ΤΑ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΕΥΤΑΞΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ (1899)

Οι επιδράσεις ερβαρτιανής προέλευσης στην διαμόρφωση των νομοσχεδίων και η επίδραση τους στην ελληνική παιδαγωγική σκέψη

 Ανδρέας ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΣ

Εκπαιδευτικός Δ.Ε.

Υπ. Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πατρών

andykiki@upatras.gr

 ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Η περίπτωση των νομοσχεδίων του Αθανάσιου Ευταξία, νομοσχεδίων στα οποία συνήθως γίνεται αναφορά, αλλά για τα οποία εμπεριστατωμένη μελέτη δεν έχει πέσει στην αντίληψη μας αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας μελέτης μας. Μια μελέτη που έχει σαν στόχο την ανάδειξη των επιδράσεων στην διαμόρφωση των νομοσχεδίων αυτών, καθώς και των επιδράσεων που αυτά είχαν στην ελληνική παιδαγωγική σκέψη της εποχής.

Κύριος στόχος μας είναι η ανάδειξη των ερβαρτιανής προέλευσης επιδράσεων οι οποίες ήταν κυρίαρχες στον παιδαγωγικό χώρο της εποχής, και αποτελούσαν τρόπον τινά την πυξίδα για τους περισσότερους παιδαγωγούς της εποχής. Η ανίχνευση και ανάδειξη των αποδείξεων για τους ισχυρισμούς μας αυτούς έγινε μέσα από αρχειακής κυρίως προέλευσης κείμενα.

Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε είναι η ανάλυση περιεχομένου καθόσον το υλικό που είχαμε στην διάθεσή μας ήταν αρχειακής κυρίως μορφής.

 

ABSTRACT

The case of the law projects by Athanasios Eftaxias, in which we usually refer to, but for which none study is in our knowledge, is the subject of our study. A study which has as a target to show the influences in the formation of those laws projects, as well as the influences they had in the Greek pedagogic thinking during this period.

Our main target, is to show Herbart’s provenance influences which were dominant in the pedagogic field in that period, and in one way they formed the guideline for the majority of that period’s pedagogues. In order to determine and show the proof for our claims we use texts of archives.

The method which was used is the content analysis of the material in our disposition that was of archive provenance.

Στα 1899 η Ελλάδα βγαίνει από μια παρ' ολίγον μεγάλη εθνική τραγωδία δηλαδή από τη γνωστή ταπεινωτική στρατιωτική ήττα του 1897 από την Τουρκία. Οι ανακατατάξεις και εξελίξεις είναι ραγδαίες σε όλους τους τομείς της ζωής της:

κοινωνικούς, οικονομικούς, πολιτικούς, εκκλησιαστικούς κ. α.

Άμεση συνέπεια όλων αυτών των γεγονότων με σοβαρότατες επιπτώσεις στην μελλοντική πορεία της χώρας είναι και η ατολμία στις όποιες επεμβάσεις στο χώρο της εκπαίδευσης, δεδομένων των αδυναμιών επένδυσης σε υποδομές και γενικά σε επενδύσεις μακράς πνοής και απόδοσης.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο αείμνηστος Παύλος Πετρίδης, «Οι μεταβολές στην ελληνική οικονομία, είχαν επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τις σχέσεις των διαφόρων κοινωνικών ομάδων και, προκαλώντας την γένεση νέων, υποδήλωναν όλο και πιο έντονα τις κοινωνικές διαφοροποιήσεις. Οι αντιθέσεις ανάμεσα στα νέα στοιχεία (προερχόμενα από την αύξηση του αστικού πληθυσμού, την ανάδειξη των μικρομεσαίων γαιοκτημόνων και την ενδυνάμωση της εργατικής τάξης) και τα παλαιά σχήματα (που όφειλαν την ισχύ τους στην εύνοια της Αυλής) εκδηλώνονταν πλέον σαφέστερα. Η ανερχόμενη πολιτικά αστική τάξη συναισθανόταν πως επήλθε ο χρόνος να διαδραματίσει ιστορικά τον προοδευτικό ρόλο της».

Είναι γεγονός ότι το ελληνικό κράτος, καθώς και οι σχέσεις του με τους πολίτες του, δεν καταφέρνουν να ακολουθήσουν και να υιοθετήσουν την μορφή του αστικού κράτους κατά τα πρότυπα της Δύσης. Πρόκειται για ένα κακέκτυπο περιφερειακού μιμητισμού, το οποίο δεν επιτρέπει στο τέτοιας μορφής κράτος να ακολουθήσει μια επενδυτική πολιτική μακράς πνοής. Αντίθετα το υποχρεώνει να αρκεσθεί σε μια πολιτική μισθοδοτική και φοροεισπραχτική. Με τον τρόπο αυτό, το κράτος παίζει αναδιανεμητικό και κατά συνέπεια σημαντικό ρόλο, στη διαμόρφωση των κυρίαρχων κοινωνικών ομάδων.

Το γεγονός ότι το σύνολο των δημοσιοσυντήρητων υπαλλήλων πάσης φύσεως στο ελληνικό εθνικό κράτος ανανεώνεται ανά τριετία (απολύσεις, επαναπροσλήψεις κλπ), είναι δηλωτικό σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Τσουκαλά ότι, οι σχέσεις πελατειακού τύπου μεταξύ πολιτευτών, βουλευτών και κομματαρχών πάσης φύσεως αφ' ενός και του λαού αφ' ετέρου, αποτελούν το κύριο εμπόδιο για όποια προσπάθεια εξισορρόπησης και εξορθολογισμού της διαχείρισης του δημοσίου χρήματος. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι στα 1875, ενώ οι στρατιωτικές δαπάνες φθάνουν το 45% των εξόδων, για την παιδεία διατίθεται μόνον το 3% των κρατικών δαπανών (Κατσούλης, Νικολινάκος).

Ένα άλλο στοιχείο που μπορεί κανείς να επικαλεστεί για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε η παιδεία και η προχειρότητα με την οποία αντιμετωπίζονταν τα συσσωρευμένα από δεκαετίες προβλήματα της, είναι το γεγονός ότι, κατά τα τελευταία 25 χρόνια του 19ου αιώνα, στο θώκο του υπουργού της παιδείας κάθισαν 34 συνολικά υπουργοί, δηλαδή υπουργοί με μέση διάρκεια θητείας 9 μηνών και 4 ημερών.

Κάτω λοιπόν από αυτές τις συνθήκες , και με υπάρχοντα τον διεθνή οικονομικό έλεγχο, αντιλαμβάνεται κανείς την σημασία της προσπάθειας επέμβασης στα εκπαιδευτικά δρώμενα της περιόδου, με την κατάθεση των νομοσχεδίων προς ψήφιση στη Βουλή από τον Αθανάσιο Ευταξία.

Η πρόσφατη ενασχόληση μου με την μελέτη του εκπαιδευτικού συστήματος κατά την εν λόγω περίοδο, με έφερε αντιμέτωπο με τα νομοσχέδια που κατέθεσε προς ψήφιση την 15η  Μαΐου 1899 ο Αθανάσιος Ευταξίας. Η μελέτη του περιεχομένου των νομοσχεδίων, μου γέννησε τα παρακάτω ερωτήματα, στα οποία η παρούσα μελέτη καλείται να απαντήσει.

  • Στην χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής και την αποτύπωση της στην εκπαιδευτική νομοθεσία, όπως αυτή προτάθηκε με τα Νομοσχέδια Ευταξία, ανιχνεύει κανείς επιδράσεις, και αν ναι ποιες;

  • Σε επίπεδο παιδαγωγικής σκέψης, ανιχνεύονται στοιχεία κάποιας προέλευσης, και αν ναι ποια είναι αυτά;

  • Τέλος όσον αφορά την εφαρμογή των απόψεων αυτών, ποια στοιχεία την αναδεικνύουν;

Στα 3 παραπάνω ερωτήματα θα επιχειρήσω να απαντήσω έχοντας ως βασικό μεθοδολογικό εργαλείο στην εκπόνηση της εργασίας μου αυτής την ανάλυση περιεχομένου. Η χρησιμοποίηση της ανάλυσης περιεχομένου έγινε διότι εκτός από ποσοτική, είναι και ποιοτική, γεγονός που μας βοηθά να ανιχνεύσουμε πολλά σημαντικά στοιχεία σχετικά με τα ερωτήματά μας, τα οποία σε μια καθαρά ποσοτική μέθοδο θα περνούσαν απαρατήρητα.

Οι απόψεις και τα συμπεράσματα μου βασίζονται στην ανάλυση και ερμηνεία αρχειακού υλικού. Υλικού που συλλέχθηκε από την Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, την Εθνική βιβλιοθήκη, και την Δημοτική Βιβλιοθήκη Πατρών.

Το υλικό αυτό αναζητήθηκε, ευρέθηκε, καταγράφηκε, φωτογραφήθηκε, ψηφιοποιήθηκε και αναγνωρίστηκε οπτικά ως κείμενο. Κατόπιν αποθηκεύτηκε σε συμπαγή δίσκο ακτίνας (CD). Ακολούθησε η αποδελτίωσή του.

Έχοντας λοιπόν υπ' όψη όλα τα παραπάνω και αναλύοντας τα δεδομένα που προκύπτουν από την εξέταση των εισηγητικών εκθέσεων, των συζητήσεων στη Βουλή, των νομοσχεδίων όπως αυτά κατατέθηκαν προς ψήφιση, τον νόμο ΒΧΚΑ' Περί Γυμναστικής, την αναφορά προς τον Βασιλιά που συνόδευε τα διατάγματα για την διδασκαλία της γυμναστικής, καθώς και τα αναλυτικά προγράμματα για την διδασκαλία αυτή διαπιστώνουμε τα παρακάτω:

Επιδράσεις υπάρχουν και μάλιστα πολλές «εξ εσπερίας». (Ό όρος «εξ Εσπερίας» αναφέρεται αρκετές φορές στις εισηγητικές εκθέσεις των νομοσχεδίων του Αθανάσιου Ευταξία και κατά κόρον ακούγεται στις συζητήσεις της Βουλής).

Αναλύοντας λεπτομερέστερα τα δεδομένα που  ανέφερα παραπάνω, διαπιστώνουμε ότι στα κείμενα αυτά συνυπάρχουν τα ακόλουθα στοιχεία που αποτελούν μαρτυρίες για επιδράσεις «Εξ Εσπερίας»: Για την γυμναστική οι επιδράσεις έχουν δύο προελεύσεις και δύο στόχους:

  1. Την αναγέννηση του αρχαίου πνεύματος, και την επαναφορά της αγάπης για το υγιές και γυμνασμένο σώμα, σε αντιπαράθεση με τον «φιλάσθενο» ρομαντισμό του Γερμανικού ιδεαλισμού. Αιτία γι' αυτό είναι η προσπάθεια της σύνδεσης της κλασικής Ελλάδας με την σύγχρονη πραγματικότητα. Αξίζει βέβαια εδώ να σημειώσουμε ότι σε αντίθεση με την βρετανική σχολή (που έβλεπε τον αθλητισμό να πραγματώνει την εκπαιδευτική προσδοκία), στην ελληνική πραγματικότητα η σωματική άσκηση θα νομιμοποιηθεί μέσα από την παιδαγωγική λειτουργία της Γυμναστικής, και μάλιστα στα σχολεία.

  2. Την διαμόρφωση κοινωνικού ρεύματος ικανού να στηρίξει την revanche. Πλέον συγκεκριμένα, είναι προφανής η υιοθέτηση εκ μέρους της ελληνικής πολιτείας από το 1880 και έπειτα, του Γαλλικού συστήματος ως προτύπου. Σύμφωνα με αυτό, η φυσική αγωγή συνδέθηκε με την στρατιωτική προετοιμασία και απετέλεσε την πηγή κάθε νομοθετικής πρωτοβουλίας σχετικής με το αντικείμενο (Κουλούρη, 1997).

Αποδεικτικά στοιχεία για τους παραπάνω ισχυρισμούς μας, αποτελούν οι παρακάτω αναφορές:

Συνεδρίαση 68, 3 Ιουλίου 1899, σελ 1297

«... μόνον εν Γαλλία εισήχθησαν, αλλ' επί μικρόν χρονικόν διάστημα, διότι μέγας Γάλλος στρατηγός.... Συνέστησε την κατάργησιν....» Παρατηρούμε δηλαδή μια παράλληλη πορεία της εισαγωγής των στρατιωτικών ασκήσεων στα σχολεία καθώς και την κατάργηση τους, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Γαλλία.

Συνοδευτική έκθεση προς τον Βασιλιά για την υπογραφή των διαταγμάτων για την διδασκαλία της γυμναστικής στα σχολεία και το αναλυτικό πρόγραμμα αυτής, σελ. 940:

«.. Ούτως εν Γαλλία παρατηρείται ήδη από ετών πυρετώδης, δύναται τις να είπη, κίνησις υπέρ της αναμορφώσεως της παιδείας κατά την αρχήν της αρμονικής αναπτύξεως του σώματος και της ψυχής».

Για την χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής, οι Γερμανικές χώρες γενικά, και η Πρωσία ειδικότερα, αποτελούν το πρότυπο και το σημείο αναφοράς γενικότερα. Βέβαια δεν λείπουν οι αναφορές και συγκρίσεις(;) με τις άλλες χώρες της εσπερίας. Αυτό γίνεται, είτε όσον αφορά την εφαρμογή κάποιων καινοτομιών, είτε κατά πόσον αυτές συμβαδίζουν με την επικρατούσα «σχολή» στις επιστήμες της αγωγής, βλέπε Γερμανία.

Οι της εσπερίας χώρες αποτελούν επίσης σημείο αναφοράς και για άλλα θέματα. Ένα σημαντικό ζήτημα παραδείγματος χάριν, εκπαιδευτικής αλλά και πολιτικής συγχρόνως φύσεως, είναι το επίμαχο για την εποχή ζήτημα, αν πρέπει η δημοτική εκπαίδευση να ανήκει ή τουλάχιστον να διοικείται από την εκκλησία. Έτσι για το ζήτημα αυτό γίνεται αναφορά στο concordat των Γάλλων με τον Πάπα το 1808, και στην Πρωσία όπου.. «κατά το κρατούν εκεί δίκαιον;.»τα σχολεία είναι ιδρύματα του κράτους...».

Αποδεικτικά στοιχεία για τους παραπάνω ισχυρισμούς μας αποτελούν οι παρακάτω αναφορές:

Σελ. 322 από την Γενική εισήγηση των εκπαιδευτικών νομοσχεδίων:

«.. Ούτως οι εν Πρωσία μετά την Ιένη ήττον αφωσιώθησαν εις την μεταρρύθμισην των της αγωγής και παιδείας, δι' ης κατέθεσαν τον θεμέλιον λίθον του μετά ταύτα εθνικού των μεγαλείου, και τας υποδείξεις του επιφανούς φιλοσόφου Φίχτε...»

Στην ίδια σελίδα:

, «.. Το παράδειγμα της Πρωσίας εμιμήθησαν και άλλοι χώραι, μάλιστα δε και η Γαλλία μετά το εν Σεδάν πάθημα. Και αυτή έκτοτε έστρεψεν απερίσπαστον την προσοχήν της εις την μεταρρύθμισιν των της αγωγής και παιδείας, δι' ης κυρίως και κατ' εξοχήν κατόρθωσε να αναλάβη....»

Σελ. 324:

«Ούτω πράττοντες ου μόνον προς την νυν κρατούσαν εν τη επιστήμη θεωρίαν συμμορφούμεθα, αλλά και τη αλλαχού γενομένη ήδη πείρα επόμεθα...»

Στην ίδια σελίδα:

«Εν τη μελέτη ταύτη συνεβουλεύθημεν μεν την επιστήμην και την πείραν άλλων λαών, μάλλον ημών προηγμένων...»

Όσον αφορά την παιδαγωγική σκέψη, οι κυρίαρχες επιρροές είναι Ερβαρτιανής προέλευσης, μια και πρόκειται για τις κρατούσες απόψεις της εποχής. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι μέλλοντες δημοδιδάσκαλοι ...οφείλουν να κατέχουν προς τους τεχνικούς όρους και καθόλου προς την παιδαγωγικήν γλώσσαν των Γερμανών (Ευταξίας, 1899).

Ακόμα η αποδοχή της πλήρους κυριαρχίας της Ερβαρτιανής σχολής ανιχνεύεται στον τρόπο διδασκαλίας, και αποδεικνύεται από την παραπομπή του Ευταξία στην σελ 337 της εισήγησης του για το νομοσχέδιο περί της δημοτικής εκπαιδεύσεως: .. «ενταύθα την διδασκαλίαν τούτων τάττει και ο επιφανής παιδαγωγός των νεωτέρων χρόνων Ziller ο δι' επιχειρημάτων αδρών υποστηρίξας την γνώμην.. .» (Ευταξίας, 1899)

Ανιχνεύεται επίσης στον σκοπό της αγωγής, όπως αυτός αναφέρεται στο 1° άρθρο του Νομοσχεδίου περί Δημοτικής Εκπαιδεύσεως:

«Η Δημοτική εκπαίδευσις θρησκευτικόν, ηθικόν και εθνικόν έχουσα χαρακτήρα προτίθεται να ανάδειξη τους δι' αυτής παιδευομένους πολίτας χρηστούς και επιτηδίους εις τον πρακτικόν βίον, αναπτύσσουσα αρμονικός τας ψυχικάς και σωματικός δυνάμεις και μεταδίδουσα αυτοίς τας προσήκουσας γνώσεις και δεξιότητας.»

Ο Herbart αντίστοιχα θεωρεί ότι η δύναμη του χαρακτήρα της ηθικότητας, αποτελεί τον σκοπό της αγωγής. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Herbart τοποθετεί σαφώς στην πρώτη θέση ότι αφορά τον χαρακτήρα.

Τέλος σχετικά με την προσπάθεια εφαρμογής τους (στην περίπτωση των εκπαιδευτικών νομοσχεδίου εκτός από αυτό της γυμναστικής), η όλη δομή, το περιεχόμενο, τα κύρια άρθρα, η στοχοθεσία, και οι συνοδευτικές εισηγητικές εκθέσεις, είναι, ας μου επιτραπεί η έκφραση, «Γερμανικής» προέλευσης και έμπνευσης.

Ο τρόπος με τον οποίο διατυπώνονται οι εισηγητικές εκθέσεις καθώς και οι διατάξεις των νομοσχεδίων αποπνέει την αύρα του Πρωσικού διοικητικού μοντέλου. Πλέον συγκεκριμένα έχουμε να παρατηρήσουμε:

Από τα 168 άρθρα του νομοσχεδίου της Δημοτικής εκπαιδεύσεως, τα 15 αναφέρονται σε ποινές των διδασκάλων, 3 σε ποινές των γονέων και 1 άρθρο σε ποινές μαθητών από τους διδασκάλους τους.

Οι εκφράσεις αποπνέουν μία αύρα αυταρχισμού όπως παραδείγματος χάριν στο άρθρο 50 στην παράγραφο η').. υπακούουσιν εις τα παραγγελλόμενα, καθώς και στην παράγραφο ια') ... εκτελούσι τας εγγραφάς... κ.α.

Την ίδια αίσθηση αποκομίζει ο μελετητής και της εισηγητικής έκθεσης για το νομοσχέδιο περί Μέσης εκπαιδεύσεως.

Σελίδα 922:

Είναι δίκαιον οι ανίκανοι και ανεπίδεκτοι ανωτέρας παιδεύσεως μαθηταί να εξαναγκάζωνται ούτως εγκαίρως ίνα τραπώσιν εις πρακτικόν τι στάδιον

Αξίζει τέλος να σημειώσουμε την παρουσία 4 άρθρων που αφορούν ποινές καθηγητών και διδασκάλων Γυμνασίου καθώς και 2 άρθρων που αφορούν ποινές μαθητών.

Όλα αυτά τα αποδεικτικά στοιχεία καθώς και πλήθος άλλων , που ο χρόνος δεν μας επιτρέπει να αναφέρομε, επιβεβαιώνουν την εκτίμηση μας για τον Πρωσικό τρόπο εφαρμογής των διοικητικών διατάξεων των νομοσχεδίων.

Ανακεφαλαιώνοντας λοιπόν όλα τα παραπάνω, παρατηρούμε και καταγράφουμε :

Επιδράσεις υπάρχουν :

Κατά την σύνταξη των νομοσχεδίων και των εισηγητικών εκθέσεων, και μάλιστα εξ εσπερίας.

Ειδικά για την γυμναστική οι επιδράσεις είναι Γαλλικής προέλευσης και επινόησης.

Για την χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής, οι Γερμανικές χώρες γενικά, και η Πρωσία ειδικότερα, αποτελούν το πρότυπο και το σημείο αναφοράς γενικότερα. Βέβαια δεν λείπουν οι αναφορές και συγκρίσεις (;) με τις άλλες χώρες της εσπερίας. Αυτό γίνεται, είτε όσον αφορά την εφαρμογή κάποιων καινοτομιών, είτε κατά πόσον αυτές συμβαδίζουν με την επικρατούσα «σχολή» στις επιστήμες της αγωγής, βλέπε Γερμανία.

Όσον αφορά την παιδαγωγική σκέψη, οι κυρίαρχες επιρροές είναι Ερβαρτιανής προέλευσης, μια και πρόκειται για τις κρατούσες απόψεις της εποχής.

Ο τρόπος με τον οποίο διατυπώνονται οι εισηγητικές εκθέσεις καθώς και οι διατάξεις των νομοσχεδίων, αποπνέει την αύρα του Πρωσικού διοικητικού μοντέλου.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Δερτιλής Παναγιώτης (1985) Κοινωνικός μετασχηματισμός και στρατιωτική επέμβαση 1880-1909 (Αθήνα, Εξάντας).

Εφημερίδα των συζητήσεων της Βουλής Περίοδος ΙΕ’, Σύνοδος Α’.

Εφημερίδα των συζητήσεων της Βουλής Περίοδος ΙΕ’, Σύνοδος Α’(Παράρτημα).

Καραγιαννόπουλος Ιωάννης (1993) Εισαγωγή στην τεχνική της επιστημονικής ιστορικής εργασίας. ( Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Βάνιας).

Κατσούλης Γ.. Νικολινάκος Μ.. Φίλιας Β. (χ.χ.) Οικονομική ιστορία της νεώτερης Ελλάδας (Αθήνα, χ.ε.).

Klaus Krippendorff (1980) Content analysis. (London New Delhi, Sage publications).

Κουλούρη Χριστίνα. (1997) Αθλητισμός και όψεις της αστικής κοινωνικότητας (Αθήνα, Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς).

Mucchielli Alex (1991) Les méthodes qualitatives. (Paris, Presses Universitaires de France).

Νούτσος Παναγιώτης  (επιμέλεια) (1990) Η σοσιαλιστική σκέψη στην Ελλάδα (Αθήνα, Εκδόσεις Γνώση).

Πετρίδης Παύλος (χ.χ.) Σύγχρονη Ελληνική πολιτική ιστορία (Αθήνα, Εκδόσεις Γκοβόστη).

Robert André D. & Bouillaguet Annick (1997) L’analyse de Contenu. (Paris, Presses Universitaires de France)

Τσαούσης Δ. Γ. (επιμέλεια) (1983) Όψεις της ελληνικής κοινωνίας του 19ου αιώνα (Αθήνα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας).

Τσουκαλάς Κωνσταντίνος (1992) Εξάρτηση και αναπαραγωγή (Αθήνα, Θεμέλιο).Φ.Ε.Κ.

 

 

 

Copyright 2003 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ  ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ