Η παιδεία του πολίτη στο παράδειγμα των μεταρρυθμίσεων

1913, 1964, 1976,1985 και 1997/98.

  Σήφης ΜΠΟΥΖΑΚΗΣ

Καθηγητής

Πανεπιστήμιο Πατρών

Πάτρα, Ελλάδα

Bouzakis@upatras.gr

Ο ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: Ιστορικές καταβολές

Ο λόγος περί παιδείας του πολίτη έχει τη δική του ιστορία και μας παραπέμπει στην αρχαία Ελλάδα. Εξάλλου, όπως σημειώνει ο Jager στο τρίτομο έργο του με τίτλο «Παιδεία», ο μοναδικός πολιτισμός που έκανε αποκλειστικό άξονά του την παιδεία, τη μόρφωση των νέων ανθρώπων, την περιαγωγή της ψυχής, είναι ο ελληνικός (Παπανούτσος: 1964). Οι άλλοι πολιτισμοί έβαλαν ως σκοπό τους να σώσουν την υλική και την ψυχική υπόσταση του ανθρώπου, πώς να λυτρώσουν ψυχικά τον άνθρωπο. Τα ερωτήματα, λοιπόν, ποια παιδεία, ποιος πολίτης, για ποια πολιτεία είναι πολύ παλιά, αλλά ξανατίθενται και στις μέρες μας. Έτσι, το ερώτημα τι τύπο ανθρώπου θέλουμε να φτιάξουμε και για ποιον τύπο κοινωνίας τον προορίζουμε παραμένει πάντα επίκαιρο. Ο Αριστοτέλης, θέτει για την έννοια του πολίτη ένα διττό ερώτημα: «τινα χρη καλείν πολίτην» (Αριστ., Πολιτ., 1275 α1) και «και τις ο πολίτης εστίν σκεπτέον» (στο ίδιο, 1275 α1-2). Ο ίδιος βέβαια διαφοροποιεί τον πολίτη στο δημοκρατικό και στο ολιγαρχικό πολίτευμα: «ου γαρ τον αυτόν ομολογούσι πάντες είναι πολίτης× έστι γαρ τις ός εν δημοκρατία πολίτης ών εν ολιγαρχία πολλάκις ουκ έστι πολίτης» (στα ίδια 1275 α2-5). Και συμπληρώνει, συνδέοντας λειτουργικά την ιδιότητα του πολίτη με τη δημοκρατία: «εν μεν δημοκρατία μάλιστα εστι πολίτης, εν δε ταις άλλαις ενδέχεται μεν, ου μην αναγκαίον». Ο Αριστοτέλης, δηλαδή, δίνει στον πολίτη την ιδιότητα του μετέχειν στα κοινά (Δελλής:       2000) «…πολίτης δ’ απλώς ουδενί των άλλων ορίζεται μάλλον ή του μετέχειν κρίσεως και αρχής». Στο Δημόκριτο η έννοια του πολίτη ήταν συνυφασμένη με την πνευματική καλλιέργεια και την αγωγή. Ο πολίτης υποστηρίζει ο Δημόκριτος πρέπει να χαρακτηρίζεται από την «ευξείνετον οξυδερκείη» (Β 119).

 

ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ

Με βάση το παραπάνω ιστορικό υπόβαθρο θελήσαμε να απαντήσουμε σε τούτο το ερώτημα: Απασχόλησαν άραγε, στην περίοδο που επιχειρείται η εδραίωση του νεοελληνικού κράτους –και συγκεκριμένα τον 20ο αιώνα- τέτοια ερωτήματα τους μεταρρυθμιστές που δοκίμασαν να θεσμοθετήσουν ένα αστικό δημοκρατικό σχολείο σε μια αστική δημοκρατική πολιτεία; (Φραγκουδάκη: 1977) Τους απασχόλησαν δηλαδή ερωτήματα της μορφής ποια παιδεία, ποιος πολίτης, για ποια πολιτεία; Ποιες έννοιες παιδείας του πολίτη αναπτύχθηκαν κατά την εξεταζόμενη περίοδο; Υπάρχουν κοινές παραδοχές και κοινοί προσανατολισμοί; Αν ναι ή όχι, γιατί;

 

ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑΣ-ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΔΟΧΕΣ

Για να απαντήσουμε στα παραπάνω ερωτήματα στηριχθήκαμε στο λόγο περί παιδείας, όπως αυτός αποτυπώνεται στα μεταρρυθμιστικά κείμενα (ρητορική της μεταρρύθμισης-Popkewitz: 1988) των επεισοδίων του 1913, του 1964, του 1976, του 1985 και του 1997-98. Είναι τα επεισόδια που συνδέονται με τρία ουσιαστικά ρεύματα ή εκπαιδευτικές πολιτικές: το αστικοδημοκρατικό, το συντηρητικό και το κοινωνιομεταρρυθμιστικό (Πυργιωτάκης: 1991, Χαραλάμπους:1990, Προβατά: 2002, Μπουζάκης: 1991). Πρόκειται στις πιο πολλές περιπτώσεις για το γνωστό στη διεθνή ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ φιλελεύθερο λειτουργικό παράδειγμα που μπορεί να αναλυθεί στο θεωρητικό πλαίσιο του κλασικού φιλελευθερισμού (Καζαμίας: 1986).

Η προσέγγιση του θέματός μας θα γίνει με την ανάλυση του ρηματικού λόγου (discourse), όπως εκφράστηκε στα σχετικά ιστορικά ντοκουμέντα των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών των ετών 1913, 1964, 1977, 1985 και 1997/98 (Εισηγητικές Εκθέσεις Νομοσχεδίων, Προεδρικά Διατάγματα, Νόμους, συζητήσεις στη Βουλή και τη Γερουσία).

Το εκπαιδευτικό σύστημα ως μορφωτικός – εκπαιδευτικός φορέας, δεχόμαστε ότι είναι δημιούργημα της αστικής τάξης. Στη συνέχεια το εθνικό κράτος με τη βοήθεια της θεσμοθετημένης αγωγής επιδίωξε να επιτύχει πολιτική σταθερότητα με την καλλιέργεια του εθνικού κοινωνικού κορμού μέσα από τη μετάδοση της κυρίαρχης ιδεολογίας, των κυρίαρχων, κοινωνικά αποδεκτών προτύπων. Αυτή η ιδεολογική διάσταση ήταν ιδιαίτερα έντονη στην ελληνική περίπτωση με την περιπετειώδη πορεία της εθνικής ολοκλήρωσης και με μια αστική τάξη νόθα εξαρτημένη και μεταπρατική (Τσουκαλάς: 1987). Έτσι το εκπαιδευτικό σύστημα θα αποτελέσει το κάτ’ εξοχήν εθνικό, πολιτικό και κοινωνικό εργαλείο του έθνους-κράτους στην προσπάθειά του να διαμορφώσει τη συλλογική ταυτότητα, τον κοινωνικό ιστό, την εθνική συνείδηση των πολιτών του. Το έθνος-κράτος με όπλο τον απόλυτο κρατικό έλεγχο πάνω στο εκπαιδευτικό σύστημα αναγορεύεται σε «εθνικό παιδαγωγό» και «κοινωνικό λειτουργό» προκειμένου να διαμορφώσει τον πολίτη που το ίδιο κάθε φορά είχει ανάγκη σύμφωνα με τους ιδεολογικούς πολιτικούς προσανατολισμούς εκείνων των δυνάμεων που σε κάθε χρονική στιγμή εκφράζονταν κυριαρχικά στο επίπεδο του κράτους.

 

ΤΑ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΙΚΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ

Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΤΟΥ 1913

Στην πρώτη ανολοκλήρωτη μεταρρυθμιστική προσπάθεια του περασμένου αιώνα, αυτήν του 1913, οι αναφορές στην παιδεία του πολίτη στα πολυσέλιδα μεταρρυθμιστικά κείμενα (γενική εισηγητική έκθεση, επτά αιτιολογικές εκθέσεις, πρακτικά Βουλής και Γερουσίας) είναι πολλές. Η κοινωνικοποίηση και πολιτικοποίηση του πολίτη του έθνους κράτους που διαμορφώνεται με την εγχάραξη των κυρίαρχων αξιών αποτελεί την πρώτη προτεραιότητα. Αναφέρει σχετική η γνωστή γενική εισηγητική έκθεση των νομοσχεδίων: «να μεταρρυμισθεί η εκπαίδευσις κατά τοιούτον τρόπον ώστε αι εμφυται αρεταί και αι πνευματικαί και ηθικαί δυνάμεις … να καλλιεργώνται και να κατευθύνονται σκοπίμως εις εδραίωσιν κοινωνικού και πολιτικού βίου…» (Μπουζάκης: 2002, σ. 494). Γίνεται λόγος για νέα παιδεία στη νέα Ελλάδα: «η νέα παιδεία θα αποτελέσει το σταθερό βάθρον του πολιτισμού της νέας Ελλάδος» (στο ίδιο, σ. 495).

Στην παραπάνω έκθεση περιγράφεται ακόμη το πού οφείλει να ανήκει ο πολίτης που θα πρέπει να διαμορφωθεί από το εκπαιδευτικό σύστημα: «το άτομον είναι κατά πρώτιστον λόγον άνθρωπος μέλος ορισμένης θρησκευτικής κοινότητος και έθνους, άμα δε και πολίτης ωρισμένου κράτους» (στο ίδιο). Γι’ αυτόν τον πολίτη με τα παραπάνω «ανήκειν», η «αγωγή πρέπει να είναι δια πάντας η αυτή ηθική, εθνική και θρησκευτική» (οι υπογραμμίσεις δικές μας). Η στόχευση της ηθικής, θρησκευτικής και εθνικής αγωγής «δια πάντα άθρωπον πολίτην» υπογραμμίζεται ότι αποτελεί τον βασικό στόχο τόσο του δημοτικού σχολείου όσο και των σχολείων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (στο ίδιο).

 

Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΤΟΥ 1964

Στη μεταρρυθμιστική προσπάθεια του 1964 οι αναφορές στην παιδεία και τον πολίτη είναι πάμπολλες. Ήδη από το 1963 στις εξαγγελίες του Γ. Παπανδρέου για την παιδεία περιγράφεται ο τύπος πολίτη στον οποίο στοχεύει η προαναγγελθείσα μεταρρύθμιση του 1964: «Ελεύθερους, έντιμους και γενναίους πολίτας καλούνται να δώσουν εις την κοινωνίαν τα σχολεία. Αυτούς που ζητούν οι δύσκολοι χρόνοι και το δημοκρατικόν μας πολίτευμα» (Μπουζάκης: 1997, σ. 13). Ο υφυπουργός παιδείας Λ. Ακρίτας θα συνδέσει τους στόχους της παιδείας στην Αρχαία Ελλάδα με τους στόχους της παιδείας στη σύγχρονη Ελλάδα, την  Ελλάδα που βλέπει να ανοίγεται στην Ευρώπη και τον κόσμο. Από τον πολίτη του μικρού άστεως με τους χιλιάδες των ελεύθερων πολιτών της Αρχαίας Ελλάδας, ο Ακρίτας οραματίζεται το πέρασμα στον πολίτη του έθνους κράτους, τον πολίτη της Ευρώπης, τον πολίτη της οικουμένης. Οι σχετικές αναφορές του εμπεριέχουν τη ματιά της μετάβασης. «…τα 10 εκ. των Ελλήνων μέσα εις τα νέα μεγάλα σχήματα τα οποία διασταυρώνονται εις τον χώρον της Ευρώπης και μεθαύριον εις τον πλανήτην, είναι δυνατόν να παίξουν έναν αληθινόν αποφασιστικόν ρόλον ως και εις την παλαιάν εποχήν το Αστυ, το μικρόν Αστυ των χιλιάδων ελεύθερων πολιτών …» (Μπουζάκης: 1999, σ. 380). Και με εθνική υπεραισιοδοξία τονίζει: «Ο Ελληνισμός μπορεί να παίξει τον μεγάλον ρόλον του παλαιού άστεως μέσα εις τον σύγχρονον κόσμον…Όταν μπαίνουμε λοιπόν μέσα εις τον χώρον της Ευρώπης μπαίνομε όρθιοι σαν άνθρωποι, οι οποίοι υπήρξαμε πάντοτε πρόμαχοι της ελευθερίας. Και αυτό είναι μία από τις μεγαλύτερες προσφορές τις οποίες έχομε να δώσωμε σήμερα εις την Ευρώπην» (στο ίδιο, σ.380). Και σε άλλο σημείο θα περιγράψει το δικό του όραμα για την Ελλάδα που ξανοίγεται: «Θέλομε την Ελλάδα να την κάνωμε Ευρώπη και την Ευρώπη να την κάνωμε Ελλάδα και την Ελλάδα- Ευρώπη να την κάνωμε κόσμο» (στο ίδιο, σ. 382).

Το ζητούμενο, επομένως, των μεταρρυθμίσεων του ’64 για τον πολίτη δεν είναι πια ο πολίτης της μικρής Ελλάδας, αλλά ο πολίτης της ευρύτερης κοινότητας. Γράφει ο Ε.Π. «Το Γυμνάσιον, το ελληνικόν Γυμνάσιον, το ελληνικόν λύκειον είναι το σχολείο εκείνο το οποίον θα μας δημιουργήσει τον πολίτην της Ελλάδος, τον πολίτην της Ευρώπης» (Παπανούτσος: 1964). Και όταν εδώ γίνεται λόγος για τον πολίτη, είναι προφανείς οι Αριστοτελικές επιρροές, αφού γίνεται λόγος για τον πολίτη της δημοκρατίας και όχι της δικτατορίας: «Δεν θα δημιουργήσουμε τον άψυχο πολίτην, τον σκληρόν πολίτην, ο οποίος θα ακούση την κραυγήν του πρώτου δικτάτορος …. πρέπει πρώτα κι απ’ όλα η Παιδεία η Ελληνική, η Ευρωπαϊκή Παιδεία να δημιουργήσει ελεύθερους ανθρώπους και όχι δικτατορικούς πολίτας» (στο ίδιο). Γι’ αυτό και προσκαλεί τους δασκάλους να γίνουν «δάσκαλοι του πολιτισμού. Δάσκαλοι ενός πολιτισμού, όλου του πολιτισμού της γης, όχι ειδικά του ελληνικού πολιτισμού» (στο ίδιο).

 Τη νέα ματιά για το ρόλο της ελληνικής παιδείας στις νεοδιαμορφούμενες συνθήκες ενός έθνους κράτους που θα πρέπει να ενταχθεί σε υπερεθνικά σχήματα περιγράφει ο πρωτεργάτης της μεταρρύθμισης του 1964 Ε. Παπανούτσος ως εξής: «Στην ιστορία της Ελληνικής Παιδείας στο «Π» κεφάλαιο, επομένως στην ιστορία του πολιτισμού του πανάρχαιου που από τούτα εδώ τα χώματα φύτρωσε, μεγάλωσε και άνθησε ξεχώρισαν δύο τρόποι προοπτικής, δύο ματιές: Η ματιά των Αθηνών και η ματιά της Σπάρτης, η ματιά του Ισοκράτη και η ματιά του Δημοσθένη, η ματιά του Ελληνικού κλειστού χώρου και η ματιά του Ελληνικού ανοιχτού χώρου. Το ένα βλέμμα είχε προσηλωθεί στα ελληνικά χώματα ενώ το άλλο βλέμμα που υπερακόντιζε τα ελλαδικά χώματα και έβλεπε την Ελλάδα πέρα από αυτά τα στενά γεωγραφικά όρια σα μια υπόθεση μεγάλου, ανοιχτού πόντου» (στο ίδιο).

Αυτή την παιδεία ενός νέου τύπου πολίτη οραματίζεται ο Ε. Παπανούτσος: «μία παιδεία όχι του στενού ελλαδικού χώρου αλλά μια παιδεία ελληνική αυτή του ανοιχτού μεγάλου πόντου. Έναν νέο τύπο Έλληνα πάει να φτιάξει ο νόμος»  (στο ίδιο). Και θα συνεχίσει «το βάθος κάθε νόμου για την παιδεία δεν είναι μόνο οι διατάξεις, εδώ θα γίνει τούτο, εκεί θα γίνει το άλλο, αλλά είναι ποιον τύπο ανθρώπου, ποιον τύπο Έλληνα έχει στο όραμά του ο νομοθέτης» (στο ίδιο). Απώτερος σκοπός της παιδείας του νομοθετήματος του ’64 είναι η διαμόρφωση της προσωπικότητας του παιδιού μέσα από τη γνωριμία των αγαθών και αξιών της κλασικής παιδείας: «Εξευγένισε την προσωπικότητα των παιδιών σου, καθώς θα την βάλης να γνωρίση, να αφομοιώση τα αγαθά της αρχαίας κλασσικής παιδείας» θα είναι το μήνυμα του Ε. Π. στους καθηγητές (στο ίδιο).

 

Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΤΟΥ 1976

Στα μεταρρυθμιστικά κείμενα του Ν. 309/76, που προέρχονται από το εξευρωπαϊσμένο συντηρητικό ρεύμα, είναι διακριτές οι διαφορές αναφορικά με τη μεταρρύθμιση του 1964, σε σχέση με το εξεταζόμενο θέμα, την παιδεία του πολίτη. Στο σύνταγμα, βέβαια, του 1975 σηματοδοτείται ήδη μία σημαντική στροφή αφού η έννοια της ελληνοχριστιανικής συνείδησης αντικαθίσταται από τις έννοιες εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης καθώς και τη διάπλαση, ελεύθερων και υπεύθυνων πολιτών (αρ. 16, παρ. 3).  Είναι αξιοσημείωτο ότι παρά τη συνταγματική κατοχύρωση της στροφής αυτής, στην εισηγητική έκθεση του Ν.309, κείμενο που αποτυπώνει τον προσανατολισμό των μεταρρυθμιστών του 1976, οι έννοιες παιδεία και πολίτης δεν συναντώνται ούτε μια φορά. Κυρίαρχος τώρα είναι ο εθνικός και θρησκευτικός προσανατολισμός. Τα σχετικά κείμενα είναι εύγλωττα. Σκοπός του δημοτικού σχολείου, σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του Ν.309, είναι τα παιδιά να αποκτήσουν τις βάσεις της θρησκευτικής, εθνικής, πολιτιστικής, ανθρωπιστικής, ηθικής και φυσικής αγωγής. Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι στόχοι του Γυμνασίου επιδιώκει την «εμπέδωσιν ακμαίου εθνικού, θρησκευτικού και ηθικού φρονήματος» και του Λυκείου που στοχεύει στην «περαιτέρω τόνωσιν του εθνικού, θρησκευτικού και ηθικού φρονήματος των μαθητών» (Μπουζάκης: 2002, σ.272). Τέτοιες, βέβαια, διατυπώσεις υπάρχουν πάμπολλες και σε παλαιότερα κείμενα συντηρητικού προσανατολισμού.

Οι έννοιες, βέβαια, παιδεία- πολίτης, χρησιμοποιούνται από τον αγορητή της Ν.Δ. στη Βουλή, όπου θα υπογραμμίσει: «Παιδείαν αληθινήν, ικανήν να ανταποκριθεί εις τας ανυσηχίας και τους πόθους των σημερινών νέων, παιδείαν που δημιουργεί ανθρώπους ελεύθερους, γεμάτους από αρετήν και τόλμην, πολίτας με υψηλόν φρόνημα» (στο ίδιο, σ. 282). Ακόμη θα κάνει λόγο «δια το μέλλον του τόπου μας, που επιζητεί τον φωτισμόν και την προκοπήν ελεύθερου του έθνους» (στο ίδιο).

Και στη Βουλή, πάντως, η ρητορική της μεταρρύθμισης κινείται μέσα στα στενά εθνοκεντρικά πλαίσια, σε αντίθεση με τα κείμενα του 1964, όπου, όπως είδαμε, γίνεται λόγος για τον πολίτη της Ελλάδας, της Ευρώπης, της οικουμένης. Και είναι, βέβαια, εύλογη η απορία πώς δε συμβαίνει αυτό αφού ήδη έχει δρομολογηθεί η ένταξη της χώρας στον ευρωπαϊκό κορμό.

 

Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΤΟΥ 1985

Στα μεταρρυθμιστικά κείμενα του 1985 επανεμφανίζονται οι έννοιες παιδεία – μόρφωση σηματοδοτώντας τον λεκτικό επαναπροσα-νατολισμό της ελληνικής εκπαιδευτικής πολιτικής: «Η παιδεία δεν είναι μόνο επενδυτικό αγαθό, αλλά ταυτόχρονα και αυτοσκοπός. Η μόρφωση είναι αγαθό, το οποίο η πολιτεία οφείλει να μη στερήσει από κανένα» υπογραμμίζεται ήδη στις πρώτες γραμμές της εισηγητικής έκθεσής του Ν. 1566/85 (στο ίδιο, σ. 457). Παράλληλα, παρατηρείται έμμεση παρουσία του ηθικοθρησκευτικού και εθνικού προσανατολισμού της παιδείας, ενώ έμφαση δίνεται νέες έννοιες που αφορούν στο άτομο, την προσωπικότητα: ολοκληρωμένος καθολικός άνθρωπος, κοινωνικοποίηση, κριτική σκέψη, κοινωνικός ανθρωπισμός, διαπροσωπικές σχέσεις, σύγχρονη γνώση, κοινωνική λειτουργία, κατανόηση, συντροφικότητα, συνεργασία.

Ο Ν. 1566 είναι ο μόνος μεταρρυθμιστικός νόμος του 20ού αιώνα που διαθέτει θεωρητικό πλαίσιο σε ειδική ενότητα του σχεδίου με σχετικό τίτλο. Σ’ αυτό, η  εκπαίδευση θεωρείται βασική λειτουργία με κύριο σκοπό «τη διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου και καθολικού ανθρώπου σε σχέση με τον εαυτό του….με την κοινωνία…..με τη γνώση, με το έθνος….με τους συνανθρώπους κάθε φυλής» (στο ίδιο, σ. 461). Ακόμη, με την εκπαίδευση επιδιώκεται η κοινωνικοποίηση του παιδιού, η ανάπτυξη της ικανότητας για επίλυση προβλημάτων και της κριτικής σκέψης….ο κοινωνικός ανθρωπισμός, που είναι σπουδή και βίωση, …..πράξη και οραματισμός του μέλλοντος του ανθρώπου…..που ενστερνίζεται την υποχρέωση να σκέπτεται κριτικά…….να προβάλλει τις αρετές της συλλογικότητας, του αλληλοσεβασμού και της αλληλεγγύης προς τα άτομα και τους λαούς (στο ίδιο).

 

Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΤΟΥ 1997/98

 Και στην τελευταία μεταρρυθμιστική προσπάθεια μέσα στα πρωτογενή κείμενα ανιχνεύονται οι κυρίαρχες για την παιδεία του πολίτη αντιλήψεις. Υπογραμμίζεται το δικαίωμα του Έλληνα πολίτη για «ανοιχτή και ισότιμη πρόσβαση σε παιδεία υψηλής ποιότητας», ενώ πρωτοεμφανίζεται η έννοια της κατάρτισης, αφού ως στόχος για τη μεταλυκειακή εκπαίδευση δηλώνεται η «μεταδευτεροβάθμια κατάρτιση, ανοιχτή στους Έλληνες πολίτες» (στο ίδιο, σ. 675). Ακόμη, γίνεται λόγος για μια εκπαίδευση δημοκρατική στηριγμένη στις αρχές της ανθρωπιστικής παιδείας, αλλά ταυτόχρονα ικανής να προετοιμάσει τους πολίτες ώστε να είναι ικανοί να αντιμετωπίσουν την πρόκληση και τον ανταγωνισμό (στο ίδιο). Νέοι όροι είναι η υιοθέτηση της διαπολιτισμικής αγωγής (σεβασμός στη διαφορά και τις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες των ατόμων), η κατανόηση του διεθνούς περιβάλλοντος.

Η σύγχρονη παιδεία για τους μεταρρυθμιστές του 1997/98 συνδέεται με τον ανταγωνισμό «…παιδεία που θα δώσει την αναγκαία ανταγωγιστικότητα στην Ελλάδα, να ανταγωνισθεί τα άλλα έθνη σε μία εποχή των κοινωνιών της πληροφορίας στην κοινωνία της γνώσης» (σ. 713) σε μία «δια βίου εκπαίδευση» (στο ίδιο, σ. 713).

 

ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ – ΕΡΜΗΝΕΙΑ

Μια κριτική – συγκριτική ματιά στο λόγο περί παιδείας των μεταρρυθμιστικών επεισοδίων αποτυπώνονται στον παρακάτω πίνακα με τις κυρίαρχες για κάθε επεισόδιο έννοιες-κλειδιά:

 

Επεισόδιο

Έννοιες-Κλειδιά

 

 

 

1913

  •  «νέα παιδεία, σταθερό βάθρο πολιτισμού»

  • «άνθρωπος, μέλος ορισμένης θρησκευτικής κοινότητας και έθνους»

  •  «πολίτης ορισμένου κράτους»

  • «αγωγή, ηθική, εθνική και θρησκευτική»

  • «μόρφωση πάντων των πολιτών»

  • «Παιδεία του λαού»

  • «Αγωγή πολιτών»

 

 

1964

  • «Ελεύθερους, έντιμους, γενναίους πολίτας»

  •  «Πολίτης της Ελλάδος-Πολίτης της Ευρώπης»

  •  «Η Παιδεία, η Ελληνική, πρέπει να δημιουργήσει ελεύθερους ανθρώπους και όχι δικτατορικούς πολίτας»

  • «Έναν νέο τύπο Έλληνα πάει να φτιάξει ο νόμος»

 

1976

  •  Κυριαρχία ηθικοθρησκευτικού και εθνικού στοιχείου: «εμπέδωσιν ακμαίου, εθνικού, θρησκευτικού και ηθικού φρονήματος»

  •  «Παιδεία που δημιουργεί ανθρώπους ελεύθερους, γεμάτους από αρετήν και τόλμην, πολίτας με υψηλόν φρόνημα»

 

 

 

1985

  • «ολοκληρωμένος καθολικός άνθρωπος»

  • «κοινωνικοποίηση»

  • «κριτική σκέψη»

  • «κοινωνικός ανθρωπισμός»

  • «κατανόηση»

  • «συντροφικότητα»

  • «συνεργασία»

 

 

 

1997/98

  • «δικαίωμα του Έλληνα πολίτη για ανοιχτή πρόσβαση σε παιδεία υψηλής ποιότητας»

  •  «κατάρτιση ανοιχτή στους πολίτες»

  • «κατανόηση διεθνούς περιβάλλοντος»

  • «αρχές ανθρωπιστικής Παιδείας»-«πρόκληση ανταγωνισμού»

  • «παιδεία για την κοινωνία της γνώσης και της πληροφορίας»

  •  «δια βίου εκπαίδευση»

 

             Από τον παραπάνω πίνακα και από όσα παρουσιάσαμε στις προηγούμενες ενότητες της ανακοίνωσης αυτής, μπορούμε να καταλήξουμε στα παρακάτω συμπεράσματα:

  • Είναι γνωστό ότι όλες οι παραπάνω μεταρρυθμιστικές προσπάθειες, διακρίνονται από πολλά κοινά σημεία ως προς το ιδεολογικό και εννοιολογικό τους υπόβαθρο, διέπονται από ορισμένες ιδεολογικές σταθερές: το σχολείο είναι βασικός μοχλός κοινωνικοποίησης/πολιτικοποίησης/αγωγής συμβάλλει ουσιαστικά στην οικονομική ανάπτυξη και προωθεί την κοινωνική δικαιοσύνη. Οι προσπάθειες αυτές έχει επιχειρηθεί να ερμηνευθούν στο ευρύτερο πλαίσιο του λειτουργικού–φιλελεύθερου παραδείγματος (Καζαμίας: 1986, Κασσωτάκης: 1986).

  • Ο λόγος περί παιδείας στα εν λόγω μεταρρυθμιστικά κείμενα παρά το κοινό ιδεολογικοπολιτικό υπόβαθρο, έχει σαφείς και διακριτές διαφορές. Γι’ αυτό, η αντίληψη που προκύπτει από τις γενικεύσεις και ομαδοποιήσεις – ομογενοποιήσεις των ερμηνευτικών σχημάτων, που δίνουν την εντύπωση ότι κάθε μεταρρύθμιση είναι κλώνος της/ των προηγούμενης/νων δεν είναι ορθή. Αυτό ιδιαίτερα σε μία χώρα με ταραγμένο πολιτικό και συνακόλουθα εκπαιδευτικό τοπίο.

  • Στο επεισόδιο του 1913 κυριαρχούν οι έννοιες νέα παιδεία, πολίτης ορισμένου κράτους, αγωγή πολιτών, ηθική-εθνική-θρησκευτική αγωγή.

  • Στο επεισόδιο του 1964 το ερώτημα ποια παιδεία, για ποιον πολίτη, για ποια πολιτεία, απαντάται πολλές φορές. Το βάρος δίνεται στον πολίτη της δημοκρατίας, στον πολίτη του στενού ελλαδικού χώρου, του έθνους – κράτους αλλά και στην παιδεία του πολίτη της Ευρώπης, της οικουμένης. Στον πολίτη, της δημοκρατίας δίνεται μεγαλύτερη έμφαση γιατί το πολιτικό σκηνικό έχει αλλάξει μετά από ένα μακροχρόνιο συντηρητικό διάλειμμα, ενώ η ματιά στην Ευρώπη έχει προφανώς να κάνει και με την σύνδεση της χώρας το 1961 με την τότε ΕΟΚ.

  •  Στο επεισόδιο του 1976 ο προσανατολισμός, το πρότυπο πολίτη που επιδιώκεται, παρά τον περιορισμένο εξευρωπαϊσμό της συντηρητικής παράταξης, είναι το γνωστό ιστορικά πρότυπο του συντηρητικού ρεύματος του καλού πατριώτη, του καλού οικογενειάρχη, του καλού χριστιανού. Υπερτονίζεται γι’ αυτό η εθνική, ηθική και θρησκευτική διαπαιδαγώγηση. Είναι αξιοσημείωτο ότι ενώ με το σύνταγμα του 1975 επιχειρείται μία σημαντική αλλαγή με την αντικατάσταση της έννοιας της ελληνοχριστιανικής συνείδησης από την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και την διάπλαση ελεύθερων και υπεύθυνων πολιτών, στα μεταρρυθμιστικά κείμενα του 1976 το πρόσταγμα είναι παλινδρομικό, δηλαδή η διαπαιδαγώγηση του εθνικού πολίτη, της εθνικής ταυτότητας που στηρίζεται στη θρησκεία, τη γλώσσα, την οικογένεια. Στα κείμενα αυτά διαφαίνεται εκ νέου η προσπάθεια για την προστασία της εθνικής ταυτότητας από εξωτερικές απειλές, η περιχαράκωση στα «απειλούμενα» εθνικά σύνορα.

  • Στο επεισόδιο του 1985, που συνδέεται μ’ αυτό, που έχουμε ονομάσει κοινωνιομεταρρυθμιστικό παράδειγμα με κυρίαρχη ιδεολογική αφετηρία το σλόγκαν «η παιδεία θεμέλιο αλλαγής», η έμφαση δίνεται στο άτομο, την προσωπικότητα, την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης. Τα σημαντικά στοιχεία στο παραπάνω επεισόδιο είναι οι αξίες της αποδοχής του άλλου, ο αλληλοσεβασμός, η αλληλοκατανόηση. Σ’ αυτό δηλαδή το επεισόδιο, δεν τονίζεται η έννοια της δημοκρατίας όπως στο 1964, ούτε η ηθικοθρησκευτική και εθνική διάσταση του ατόμου, αλλά περιγράφονται λεπτομερειακά τα χαρακτηριστικά του ατόμου, του κριτικού πολίτη στις νεοδιαμορφούμενες συνθήκες, εθνικές και διεθνείς. Στο λόγο περί παιδείας σ’ αυτό το επεισόδιο έντονη είναι η επίδραση των αριστερών διανοητών που έχουν ενσωματωθεί στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ο λόγος για «ολοκληρωμένη προσωπικότητα» κυριαρχεί στις προσεγγίσεις του λόγου της αριστεράς στη δεκαετία του ’60 (Προβατά: 2002).

  •  Στο τελευταίο μεταρρυθμιστικό επεισόδιο του 1997/98 διαπιστώνει κανείς την προσπάθεια να μην απονευρωθεί, τουλάχιστον σε λεκτικό επίπεδο, ο λόγος περί παιδείας από τις αναφορές στην ανθρωπιστική παιδεία. Όμως στο μεταρρυθμιστικό λόγο ενσωματώνεται έντονα η διάσταση της «ινστρουμενταλιστικής-τεχνοκρατικής γνώσης» για να διαμορφωθεί ο πολίτης του επόμενου αιώνα που από πολίτης του έθνους-κράτους καλείται να μετατραπεί σε πολίτη ενός υπερεθνικού μορφώματος.

 

ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ;

Ποιες τάσεις διαμορφώνονται σήμερα; Μπορούμε να μιλάμε σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης για την έννοια του εθνικού πολίτη και της παιδείας του αφού οι έννοιες αυτές αποκτούν στις μέρες μας υπερεθνικό χαρακτήρα; Η ταυτότητα, π.χ., των Ευρωπαίων πολιτών θα διαμορφώνεται και θα προσδιορίζεται μελλοντικά με κύριο άξονα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις μέσα στο πλαίσιο μιας υπερεθνικής κοινότητας (Ε.Ε.). Αυτά τα ερωτήματα τα θέτουν και άλλοι εισηγητές σ’ αυτό το συνέδριο.

Βέβαια, οι πολιτικές συνθήκες που διαμορφώνονται ή διαφαίνονται σήμερα στην ευρωπαϊκή κοινότητα, με ένα δεύτερο τα τελευταία 15 χρόνια ακόμη πιο ισχυρό κύμα συντηρητικής αναδίπλωσης, με ακροδεξιές παραμέτρους, αναμένεται να επαναφέρουν στο μεταρρυθμιστικό προβληματισμό των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων της Ευρώπης τις έννοιες της παιδείας και του πολίτη της δημοκρατίας σε αντικατάσταση των κυρίαρχων σήμερα, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, εννοιών της εκπαίδευσης του πελάτη της αγοράς. Και σε επίπεδο κρατικού εκπαιδευτικού λόγου αυτό, βέβαια, προϋποθέτει την αποαγοραιοποίηση των κοινωνιών και την επαναπολιτικοποίησή τους. Όλα αυτά, όμως, είναι πολιτικά ζητήματα και πολιτικά ζητούμενα.

             

ΠΗΓΕΣ

Αριστοτέλης, «Πολιτικά, 1275α1-5»

Δελλής, Ι., «Η κατ’ Αριστοτέλη πολιτική ισότητα και δικαιοσύνη και τα προβλήματα της σύγχρονης κοινωνίας»,εισήγηση στο Γ΄ Διεθνές Συνέδριο Αριστοτελικής Φιλοσοφίας, Εταιρεία Αριστοτελικών Μελετών «Το Λύκειον», Αθήνα 2000.

Καζαμίας, Α., «Εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις 1957-1977. Μύθοι και Πραγματικότητες», στο Οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα, Πρακτικά Πανελληνίου Παιδαγωγικού Συνεδρίου, Χανιά 11-13 Ιουλίου 1982, σσ. 11-19, (επιμ. Α. Καζαμίας-Μ. Κασσωτάκης), Ρέθυμνο 1986.

Κασσωτάκης, Μ., «Η προσπάθεια ανάπτυξης της Μέσης Τεχνικής-Επαγγελματικής Εκπαίδευσης κατά την περίοδο 1950-1980 και η αποτυχία της: μια ερμηνευτική προσέγγιση», στο Οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα, Πρακτικά Πανελληνίου Παιδαγωγικού Συνεδρίου, Χανιά 11-13 Ιουλίου 1982, σσ. 20-44, (επιμ. Α. Καζαμίας-Μ. Κασσωτάκης), Ρέθυμνο 1986.

Μπουζάκης, Σ., «Εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις κατά τη δεκαετία του ’80: μια αναλυτική-ερμηνευτική προσέγγιση των νέων προσπαθειών και των νέων αδιεξόδων», στο Παγκόσμια κρίση στην Εκπαίδευση, Αθήνα 1991, Πρακτικά του 5ου Διεθνούς Συνεδρίου της Παιδαγωγικής Εταιρείας Ελλάδος, επιμ. Ι. Κανάκης-Ι. Πυργιωτάκης, Ανάτυπο, εκδ. Gutenberg.

τ.ί., Γεώργιος Α. Παπανδρέου (1888-1968): Ο Πολιτικός της Παιδείας, τομ. Α΄ (1888-1932), εκδ. Gutenberg, Αθήνα 1997 και τομ. Β΄ (1933-1968), εκδ. Gutenberg, Αθήνα 1999.

τ.ί., Εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα-Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Γενική και Τεχνικοεπαγγελματική Εκπαίδευση, τ. Β΄, Μεταρρυθμιστικές Προσπάθειες 1959-1997/98, γ΄ έκδοση συμπληρωμένη, Σειρά Τεκμήρια Ιστορίας Εκπαίδευσης, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 2002.

Παπανούτσος, Ε., Ο λόγος του Γ.Γραμματέως κ. Ευαγγέλου Παπανούτσου εις την ΛΔ΄ Γεν. Συνέλευσιν της Ο.Λ.Μ.Ε. (17 Ιουλίου 196), Δελτίον Ο.Λ.Μ.Ε., αριθ. Φύλ. 240, 10 Σεπτεμβρίου 1964.

τ.ί., Αγώνες και Αγωνία για την Παιδεία , εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1982

Popkewitz, T.S., «Educational Reform: Rhetoric, Ritual and Social Interest», στο Educational Theory, vol. 38, no. 1, Winter 1988, p. 77-93.

Προβατά, Α., «Ιδεολογικά Ρεύματα, Πολιτικά Κόμματα και Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση (1950-1965): Ο «λόγος» για την Τεχνική-Επαγγελματική Εκπαίδευση και Ανάπτυξη, Gutenberg, Αθήνα 2002.

Πυργιωτάκης, Ι., «Η ελληνική εκπαιδευτική κρίση: Μύθοι και Πραγματικότητες», στο Παγκόσμια κρίση στην εκπαίδευση, Πρακτικά 5ου Διεθνούς Συνεδρίου της Παιδαγωγικής Εταιρείας Ελλάδας, (επιμ. Ι. Κανάκης-Ι. Πυργιωτάκης), Αθήνα 1991, σσ. 13-42.

Φραγκουδάκη, Α., Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση και Φιλελεύθεροι Διανοούμενοι: Άγονοι αγώνες και ιδεολογικά αδιέξοδα στο μεσοπόλεμο, Αθήνα 1977 (ε’ έκδοση).

Τσουκαλάς, Κ., Εξάρτηση και Αναπαραγωγή: ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα (1830-1922), Θεμέλιο, Αθήνα 1987.

Χαραλάμπους, Δ., Εκπαιδευτική πολιτική και εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στη μεταπολεμική Ελλάδα (1950-1974), αδημ. διδακτορική διατριβή, Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 199

 

 

 

Copyright 2003 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ  ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ