν από τις συμβάσεις του συνεδρίου, θα παρουσιαστούν τα βασικά σημεία ης συζήτησης που αναπτύσσεται. Σύμφωνα μ’ αυτά το παιδικό βιβλίο πρέπει να ανταποκρίνεται στην αντιληπτική ικανότητα των παιδιών, να είναι διασκεδαστικό και ενδιαφέρον χωρίς ψυχρές ηθικολογίες και δασκαλισμούς. Κυριαρχούν τα παιδιά ως ήρωες που αντανακλούν τα χαρακτηριστικά της παιδικής ηλικίας. Επί πλέον πρέπει να αποφεύγονται οι ψυχογραφήσεις των ηρώων και οι σχοινοτενείς περιγραφές. Η πλοκή να είναι τοποθετημένη σε ελληνικό περιβάλλον, οικείο για τα παιδιά, να είναι απλή, χωρίς περιττά επεισόδια, με γοργή εξέλιξη γεμάτη κίνηση και δράση και πριμοδότηση του διαλόγου. Τέλος, να ξυπνά στο παιδί την αγάπη για τη ζωή και την αισιοδοξία (Λευκοπατρίδης, 1956).

 Σταθμό στην ιστορία του παιδικού βιβλίου αποτελούν οι δραστηριότητες του Εκπαιδευτικού Ομίλου (στο εξής Ε.Ο.), καθώς βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός του στο πλαίσιο της οραματιζόμενης εκπαιδευτικής αναγέννησης. Ήδη από το πρώτο τεύχος του Δελτίου του Ε.Ο. ανάμεσα στα ερωτήματα που τίθενται προς συζήτηση είναι και μερικά σχετικά με τα αναγνωστικά και αφορούν τη μορφή, το περιεχόμενο και την ιδεολογία τους. Κυρίαρχη αντίληψη κι εδώ είναι η ανταπόκριση των βιβλίων στα ενδιαφέροντα της παιδικής ηλικίας και η λογοτεχνικότητά τους (Δελτίο Ε.Ο., 1911:11).

 Το ενδιαφέρον του Ε.Ο. γα το παιδικό βιβλίο πιστοποιείται επίσης από την προκήρυξη διαγωνισμού για αλφαβητάριο το 1912 και ακόμη περισσότερο από την ίδρυση της Παιδικής Βιβλιοθήκης το 1913. Τόσο στην προκήρυξη (Δελτίο Ε.Ο., 1912:93) όσο και στο προγραμματικό κείμενο για τη Βιβλιοθήκη (Δελτίο Ε.Ο., 1913:216-231) διαφαίνεται το νέο πνεύμα και καθορίζονται οι νέες παιδαγωγικές κι αισθητικές αρχές που πρέπει να διέπουν τα κείμενα. Βασικά στοιχεία που συγκροτούν τα δύο κείμενα είναι η έμφαση στη λογοτεχνική αξία των παιδικών βιβλίων και ο επαναπροσδιορισμός της έννοιας της ελληνικότητας. Ο διαγωνισμός για το αλφαβητάριο δεν έφερε αποτέλεσμα, στο πλαίσιο όμως της Παιδικής Βιβλιοθήκης έγινε σημαντική δουλειά, καθώς από το 1913 μέχρι το 1920 εκδόθηκαν εννέα βιβλία (βλ. παράρτημα, πίνακας 1) και το όλο εγχείρημα έτυχε θερμής υποδοχής (Δημαράς Α., 1993:291-333).

 Αξιοσημείωτα ακόμη είναι δύο κείμενα που φιλοξενούνται στο Δελτίο του Ε.Ο, της Γ. Καζαντζάκη και της Π. Δέλτα. Στο πρώτο σχολιάζεται η έλλειψη ελληνικών παιδικών βιβλίων και προβάλλεται ως προτεραιότητα η ενασχόληση των συγγραφέων με το είδος εστιάζοντας στην ανάδειξη της ελληνικότητας, με στόχο τη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας  των παιδιών (Δελτίο Ε.Ο., 1913:216-231). Στο δεύτερο, η Π. Δέλτα, ασκώντας κριτική στα αναγνωστικά της εποχής, ελέγχει τον αντιπαιδαγωγικό τους χαρακτήρα και θεωρεί ως αναγκαία συνθήκη για την καλλιέργεια της φιλαναγνωσίας τη διασύνδεση της ανάγνωσης με την ευχαρίστηση (Δελτίο Ε.Ο., 1913:232-256). 

 Με τη μεταρρύθμιση του 1917 και την αξιοποίηση στο Υπουργείο Παιδείας των βασικών στελεχών του Ε.Ο. οι παιδαγωγικές και αισθητικές αρχές του εκπαιδευτικού δημοτικισμού βρήκαν την έκφρασή τους στην επίσημη πολιτική, το νέο πνεύμα της οποίας επικεντρώθηκε στα διδακτικά βιβλία (Δημαράς Α., 1987). Στο πρακτικό της επιτροπής για τη σύνταξη των αναγνωστικών αποτυπώνεται όλη η προβληματική για το παιδικό βιβλίο που διαμορφώθηκε τα προηγούμενα χρόνια από τους δημοτικιστικούς κύκλους. Το ενδιαφέρον των συντακτών επικεντρώνεται:

  1. στην ανταπόκριση των αναγνωστικών στην ηλικία και την ψυχική ανάπτυξη των παιδιών,

  2. στο ζωντανό ύφος των κειμένων,

  3. στη νέα διάσταση της θρησκευτικής, ηθικής και εθνικής αγωγής, απαλλαγμένης από δογματισμούς και κενή λογοκοπία,

  4. στο σύστημα ιδεών που θα πηγάζει από την ποικιλία και το πολυσύνθετο της πραγματικής ζωής και

  5. στη χιουμοριστική και αισιόδοξη διάσταση των βιβλίων (Δημαράς Α., 1987:90-96).

 Συγκρίνοντας τις απόψεις για τα παιδικά αναγνώσματα, που εκφράστηκαν σε ατομικό ή συλλογικό επίπεδο, με τις αρχές της σύγχρονης θεωρίας του παιδικού βιβλίου διαπιστώνει κανείς ότι αυτούσιες σχεδόν οι θέσεις των δημοτικιστών επαναδιατυπώνονται ως ειδολογικές συμβάσεις της σύγχρονης παιδικής λογοτεχνίας. Κατά συνέπεια μπορούμε να ισχυριστούμε ότι στις αρχές του 20ού αιώνα, στο πλαίσιο της φιλελεύθερης αστικής ιδεολογίας διαμορφώνεται μια νεωτεριστική ποιητική, η οποία μορφοποιείται στα αναγνωστικά της μεταρρύθμισης του 1917, όπως θα δείξω στη συνέχεια.

 

3.    ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΟΥ 1917 ΚΑΙ Η ΘΕΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Η υιοθέτηση από τον Ε.Ο. του ερβαρτιανού συστήματος συγγραφής αναγνωστικών με κύριο χαρακτηριστικό την ενιαία αφηγηματική δομή τους και την εστίαση στη λογοτεχνική τους αξία έδωσε την ευκαιρία σε δόκιμους λογοτέχνες να ασχοληθούν με τη συγγραφή αναγνωστικών, εκ των οποίων τα περισσότερα ανταποκρίνονται στα ειδολογικά χαρακτηριστικά του μυθιστορήματος (βλ. παράρτημα, πίνακας 2).

 Σ’ όλα τα αναγνωστικά - μυθιστορήματα πρωταγωνιστεί η παιδική ηλικία. Ακόμη και στο Διγενή Ακρίτα του Α. Καρκαβίτσα μεγάλο τμήμα της πλοκής σχετίζεται με τα παιδικά χρόνια του ήρωα. Τα παιδιά- ήρωες των κειμένων αυτών εμφανίζονται ως δρώντα υποκείμενα, που αυτενεργούν και διεκδικούν την ικανοποίηση των αναγκών τους. Η διαμόρφωση της ταυτότητας τους γίνεται μέσα από μια διαλεκτική σχέση με το περιβάλλον, στοιχείο που μας απομακρύνει από τα παθητικά εστιαζόμενα «εύτακτα παιδία» των προγενέστερων βιβλίων. Επιπλέον προβάλλεται η φωνή των παιδιών με τη χρήση του διαλόγου ως βασικού αφηγηματικού τρόπου έναντι της μονοφωνικής αφήγησης με άμεσο διδακτικό τόνο και εμφανή παιδοχειριστική πρόθεση των κειμένων του 19ου αιώνα. Πριμοδοτείται συνάμα το «δείχνω» σε σχέση με το «λέγω» (Μουλλάς, 1992:135), κοντολογίς η σκηνική παρουσίαση αντί της εκθετικής αφήγησης, στοιχείο που εναρμονίζεται με τα ενδιαφέροντα των παιδιών και εμφανίζεται με μεγάλη συχνότητα στα σύγχρονα παιδικά αναγνώσματα. Τέλος, πάμπολλα είναι τα χιουμοριστικά επεισόδια και όχι μόνο στα Ψηλά Βουνά αλλά και στα κείμενα που πραγματεύονται ιστορικά θέματα, σε όλα επίσης κυριαρχεί το απλό ύφος και η γρήγορη πλοκή.

 Σε γενικές γραμμές σ’ όλα τα αναγνώσματα εμφανίζονται πολλά από τα αφηγηματικά χαρακτηριστικά των σύγχρονων παιδικών βιβλίων, όπως αυτά περιγράφονται από τους θεωρητικούς εκπροσώπους του είδους (Χαντ, 2001:92).

 Τέλος, στο επίπεδο της ιδεολογίας τα αναγνωστικά της περιόδου αυτής δε συνθλίβονται κάτω από το ιδεολογικό βάρος του τριπτύχου: «πατρίς - θρησκεία - οικογένεια», κατάσταση στην οποία θα εγκλωβιστούν για μεγάλο χρονικό διάστημα τα βιβλία της μεταπολεμικής περιόδου (Φραγκουδάκη, 1978:144). Νέα επίσης διάσταση παίρνει η πραγμάτευση της ελληνικότητας με το νέο τρόπο θέασης της αρχαιότητας και τη στροφή προς τη νεοελληνική πραγματικότητα. Η νέα αυτή οπτική θα κυριαρχήσει και στο σύγχρονο παιδικό βιβλίο.

 Η θέση ακόμα του Ε.Ο. για την καλλιέργεια της φιλαναγνωσίας μέσα από την επαφή των παιδιών με ολόκληρα λογοτεχνικά έργα εμφανίζεται πρωτοποριακή, καθότι περικλείει εν σπέρματι σύγχρονες απόψεις για την προώθηση της λογοτεχνίας στο σχολείο (Αποστολίδου, Καπλάνη & Χοντολίδου, 2000).

 Τα στοιχεία αυτά ενισχύουν την άποψη ότι τα αναγνωστικά της μεταρρύθμισης του 1917 είναι οι πρόδρομοι του σύγχρονου παιδικού βιβλίου και η επανεμφάνιση αρκετών απ’  αυτά στις παιδικές προθήκες των βιβλιοπωλείων αποτελεί ένδειξη της διαχρονικότητάς τους.

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πίνακας 1

Παιδική Βιβλιοθήκη Ε.Ο.
  1.  Γιάννης Βλαχογιάννης, Μεγάλα Χρόνια, Αθήνα, 1913, Εστία

  2.  Π. Σ. Δέλτα, Για την Πατρίδα, Αθήνα, 1913, Εστία

  3.  Αδάμ, Από το χωριό μου, Αθήνα, 1913, Εστία

  4.  Κ. Έβαλτ, Τα Κοράλλια, μτφρ. Α. Δελμούζος, Αθήνα, 1913, Εστία

  5.  Κ. Έβαλτ, Παραμύθια, μτφρ. Α. Δελμούζος, Αθήνα, 1915, Εστία

  6. Π.Σ.Δέλτα, Παραμύθια και άλλα, Αθήνα, 1915, Εστία

  7. Ιστορίες του παλιού καιρού - Περσέας, Περσεφόνη, Διασκευή Λ. Ν. Ζαφίρη, Αθήνα, 1917, Εστία

  8. Ιουλία Δραγούμη, Όλοι μαζί, Αθήνα, 1919, Εστία

  9. Ιουλία Δραγούμη, Ο βάτραχος που βαριέται - και άλλες ιστορίες, Αθήνα, 1919, Εστία

  10. Ζ. Παπαντωνίου, Τα χελιδόνια, Αθήνα, 1920, Εστία 3

 

Πίνακας 2

Αναγνωστικά της μεταρρύθμισης του 1917 (της δημοτικής)

1917

Ε. Παπαμιχαήλ, Αλφαβητάριο (Μέρος α’ και β’ )

Ι. Συκώκης, Αλφαβητάριο (Μέρος α΄)

Α. Κουρτίδης, Ε. Παπαμιχαήλ, Πέτρος Λάρας (β’ δημοτικού)

Γ. Καζαντζάκη, Τρεις φίλοι (β’ δημοτικού)

 

1918

Α. Κουρτίδης, Α. Κονιδάρης, Γ. Καλαράς, Οδύσσεια (γ’ δημοτικού)

Α. Καρκαβίτσας, Ε. Παπαμιχαήλ, Αναγνωστικό ( γ’ δημοτικού)

Ζ. Παπαντωνίου, Τα ψηλά βουνά (γ’ δημοτικού)

 

1919

Συντακτική Επιτροπή, Αλφαβητάριο [με τον Ήλιο]

Α. Καρκαβίτσας, Ε. Παπαμιχαήλ, Η Πατρίδα μας (δ’ δημοτικού)

Α. Κουρτίδης, Γ. Κονιδάρης, Στα παλιά τα χρόνια (δ’ δημοτικού)

Α. Καρκαβίτσας, Ε. Παπαμιχαήλ, Διγενής Ακρίτας (ε’ δημοτικού)

 

Από άρθρο του Α. Δημαρά στο αφιέρωμα για τα Αναγνωστικά του περιοδικού Επτά Ημέρες της Καθημερινής, 7-2-1999

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Αναγνωστόπουλος, Β. (2001) Ιδεολογία και παιδική Λογοτεχνία (τόμος 1ος). (Αθήνα, Καστανιώτης).

Αποστολίδου Β., Καπλάνη Β., Χοντολίδου Ε. (επιμ.) (2000) Διαβάζοντας Λογοτεχνία στο Σχολείο. (Αθήνα, εκδ. Τυπωθήτω).

Δελτίο Εκπαιδευτικού Ομίλου, τ. 1/1911, τ.2/1912,  τ.3/1913.

Δημαράς, Α. (επιμ.) (1987) Το Αλφαβητάρι με τον Ήλιο. (Αθήνα, εκδ. Ερμής).

Δημαράς, Α. (1993) ‘Βιβλία για τα Ελληνόπουλα: Η Παιδική Βιβλιοθήκη του Εκπαιδευτικού Ομίλου’, Μνημοσύνης Θρέμματα, Αφιέρωμα στη μνήμη του Αντώνη Μωραΐτη, σσ. 291 - 333. (Αθήνα, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής παιδείας).

Δημαράς, Α. (1999) ‘Οι μεταρρυθμίσεις του Εκπαιδευτικού Ομίλου και τα αναγνωστικά της δημοτικής στις αρχές του αιώνα’, περ. Επτά Ημέρες, Εφ. Καθημερινή (φύλλο 7ης Φεβ. 1999).

Δημαράς, Κ. (1987) Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. (Αθήνα, Ίκαρος).

Κατσίκη - Γκίβαλου, Α. (2000) ‘Λογοτεχνία για παιδιά: Από τον ηθικό λόγο και τη διδαχή στην τέρψη και την απόλαυση της ανάγνωσης (19ος - 20ος αι.)’, Περίπλους, τ. 49.

Κοντονή, Α. (1997) Το νεοελληνικό σχολείο και ο πολιτικός ρόλος των παιδαγωγικών συστημάτων. (Αθήνα, εκδ. Κριτική).

Κουλούρη, Χ. (1999) ‘Ιστορική γνώση και ηθικός φρονηματισμός στα αναγνωστικά βιβλία του 19ου αιώνα’, περ. Επτά Ημέρες, Εφ. Καθημερινή (φύλλο 7ης Φεβ. 1999).

Λευκοπατρίδης, Ξ. (επιμ.) (1956) Αλληλογραφία της Π.Σ. Δέλτα (1906-1940). (Αθήνα, εκδ. Εστία).

Μουλλάς, Π. (1992) Παλίμψηστα και μη. Κριτικά Δοκίμια. (Αθήνα, εκδ. Στιγμή).    (1993) Ρήξεις και Συνέχειες. (Αθήνα, εκδ. Σοκόλη).

Παλαμάς, Κ. (1908) ‘Βιβλία για τα παιδιά’, Νουμάς, τομ.312, σελ.1-3, τομ.313, σελ.2-3.

Παπακώστας, Γ. (1989) Ο Φώτης Φωτιάδης και το «Αδερφάτο της εθνικής γλώσσας». (Αθήνα, εκδ. Εστία).

Τερζής, Ν. (1986) Η Παιδαγωγική του Αλέξανδρου Δελμούζου. (Θεσσαλονίκη, εκδ. Κυριακίδη).

Φραγκουδάκη, Α. (1978) Τα αναγνωστικά του δημοτικού σχολείου. (Αθήνα, εκδ. Θεμέλιο).

Χάντ, Π. (2001) Κριτική, Θεωρία και Παιδική Λογοτεχνία. (Αθήνα, εκδ. Πατάκη).

 

 

 

Copyright 2003 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ  ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ